20.4 C
Athens
Τετάρτη, 24 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΒιβλιοΔιαβάσαμε και προτείνουμε: «Καλά Οικονομικά για Δύσκολους Καιρούς», των Abhijit Banerjee και...

Διαβάσαμε και προτείνουμε: «Καλά Οικονομικά για Δύσκολους Καιρούς», των Abhijit Banerjee και Esther Duflo


Της Σοφίας Χρηστακίδου,

Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε να επικρατεί συχνά ο παραλογισμός σε όλους τους τομείς της κοινωνικής και οικονομικής μας ζωής. Πολλά ερωτήματα ταλανίζουν τα σύγχρονα κοινωνικά οικοδομήματα, όμως δε φαίνεται να υπάρχει μια ικανοποιητική απάντηση σχετικά με αυτά. Τέτοια ζητήματα είναι η μετανάστευση, το διεθνές εμπόριο, οι τεχνολογικές αλλαγές και άλλα. Πολλές φορές και οι ίδιοι οι ειδικοί πέφτουν θύματα των δικών τους ψευδαισθήσεων ή των παραλείψεων που χαρακτηρίζουν τα διάφορα μοντέλα που διαθέτουν.

Αυτό, όμως, θα πρέπει να αποθαρρύνει τον κόσμο από το να ακούει τους ειδήμονες; Το κράτος αποτελεί το πρόβλημα ή τη λύση; Και αν, τελικά, αποφασίσουμε ότι πρέπει να ακούμε τους ειδικούς, για ποιο λόγο οι τελευταίοι δεν έχουν βρει ακόμη λύση στα μεγάλα προβλήματα του κόσμου; Τις απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα επιχειρούν να δώσουν οι Abhijit Banerjee και Esther Duflo στο βιβλίο τους «Καλά Οικονομικά για Δύσκολους Καιρούς», που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Επίκεντρο.

Για να ορίσουμε τι ακριβώς είναι τα «καλά οικονομικά», θα πρέπει πρώτα να εξετάσουμε τι είναι τα «κακά οικονομικά». Οι δύο συγγραφείς του βιβλίου «Καλά Οικονομικά για Δύσκολους Καιρούς» αφιέρωσαν ένα σημαντικό κομμάτι του χρόνου τους στη διερεύνηση των παραπάνω ζητημάτων. Διεξήγαγαν έρευνες, λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη τόσο των απλών πολιτών όσο και των ειδικών. Τα «κακά οικονομικά», λοιπόν, αποτελούν κάποιες λανθασμένες εξηγήσεις των διαφόρων γεγονότων που λαμβάνουν χώρα τριγύρω μας, με αποτέλεσμα να εφαρμόζονται λανθασμένες πολιτικές με την ανοχή ή ακόμα χειρότερα με την πλήρη συγκατάθεση των ψηφοφόρων, καθώς οι «προτιμήσεις» των ανθρώπων πολλές φορές δεν ερμηνεύονται σωστά.

Ο ένας εκ των συγγραφέων, Abhijit Banarjee. Πηγή Εικόνας: mediatheque.lindau-nobel.org

Πριν παραθέσουμε τα βασικά επιχειρήματα των συγγραφέων, θα πρέπει να ρίξουμε μια σύντομη ματιά στο υπόβαθρό τους. Βραβευμένοι με Νόμπελ και οι δύο, κατατάσσονται στους σημαντικότερους στοχαστές της εποχής μας. Εκείνο, όμως, που αξίζει σχολιασμού είναι κάποια από τα βιώματά τους, όπως οι ίδιοι τα μεταφέρουν μέσα στο βιβλίο. Ο Abhijit Banerjee αποτελεί τον πρώτο από τους δύο συγγραφείς και η δεύτερη είναι η σύζυγός του, Esther Duflo. Όταν ο Abhijit ξεκινούσε την καριέρα του, το 1970, ο κόσμος ήταν διαφορετικός. Η Σοβιετική Ένωση αποτελούσε μία εύρωστη οντότητα και πραγματική απειλή για τις Η.Π.Α. Η Κίνα βρισκόταν και αυτή υπό κομμουνιστικό καθεστώς, ενώ ο δυτικός κόσμος είχε και αυτός τα δικά του προβλήματα να αντιμετωπίσει, με τα πασίγνωστα “Reaganomics” να οδηγούν σε μείωση των κρατικών δαπανών.

Το πρώτο θέμα με το οποίο καταπιάνεται το βιβλίο είναι η μετανάστευση. Έχοντας απασχολήσει τα τελευταία χρόνια την κοινή γνώμη, το ζήτημα αυτό έχει διαμορφώσει ένα ολόκληρο πολιτικό ρεύμα, το οποίο έχει εξαπλωθεί σε πολλά μέρη του κόσμου, καθώς ο λαϊκισμός δημιουργεί αρκετές προκαταλήψεις εναντίων των μεταναστών. Οι κυριότεροι φόβοι αναφορικά με την έλευση ξένων ανθρώπων σε μια χώρα είναι η πτώση των αμοιβών, λόγω της εισροής μεγάλου αριθμού ανειδίκευτων εργατών και η αλλοίωση της πολιτισμικής ταυτότητας των ντόπιων. 

Η μία εκ των συγγραφέων, Esther Duflo. Πηγή Εικόνας: sciencespo.fr

Είναι, όμως, έτσι; Πρώτα απ’ όλα, το κλασικό μοντέλο προσφοράς και ζήτησης της εργασίας παραλείπει κάποιες πολύ σημαντικές παραμέτρους, με άμεσο αποτέλεσμα να μας οδηγεί σε πλάνη, όπως εξηγούν και τα διαγράμματα του βιβλίου. Όσον αφορά τον δεύτερο φόβο, αυτόν της αλλοίωσης της πολιτισμικής ταυτότητας των χωρών από τους μετανάστες, πρόκειται και πάλι, φυσικά, για μια πλάνη, που αφορά τις πεποιθήσεις των πολιτών. Οι μελέτες των συγγραφέων αποδεικνύουν ότι μερικές από τις πιο επιτυχημένες επιχειρήσεις στον κόσμο έχουν ιδρυθεί από μετανάστες ή παιδιά μεταναστών, ότι οι τελευταίοι δε θέλουν όλοι να αφήσουν πίσω τις ζωές τους και να μετακομίσουν σε μια «ανεπτυγμένη χώρα» και άλλα πολλά στοιχεία που μπορεί να προκαλούν έκπληξη, όμως είναι απολύτως αληθινά. 

Το επόμενο κεφάλαιο πραγματεύεται το Διεθνές Εμπόριο και τις ενδεχόμενες επιρροές του στις ζωές των ανθρώπων. Οι οικονομολόγοι πιστεύουν (ορθώς) ότι το εμπόριο με άλλες χώρες μπορεί να βελτιώσει το επίπεδο διαβίωσης των ανθρώπων σε δραματικό βαθμό. Αυτό αποδεικνύεται με πλήθος μελετών και η αρχική ιδέα εισήχθη από τον μεγάλο οικονομολόγο David Ricardo. Σύμφωνα με αυτή, μέσα από το Σχετικό και το Απόλυτο Πλεονέκτημα, η κάθε χώρα εξειδικεύεται στην παραγωγή των αγαθών στα οποία είναι πιο αποδοτική και αγοράζει τα υπόλοιπα, προς όφελος όλων των εμπλεκομένων. Πράγματι, ποτέ άλλοτε οι μέσοι πολίτες δεν είχαν τα αγαθά που απολαμβάνουμε εμείς λόγω του διεθνούς εμπορίου. Το θέμα είναι, όμως, ότι μία μερίδα πολιτών πράγματι βλάπτεται από την πρακτική αυτή. Εδώ έγκειται ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα. Όπως αναγράφεται αυτολεξεί μέσα στο βιβλίο «οι εργαζόμενοι μπορούν να ευημερήσουν αν η κοινωνία φορολογεί τους κερδισμένους από το ελεύθερο εμπόριο και κατανέμει αυτά τα χρήματα στους χαμένους. Το πρόβλημα είναι ότι πρόκειται για ένα μεγάλο “αν”, που αφήνει τους εργαζόμενους στο έλεος της πολιτικής διαδικασίας». Οι συγγραφείς, βέβαια, σε καμία περίπτωση δεν τάσσονται κατά του Διεθνούς Εμπορίου. Απλώς αυτό που κάνουν είναι να αναλύουν τις διάφορες πολιτικές που έχουν υιοθετηθεί κατά καιρούς και να εξετάζουν κατά πόσο αυτές είναι αποτελεσματικές ή όχι, σύμφωνα με διάφορα οικονομικά μοντέλα.

Μέρος του βιβλίου αφιερώνεται και στις προτιμήσεις των ανθρώπων. Οι λανθασμένες προτιμήσεις – κρίσεις για τον κόσμο μάς οδηγούν σε πάρα πολλές πλάνες ακόμη και στον κόσμο της πολιτικής. Οι συγγραφείς τεκμηριώνουν αυτή την άποψη με την αναφορά παραδειγμάτων. Αυτές οι προκαταλήψεις για τις προτιμήσεις μάς οδηγούν ενίοτε στο να ακολουθούμε τους κανόνες που θέτουν οι οικείοι σε εμάς και μόνο. Εάν κάποιος παρεκκλίνει από την προβλεπόμενη συμπεριφορά, τότε τιμωρείται. Αυτό μας οδηγεί σταδιακά, μέσα από μία διαδικασία που περιγράφουν οι συγγραφείς με ιδιαίτερη γλαφυρότητα, στο να υποστηρίζουμε μόνο τους «δικούς μας» και να αποστρεφόμαστε τους «άλλους». Το παράδειγμα που τίθεται εδώ είναι η άνοδος του Ορμπάν στην Ουγγαρία. Κατά την άποψή των συγγραφέων, ένα σημαντικό πρόβλημα που οδηγεί σε έκρηξη της κατάστασης αυτής είναι η αδιαφορία των ανθρώπων για τα πολιτικά πράγματα. 

Πηγή Εικόνας: economictimes.india.times.com

Στη συνέχεια, το βιβλίο πραγματεύεται ένα άκρως σημαντικό θέμα της Οικονομικής Επιστήμης, την Ανάπτυξη, ειδικά των αναπτυσσόμενων χωρών. Οι πρώτοι που ασχολήθηκαν με τις έννοιες αυτές είναι ο Robert Godron και ο Robert Solow, οι οποίοι, όμως, διαπίστωσαν ότι το πρόβλημα είναι το πόσο λίγα ξέρουμε πραγματικά για την ανάπτυξη! Το πρόβλημα αυτό γίνεται ακόμη πιο έντονο μετά τη μεγάλη καθυστέρηση στην οικονομική άνθηση, που συνέβη παγκοσμίως μετά τη δεκαετία του 1970. Τελικά, το Α.Ε.Π. πρέπει να λαμβάνει υπόψη και την ευημερία, αφού χώρες με το ίδιο Α.Ε.Π. παρουσιάζουν τόσο μεγάλες διαφορές; Και τι ακριβώς γίνεται με την ανάπτυξη της τεχνολογίας; Πώς θα δοθούν εναύσματα και κίνητρα για την καινοτομία, ώστε η οικονομική ανάπτυξη να συμβαδίσει με μια αξιοπρεπή ποιότητα ζωής;

Οι συγγραφείς δεν παραλείπουν να ασχοληθούν και με την Κλιματική Αλλαγή. Όσον αφορά τα οικονομικά, εξετάζουν κατά πόσο μπορούν να αμβλυνθούν οι αδικίες που προέρχονται από το φαινόμενο αυτό. Γεγονός είναι ότι οι πλουσιότερες χώρες είναι εκείνες που έχουν μεγαλύτερες εκπομπές άνθρακα, αλλά οι συνέπειες βαραίνουν περισσότερο τις πιο φτωχές χώρες. Τα μέτρα πολιτικής που ελήφθησαν κατά καιρούς δεν απέδωσαν, είτε γιατί οι ίδιοι οι ασκούντες τις πολιτικές είχαν λανθασμένες αντιλήψεις είτε γιατί οι πολίτες δεν κατανοούσαν πώς να συμμετάσχουν σε αυτά. Στην περίπτωση, ας πούμε, των συσκευών με πιο οικολογική κατανάλωση ενέργειας, παρατηρήθηκε (και μέσα από μελέτες των ίδιων των συγγραφέων) ότι όταν παρασχέθηκε βοήθεια στους πολίτες για να ολοκληρώσουν την αίτησή τους και να αγοράσουν νέες συσκευές, το ποσοστό συμμετοχής σε τέτοιου είδους προγράμματα αυξήθηκε σημαντικά. Επίσης σημαντικός παράγοντας, εκτός από την πραγματοποίηση καινοτομιών και πληροφόρησης, είναι και το θέμα της συνήθειας. Οι άνθρωποι έχουν την εντύπωση ότι χρειάζονται πολλή περισσότερη ενέργεια από αυτή που πραγματικά έχουν ανάγκη. Οι συγγραφείς θεωρούν ότι και εδώ το κράτος καλείται να έχει κομβικό ρόλο. 

Στο έβδομο κεφάλαιο του βιβλίου συζητιέται ένα εξίσου «παρεξηγημένο» θέμα, το οποίο αφορά την αύξηση της ανεργίας λόγω της τεχνολογικής προόδου. Μια άποψη αναφέρει ότι, σε γενικές γραμμές, οι μηχανές θα αντικαταστήσουν τους ανθρώπους στους περισσότερους τομείς της οικονομίας και οι τελευταίοι θα μείνουν άνεργοι, με την αντίθετη άποψη να πιστεύει στην αύξηση της παραγωγικότητας και του εισοδήματος, που θα δημιουργήσει νέες θέσεις στον τομέα της τεχνολογίας. Και οι δύο απόψεις έχουν δίκιο σε σημεία. Κατά τη διάρκεια της Βιομηχανικής Επανάστασης, για παράδειγμα, πολλοί άνθρωποι έχασαν τη δουλειά τους, αλλά μετά από κάποιο χρονικό διάστημα δημιουργήθηκαν νέες θέσεις εργασίας (αν και αυτό χρειάστηκε 65 έτη και επηρέασε πολλές γενιές!). Σε αυτό το πλαίσιο, έχουν προταθεί διάφορα μοντέλα, ακόμη και φορολογίας για κάθε μηχανισμό ρομπότ (Bill Gates), τα οποία, όμως, αντιμετωπίζουν ζητήματα περί τη νομική τους οριοθέτηση.

Πηγή Εικόνας: kathimerini.gr

Αυτό, λοιπόν, μας οδηγεί στο προτελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, το οποίο παρουσιάζει την άποψη ότι «το Κράτος είναι το πρόβλημα και όχι η λύση». Οι συγγραφείς, φυσικά, διαφωνούν με αυτό και εξετάζουν το κατά πόσο μπορεί να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στο κράτος και πώς μπορεί αυτό να επιτευχθεί. Η εμπιστοσύνη στο κράτος έχει χαθεί αφενός λόγω της συνεχιζόμενης ανισότητας (κυρίως σε θέματα φορολογίας) και αφετέρου λόγω της απουσίας ταλέντου και ικανότητας από τον κρατικό μηχανισμό (δημόσιος τομέας). 

Τέλος, παρατίθεται το τεράστιο, για την εποχή μας, θέμα του Καθολικού Εισοδήματος. Οι συγγραφείς τονίζουν ότι παράλληλα με τις κρατικές παροχές, θα πρέπει να φροντίσουμε να προστατέψουμε την αξιοπρέπεια εκείνων που τις λαμβάνουν, καθώς γνωστό είναι ότι πολλοί άνθρωποι νιώθουν ντροπή και δεν αναζητούν τη βοήθεια που δικαιούνται. Επίσης, πολλές φορές τα κρατικά προγράμματα είναι ιδιαίτερα περιοριστικά. Δηλαδή, επιτρέπουν στους ανθρώπους να χρησιμοποιήσουν τα χρήματα που τους παρέχονται μόνο για κάποιες συγκεκριμένες δαπάνες και όχι για αυτά που πραγματικά χρειάζονται. Με αυτή τη λογική, αυτό που προτείνεται είναι ο τερματισμός των διαφόρων μικρών προγραμμάτων βοήθειας, τα οποία στερούν από τους ανθρώπους την αξιοπρέπειά τους και τους περιορίζουν ως προς τις ενέργειες που μπορούν να λάβουν, και η παροχή ενός καθολικού εισοδήματος. 

Συμπερασματικά, λοιπόν, αυτό που προτείνουν οι συγγραφείς για την αντιμετώπιση όλων αυτών των θεμάτων είναι η στροφή προς τα «καλά οικονομικά». Δηλαδή, τα κράτη είναι εκείνα που θα πρέπει να αναλάβουν δράση και να κάνουν «μεγάλο καλό ή μεγάλο κακό». Επίσης, μεγάλη είναι και η επίδραση των ιδεών, οι οποίες δε θα πρέπει σε καμία περίπτωση να θυσιάζονται στον βωμό της πρακτικότητας. Οι παροχές προς τους φτωχούς χωρίς προκαταλήψεις και η παροχή Πρόνοιας παράλληλα με την αξιοπρέπεια αποτελούν παραδείγματα «καλών οικονομικών». Οι πολίτες, λοιπόν, θα πρέπει να είναι συνεχώς σε εγρήγορση και να αναλαμβάνουν δράση χωρίς να αδιαφορούν για τα θέματα που επηρεάζουν τις ζωές τους.


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σοφία Χρηστακίδου
Σοφία Χρηστακίδου
Προέρχεται από το τμήμα Οικονομικών Επιστημών του ΔΠΘ. Ασχολείται ενεργά με την επιχειρηματικότητα και την τεχνολογία. Έχει συμμετάσχει σε πολλές πρωτοβουλίες που υποστηρίζουν νεοφυείς επιχειρήσεις στα πρώτα τους βήματα, ενώ έχει εργαστεί στον τομέα της Συμβουλευτικής. Από την 1η Οκτωβρίου 2020 είναι αρχισυντάκτρια του project «Ραντάρ Αναπτυσσόμενων Χωρών».