20.9 C
Athens
Τρίτη, 16 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ προβληματική ρύθμιση της απαγόρευσης παρακολούθησης αγώνων για την καταπολέμηση της οπαδικής...

Η προβληματική ρύθμιση της απαγόρευσης παρακολούθησης αγώνων για την καταπολέμηση της οπαδικής βίας


Του Σωτήρη Κολέλη,

Η ανάγκη αντιμετώπισης της οργανωμένης αθλητικής βίας αποτελεί ένα διαχρονικό ζήτημα που παρουσιάστηκε, για πρώτη φορά, τη δεκαετία του 1960 στην Αγγλία και αφορούσε, κυρίως, το ποδόσφαιρο. Έκτοτε, τέτοιου είδους παραβατικές συμπεριφορές εξαπλώθηκαν σε όλον τον κόσμο και προσέλαβαν τις ακραίες αυτές διαστάσεις, υπό τις οποίες εκδηλώνονται σήμερα, όπως μαρτυρεί η σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα. Τα φαινόμενα έκνομης οπαδικής δράσης δεν άφησαν, φυσικά, αδιάφορο τον Έλληνα νομοθέτη, ο οποίος, ήδη από το έτος 1999, θεσμοθέτησε τον πρώτο νόμο για την αθλητική βία υπ’ αριθμ. 2725/1999 «Αδικήματα βίας με αφορμή αθλητικές εκδηλώσεις», τον λεγόμενο αθλητικό νόμο. Μάλιστα, η ποινική απαξία των εν λόγω αδικημάτων ενισχύθηκε από την παρεπόμενη ποινή περί απαγόρευσης προσέλευσης και παρακολούθησης αθλητικών αγώνων, η οποία συνοδεύει τις κύριες ποινές και θίγει το έννομο αγαθό της τιμής του δράστη.

Ειδικότερα, κατά την παράγραφο 7 του άρθρου 41ΣΤ του αθλητικού νόμου, σε περίπτωση καταδίκης για κάποιο από τα βασικά εγκλήματα αθλητικής βίας, αλλά και όσων λαμβάνουν χώρα υπό τις επιβαρυντικές περιστάσεις της παραγράφου 4 της ίδιας διάταξης, το δικαστήριο επιβάλλει υποχρεωτικά και για χρονικό διάστημα δύο έως πέντε ετών στον δράστη απαγόρευση προσέλευσης και παρακολούθησης όλων των αθλητικών εκδηλώσεων, αδιακρίτως αθλήματος, ακόμη και εκείνων που διεξάγονται εκτός της Ελληνικής Επικράτειας, στις οποίες μετέχει ομάδα, σε αγώνα της οποίας ή με αφορμή αγώνα της οποίας, τελέσθηκε η αξιόποινη πράξη. Εναπόκειται, επίσης, στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου να απαγορεύσει την προσέλευση και παρακολούθηση και οποιασδήποτε άλλης αθλητικής εκδήλωσης, αν από τις περιστάσεις, και με βάση την προσωπικότητα του δράστη, κρίνει ότι αυτός είναι επικίνδυνος για την ομαλή τέλεση των αθλητικών εκδηλώσεων. Παράλληλα, για την εκτέλεση της παρεπόμενης ποινής, το δικαστήριο διατάσσει τον δράστη να εμφανίζεται στο αστυνομικό τμήμα του τόπου κατοικίας ή διαμονής του πριν από την έναρξη της αθλητικής συνάντησης και να παραμένει σε αυτό, ή σε χώρο άμεσης εποπτείας της αστυνομικής αρχής, δύο ώρες πριν από την έναρξή της έως δύο ώρες μετά τη λήξη της.

Πηγή Εικόνας: dailymail.co.uk

Η εκτενής αυτή διάταξη εισήχθη στην αθλητική νομοθεσία με το άρθρο 4 του ν. 1646/1986. Επρόκειτο για παρεπόμενη ποινή με ηπιότερο περιεχόμενο σε σχέση με το σημερινό άρθρο 41ΣΤ παρ. 7 ν. 2725/1999, η οποία ωστόσο, όπως και η ισχύουσα, πλέον, διάταξη, εξαρτούσε την εκτέλεσή της από την έκδοση σχετικής υπουργικής απόφασης. Η απόφαση αυτή (υπ’ αριθμ. 100) εκδόθηκε το 1999, αλλά λίγο αργότερα κατέστη άνευ αντικειμένου, όταν το άρθρο 4 του ν. 1646/1986 καταργήθηκε με τον ν. 3057/2002. Θεσπίστηκε εν συνεχεία νέα παρεπόμενη ποινή που προστέθηκε στον αθλητικό νόμο, η οποία αναθεωρήθηκε ουκ ολίγες φορές (με πιο πρόσφατη τροποποίηση την παράγραφο 2 του άρθρου 63 του ν. 4603/2019). Και τούτη, ωστόσο, με τη σειρά της εξάρτησε την εκτέλεσή της από την έκδοση κοινής απόφασης των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Προστασίας του Πολίτη και Πολιτισμού και Τουρισμού. Τέτοια απόφαση, όμως, η οποία να στηρίζεται στο άρθρο 41ΣΤ του ν. 2725/1999, όπως εκείνο ισχύει σήμερα, δεν έχει εκδοθεί, με αποτέλεσμα η παρεπόμενη αυτή ποινή να καθίσταται ανεφάρμοστη. Γι’ αυτό και στη σχετική νομολογία δεν γίνεται κανένας λόγος για παρεπόμενη ποινή, παρά τον υποχρεωτικό χαρακτήρα επιβολής της. Διαφαίνεται έτσι η προχειρότητα της νομοθετικής παρέμβασης, καθώς, παρά τη διαχρονική μεταβολή του περιεχομένου της παραγράφου 7 του άρθρου 41ΣΤ, η παρεπόμενη αυτή ποινή δεν δύναται να ισχύσει.

Εξάλλου, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ακόμα κι αν μπορούσε να εκτελεστεί, το περιεχόμενό της ως έχει θα ήταν άκρως προβληματικό. Τούτο γίνεται κατανοητό από μια απλή σύγκριση αυτής της εξοντωτικής, και πρακτικά μη εκτελεστής, παρεπόμενης ποινής με την προβλεπόμενη απαγόρευση εισόδου σε γήπεδο στην Αγγλία (Football Banning Order), στο μέτρο που η τελευταία έχει χαρακτήρα προληπτικού μέτρου και επιβάλλεται με συγκεκριμένη διαδικασία μετά από σειρά σταθμίσεων. Αντίστοιχη είναι και η εξουσία των αστυνομικών στη Γερμανία να θέσουν υπό κράτηση κάποιον για αποτροπή κινδύνου.

Περαιτέρω, λόγω της εξάρτησης εκτέλεσης της παρεπόμενης ποινής από την έκδοση σχετικής υπουργικής απόφασης, τίθεται ζήτημα συνταγματικότητας της παραγράφου 7, στο μέτρο που μια τέτοια απόφαση αποτελεί κανονιστική πράξη της διοικήσεως (ουσιαστικός νόμος). Σύμφωνα λοιπόν με μία de lege ferenda ερμηνεία, παραβιάζεται η αρχή της νομιμότητας του εγκλήματος και της ποινής που καθιερώνει το άρθρο 7 παρ. 1 του Συντάγματος (αλλά και τα άρθρα 1 και 2 ΠΚ)· η αρχή αυτή προκύπτει από κείμενα αυξημένης τυπικής ισχύος και δεσμεύει, σε κάθε περίπτωση, τον ποινικό νομοθέτη. Από την εν λόγω διάταξη συνάγεται ειδικότερα ότι η πράξη πρέπει να περιγράφεται σε τυπικό νόμο, ούτως ώστε να υπάρχει η μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια ως προς όλες τις εγγυήσεις της προσωπικής ασφάλειας και το περιεχόμενο του δικαιικού κανόνα. Εντούτοις, και παρά τις αμφιβολίες αντισυνταγματικότητας που προκαλεί η εφαρμογή της, εφαρμόσιμη στην πράξη και κρατούσα στη θεωρία φαίνεται να είναι η άποψη που δέχεται τη θεμελίωση ή επαύξηση του αξιοποίνου, ακόμα και με ουσιαστικό νόμο, στηριζόμενη σε συνδυαστική ερμηνεία των άρθρων 43 παρ. 5 και 72 παρ. 1 του Συντάγματος. Σε κάθε περίπτωση πάντως, η ως άνω παρεπόμενη ποινή υπόκειται σε όλες τις δεσμεύσεις που πηγάζουν από τις διατάξεις των άρθρων 7 παρ. 1 Συντ., 7 παρ. 1 ΕΣΔΑ και 15 παρ. 1 εδ. γ΄ της Διεθνούς Σύμβασης για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα. Ισχύει, επιπλέον, και ο γενικός κανόνας του άρθρου 25 παρ. 1 Συντ., ιδίως ως προς την αρχή της αναλογικότητας.

Πηγή Εικόνας: mondefootball.fr

Σε τούτο το σημείο είναι δέον να αναφερθεί η ειδική μεταχείριση που επιφυλάσσει ο νόμος στην υποπαράγραφο β΄ της υπό εξέταση παραγράφου, για τον ανήλικο, κάτω των 16 ετών, αφού αντί της απαγόρευσης προσέλευσης και παρακολούθησης αθλητικών αγώνων που ισχύει για όσους έχουν συμπληρώσει το 16ο έτος της ηλικίας τους, επιβάλλεται ως αναμορφωτικό μέτρο η ανάθεση της υπεύθυνης επιμέλειας του ανηλίκου στους γονείς, τους επιτρόπους ή τους κηδεμόνες του. Βέβαια, ακόμα και σε όσους ανηλίκους είναι άνω των 16 ετών, η απαγόρευση προσέλευσης και παρακολούθησης αθλητικών αγώνων επιβάλλεται όχι ως παρεπόμενη ποινή, αλλά ως αναμορφωτικό μέτρο, έχει δηλαδή χαρακτήρα τόσο θεραπευτικό για τον ανήλικο όσο και εξασφαλιστικό για το κοινωνικό σύνολο (να μην προβεί ο δράστης σε νέα εγκλήματα αθλητικής βίας στο μεσοδιάστημα). Η ποινή από την άλλη βασίζεται στις αρχές της γενικής (για το κοινωνικό σύνολο) και της ειδικής (για τον δράστη) πρόληψης.

Από την ως άνω ανάλυση προκύπτει με ενάργεια το συμπέρασμα πως θα χρειαστεί οπωσδήποτε μία επαναξιολόγηση των προβλεπόμενων ποινών για τα εγκλήματα αθλητικής βίας, ώστε να μην οδηγούμαστε σε νομικά αδιέξοδα και παραφωνίες σχετικά με το δόγμα του ποινικού δικαίου. Τόσο το κείμενο της υπό εξέταση διάταξης όσο και τα επιμέρους αδικήματα θα πρέπει να προσαρμοστούν στη σύγχρονη λογική του νέου ΠΚ και ΚΠΔ, αντικαθιστώντας ξεπερασμένες έννοιες και αντιλήψεις. Ειδάλλως, το φαινόμενο της αθλητικής βίας στην Ελλάδα θα διασαλεύει για πολλά ακόμα χρόνια την αθλητική δημόσια τάξη, εμποδίζοντας την ομαλή συμμετοχή στην κοινωνική ζωή.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • «Αθλητική βία», διαθέσιμο εδώ
  • «Η βία με αφορμή αθλητικές εκδηλώσεις. Παρατηρήσεις στις σχετικές ποινικές διατάξεις», διαθέσιμο εδώ
  • Δαγτόγλου, Πρόδρομος Δ. Ατομικά δικαιώματα. 2η αναθ. έκδ. Αθήνα ; Κομοτηνή: Αντ. Ν. Σάκκουλας, 2005.
  • Kαϊάφα – Γκμπάντι, Μαρία, Νικόλαος Μπιτζιλέκης, και Ελισάβετ Συμεωνίδου – Καστανίδου. Δίκαιο των ποινικών κυρώσεων. Νομική Βιβλιοθήκη, Θεσσαλονίκη, 2016.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σωτήρης Κολέλης
Σωτήρης Κολέλης
Κατάγεται από την Αθήνα και είναι απόφοιτος της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ. Πλέον εργάζεται σε συμβολαιογραφείο. Έχει εμπειρία από επιστημονικά συνέδρια νομικού ενδιαφέροντος, ενώ αγαπημένες του θεματικές αποτελούν ζητήματα γύρω από το ποινικό δίκαιο. Γνωρίζει άριστα αγγλικά και στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται με τον αθλητισμό.