24.2 C
Athens
Τετάρτη, 24 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμός«Κοινός Παρονομαστής» (2014): Αναμέτρηση με τον εαυτό σε 77 λεπτά

«Κοινός Παρονομαστής» (2014): Αναμέτρηση με τον εαυτό σε 77 λεπτά


Της Σοφίας Πεχλιβανίδου,

Όταν δύο κλάσματα έχουν κοινό παρονομαστή, εκείνο με τον μεγαλύτερο αριθμητή αντιστοιχεί στο μεγαλύτερο «μερίδιο» ενός αριθμού που αναπαριστά το κάθε κλάσμα. Ακούγεται αρκετά απλό, αν η συζήτηση αφορά τη σύγκριση κλασμάτων στα Μαθηματικά. Όταν αναζητούμε τον κοινό παρονομαστή στις ανθρώπινες σχέσεις, απ’ όπου κι αν προέρχεται, σε όποιον κι αν καταλήγει, η συζήτηση γίνεται εντυπωσιακά περίπλοκη, ίσως και φιλοσοφική. Αναζητούμε μερίδια και κάνουμε συγκρίσεις, μετράμε συναισθήματα, αναμετρώνται οι προσπάθειες των σχετιζόμενων, η υπομονή, η επιμονή, η θέληση. Τελικά, υπάρχει κοινός παρονομαστής στις ανθρώπινες σχέσεις; Και αν υπάρχει, ποιος είναι; Και αν τον βρούμε, θα μπορέσουμε να τον κατανοήσουμε; Κι αν τον κατανοήσουμε, θα είμαστε σε θέση να τον διαχειριστούμε; Κι αν τον διαχειριστούμε, θα αγγίξουμε την ευτυχία; Κι αν την αγγίξουμε, θα είμαστε σίγουροι ότι είναι η ευτυχία που μας ταιριάζει;

Δεν είναι τυχαία η φράση «είναι δύσκολες οι ανθρώπινες σχέσεις». Στην πραγματικότητα, οι σχέσεις γίνονται εύκολες ή δύσκολες, γιατί εξαρτώνται από τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται τον εαυτό τους οι σχετιζόμενοι ως μονάδες. Περίπλοκο, ε; Μπορεί να φαίνεται έτσι, γιατί συνήθως θεωρούμε βαρετή την αναλυτική συζήτηση ή άβολη ή χρονοβόρα. Πάντως, είναι σαφές πως δεν κάνουμε συχνά συζητήσεις σοβαρού προβληματισμού επί των σχέσεων. Με μια τέτοια συζήτηση, φαινομενικά ρηχή και πρόχειρη, αλλά τελικά με βαθύ νόημα και περιεχόμενο, εισβάλλει ο θεατής στο καφενείο του κυρ Πλάτωνα στην ταινία Κοινός παρονομαστής, σε σενάριο του Σωτήρη Τσαφούλια που προβλήθηκε το 2014 και εξακολουθεί να διατίθεται διαδικτυακά στο YouTube. Έχοντας περάσει, πλέον, οκτώ χρόνια από την πρώτη προβολή της ταινίας, έχοντας δει αποσπάσματά της, αλλά και ολόκληρη την ταινία πολλές φορές από τότε, έχοντας διαβάσει τις κριτικές που δέχτηκε, εξακολουθώ να πιστεύω ότι ήταν ο καλύτερος τρόπος να συστηθεί ο Σωτήρης Τσαφούλιας και ο καταλληλότερος πρόλογος για το τι θα ακολουθούσε στη συνέχεια της κινηματογραφικής του πορείας.

Πηγή Εικόνας: lifo.gr

Σε ένα καφενείο κάπου έξω από την αποπνικτική Αθήνα, ο Τσαφούλιας επιχειρεί να προβληματίσει, να δημιουργήσει ερωτήματα και ίσως να δώσει ορισμένες απαντήσεις, στον βαθμό που μπορεί πράγματι κάποιος να δημιουργήσει απαντήσεις για τις ανθρώπινες σχέσεις που να έχουν πρακτική εφαρμογή σε σχέσεις έξω από την ατομικότητα του καθενός. Τρεις άντρες βρίσκονται στο καφενείο του Πλάτωνα, ο καθένας για τον δικό του λόγο, σε διαφορετικό σημείο της ζωής του, με διαφορετικό τρόπο σκέψης για τον κόσμο και τον εαυτό του μέσα σε αυτόν. Άλλος είναι ρομαντικός, άλλος κυνικός, άλλος ρεαλιστής ή, τέλος πάντων, σε ένα μεταιχμιακό σημείο μεταξύ ρομαντισμού και κυνισμού που του επιτρέπει να δίνει διπλωματικές απαντήσεις σε ερωτήματα που αφορούν την ζωή, τον έρωτα, τις γυναίκες, τους άντρες, την αγάπη, την οικογένεια και την ελευθερία που μπορεί να νιώθει ένας άνθρωπος μέσα σε όλα αυτά. Ο ιδιοκτήτης του καφενείου, ο κύριος Πλάτωνας, που κι εκείνος έχει τον δικό του λόγο να βρίσκεται στο ίδιο μέρος, αποτελεί τον συντονιστή της συζήτησης και κατά κάποιο τρόπο, ως σύγχρονος φιλόσοφος, προσπαθεί να αποκαλύψει τη δική του αλήθεια στους τρεις άντρες που βρίσκονται εκεί.

Μια ερωτική απογοήτευση, μια σχέση που πάει για γάμο, μια νέα σχέση που αναμένεται να ξεκινήσει και μια μόνιμη σχέση πατέρα-κόρης βρίσκουν τον κοινό τους παρονομαστή παίρνοντας από μια γυναίκα, που σε κάθε σχέση είχε έναν ξεχωριστό ρόλο, το μεγαλύτερο μάθημα ζωής: για να είσαι καλά με έναν άλλον άνθρωπο πρέπει να τον δέχεσαι όπως είναι, όχι όπως φαντάζεσαι ή θα ήθελες να είναι. Σε 77’ οι πρωταγωνιστές της ταινίας αναιρούν και αναιρούνται ως προσωπικότητες, αλλάζουν, βιώνουν συναισθήματα, ανταλλάσσουν απόψεις και βλέπουν ότι μία γυναίκα, η ίδια γυναίκα για όλους, έχει για τον καθένα έναν διαφορετικό ρόλο και κυρίως μια διαφορετική εικόνα, διότι ο καθένας τους είδε σε αυτήν, αυτό που ήθελε να δει και όχι αυτό που πραγματικά ήταν. Ενδεχομένως, επειδή ούτε η ίδια γνώριζε ποια ήταν ή ποια ήθελε να γίνει.

Δεν ξέρω αν η ταινία είναι καλή ή κακή, άλλωστε δεν είμαι κριτικός ταινιών για να μπορώ να εκφέρω άποψη, ξέρω, όμως, με σιγουριά, ότι πρόκειται για μια ταινία που γεννά ερωτήματα προκλητικά. Ο Τσαφούλιας στην πρώτη του ταινία έδωσε το στίγμα ακριβώς αυτού που θέλει να προσφέρει στην κοινωνία και στους ανθρώπους που παρακολουθούν το έργο του: τον προβληματισμό, τον εναλλακτικό τρόπο σκέψης, τη δυνατότητα να βλέπουμε την πραγματικότητα από πολλές διαφορετικές σκοπιές. Και το πέτυχε με τον πιο απλό τρόπο, βάζοντας ανθρώπους να διαφωνούν για το πιο παράξενο και ταυτόχρονα το πιο έντονο συναίσθημα του κόσμου, τον έρωτα. Και μπορεί για ορισμένους η ταινία να ήταν απλοϊκή, γυρισμένη απλώς σε ένα καφενείο, ήταν, όμως, ικανή να μοιράσει στους θεατές ρόλους, αφού σε κάθε παρέα κάποιος θα είναι ο κυνικός, κάποιος ο ρεαλιστής, κάποιος ο ρομαντικός, κάποιος ο υπαίτιος του προβλήματος που δε γνωρίζει τί άνθρωπος θέλει να είναι και κάποιος θα είναι εκείνος που θα δίνει την απάντηση, επισημαίνοντας ότι το νόημα της ζωής είναι η αγάπη.

Μιλώντας για αγάπη, ο εξαιρετικός Αντώνης Αντωνίου, στον ρόλο του Πλάτωνα, υποστηρίζει ότι η πραγματική αγάπη δε μπορεί να βασίζεται στις πράξεις του άλλου, αλλά πρέπει να είναι αυτόφωτη, να έχει τη δική της υπόσταση, να είναι ανιδιοτελής και να μην επηρεάζεται από τη συμπεριφορά και την αντίδραση του ανθρώπου που αγαπάμε, καταλήγοντας στο ότι «για να αγαπάει κανείς έτσι, ή σκύλος πρέπει να είναι ή γονιός». Είναι πράγματι δύσκολη η αγάπη, επειδή προϋποθέτει την απουσία εγωισμού και ποιος είναι τόσο δυνατός για να καταφέρει να παραμερίσει το εγώ που τόσο πολύ καλλιέργησε από παιδί για να αγαπήσει αληθινά ως ενήλικας;

Πηγή Εικόνας: maxmag.gr

Μπορεί ο κυρ Πλάτωνας να έχει δίκιο, μπορεί όχι σε όλα, πάντως ως πατέρας προς την κόρη του, που για πολλούς ήταν η αιτία του κακού, μια γυναίκα που πλήγωσε τους άντρες που την αγάπησαν, είπε συμπυκνωμένη όλη την αλήθεια της ύπαρξης: «Κι ό,τι δεν σου αρέσει μέσα σου να το αλλάζεις, κι αν δεν μπορείς να το αλλάξεις να φιλιώνεις μαζί του και να μαθαίνεις να ζεις με αυτό. Κι ό,τι ψάχνεις στη ζωή σου, για να το βρεις, πρέπει πρώτα να ξεκαθαρίσεις μέσα σου τι πραγματικά θέλεις κι αφού το ξεκαθαρίσεις, τότε το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να σταματήσεις να το ψάχνεις και θα έρθει εκείνο να σε βρει από μόνο του. Βλέπεις, η ζωή δεν μας δίνει πάντοτε αυτό που θέλουμε, αλλά μας δίνει αυτό που χρειαζόμαστε. […] Την ψυχή σου, μονάχη σου θα τη γεμίσεις. […] Ο ολοκληρωμένος άνθρωπος δε θέλει να μοιάσει σε κανέναν κι ούτε ψάχνει το άλλο του μισό, νιώθει ολόκληρος και μόνο τότε μπορεί να μοιραστεί. Κι όσο πιο πολλά λάθη κάνεις τόσο πιο κοντά βρίσκεσαι στο σωστό. Να κοιτάς, όμως, να ‘ναι καινούρια και τότε βρίσκεσαι στον σωστό δρόμο, τα ίδια λάθη να μην κάνεις».

Κλείνοντας, δεν έμαθα αν υπάρχει το μυστικό της ευτυχίας, όμως αυτό που κρατάω από τον κυρ Πλάτωνα είναι πως, αν υπάρχει, παραμένει μυστικό, γι’ αυτό και η κατάκτηση της ευτυχίας είναι τόσο δύσκολη υπόθεση. Αίνιγμα ζωτικό είναι η ευτυχία, ένας διαρκής αγώνας γνωριμίας με τον εαυτό μας, για να μπορέσουμε κάποτε να υπάρξουμε ως μονάδες μέσα σε ένα σύνολο άλλων, όχι όπως θέλουν εκείνοι να είμαστε, αλλά όπως είμαστε πραγματικά. Κι αν υπάρχει κάτι εύκολο σε αυτό, είναι να αποφασίσουμε να δουλέψουμε για να το καταφέρουμε. Μπορεί την ευτυχία να μην την κερδίσουμε, αλλά στη διαδρομή θα έχουμε μάθει να την οραματιζόμαστε και το όραμα είναι εκείνο που κάνει τον στόχο πιο προσιτό!


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Κοινός Παρονομαστής, athinorama.gr, διαθέσιμο εδώ.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σοφία Πεχλιβανίδου
Σοφία Πεχλιβανίδου
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Είναι απόφοιτη του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με εξειδίκευση στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση, απόφοιτη της Σχολής Ζαχαροπλαστικής La Chef στη Θεσσαλονίκη και φοιτήτρια του Εργαστηρίου Γλυπτικής του Τμήματος Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Γνωρίζει άριστα Αγγλικά και Γερμανικά. Ασχολείται με την καλλιτεχνική ζαχαροπλαστική και ερασιτεχνικά με το θέατρο ως ηθοποιός και ως σκηνογράφος. Αγαπάει τα ταξίδια, τη μουσική, τη λογοτεχνία, ενώ στον ελεύθερο χρόνο της επισκέπτεται μουσεία και χώρους τέχνης και ασχολείται με τη συγγραφή, γεγονός που την ώθησε στην αρθρογραφία.