19.8 C
Athens
Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΜικρά ΚαθημερινάLouis Armstrong: 50 χρόνια από τον θάνατο του θρύλου της τζαζ 

Louis Armstrong: 50 χρόνια από τον θάνατο του θρύλου της τζαζ 


Της Δήμητρας Κούβελα, 

Ο Louis Armstrong ήταν ένας από τους πιο ταλαντούχους τζαζ τρομπετίστες όλων των εποχών. Επίσης ήταν επικεφαλής μουσικού συγκροτήματος και τραγουδιστής. Ήταν γνωστός και με τις ονομασίες “Satchmo”, “Pops” και “Ambassador Satch”. Κατά τη δεκαετία του 1920 έγινε ιδιαίτερα γνωστός και επηρέασε πολλούς μουσικούς, όχι μόνο στον χώρο της τζαζ αλλά και σε όλα τα δημοφιλή μουσικά είδη, όσον αφορά τη τεχνική του στη τρομπέτα και τις φωνητικές του ικανότητες. Είναι γνωστός κυρίως για τα τραγούδια του “Stardust”, “La Vie En Rose” και “What a Wonderful World”. 

Γεννήθηκε στην Νέα Ορλεάνη της Λουιζιάνα το 1901 σε μία πολύ φτωχική γειτονιά, ονομαζόμενη “The Battlefield”.  Ο πατέρας του ήταν εργάτης σε εργοστάσιο και εγκατέλειψε την οικογένεια του λίγο μετά τη γέννησή του, ενώ η μητέρα του κατά καιρούς δούλευε ως πόρνη και έτσι ο Louis μεγάλωσε με την γιαγιά του. Αναγκάστηκε να αφήσει το σχολείο στην 5η τάξη για να εργαστεί. Εργάστηκε ως συλλέκτης σκουπιδιών και διανομέας κάρβουνου, εργασία που του παρείχε μια εβραϊκή οικογένεια ονόματι Karnofsky. Συχνά η οικογένεια τον καλούσε σε γεύμα και τον παρακινούσε να τραγουδήσει. 

Την Πρωτοχρονιά του 1913 πυροβόλησε στον αέρα με το όπλο του πατριού του και συνελήφθη επί τόπου. Έπειτα από απόφαση του δικαστηρίου, στάλθηκε στο αναμορφωτήριο “Colored Waif’s Home” για αγόρια. Κατά την παραμονή του, έμαθε να παίζει κόρνο και από τότε αγάπησε τη μουσική. Το 1914 έφυγε από το ίδρυμα και άρχισε να ονειρεύεται τον εαυτό του ως μουσικό. Ενώ εργαζόταν ως πωλητής εφημερίδων και διανομέας κάρβουνου, είχε ήδη αρχίσει να γίνεται γνωστός ως μουσικός μπλουζ. Ο μεγάλος μουσικός κόρνου Joe “King” Oliver άρχισε να λειτουργεί ως μέντορας του Armstrong,  καθώς γνώριζε πολλές τεχνικές χρήσεις του οργάνου. 

O Armstrong σε νεαρή ηλικία. Πηγή Εικόνας: JAZZIZ Magazine

Η φήμη του ως μουσικός συνέχισε να μεγαλώνει. Το 1918 αναπλήρωσε τον Joe “King” Oliver, έχοντας ηγετική θέση στην μπάντα του, την πιο δημοφιλή μπάντα στην Νέα Ορλεάνη. Σύντομα κατάφερε πλήρως να βιοπορίζεται από την δουλεία του ως μουσικός κόρνου, χωρίς να χρειάζεται να εργάζεται σε εργοστάσια. Είχε αναλάβει τη μουσική σε πάρτι, χορούς, κηδείες και σε μικρά μπαρ, που συχνά λάμβαναν χώρα μουσικά δρώμενα. Το 1919 συμμετείχε στο μουσικό συγκρότημα του Fate Marable, που έπαιζε μουσική επάνω σε ποταμόπλοια. Τότε οι ικανότητές του στο κόρνο έφτασαν στο ζενίθ τους και άρχισε να συνεργάζεται με θρύλους της τζαζ, όπως ο Bix Beiderbecke και ο Jack Teagarden.  

To 1922 o Oliver του ζητάει να συμμετάσχει στην μπάντα του “Creole Jazz Band” στο Σικάγο, ως μουσικός δεύτερου κόρνου και αυτός δέχτηκε. Έκανε τις πρώτες ηχογραφήσεις του με τον Oliver στις 5 Απριλίου 1923, οπότε και έγινε η πρώτη του σόλο ηχογράφηση στο τραγούδι “Chimes Blues”. Ο Armstrong μπήκε στην ορχήστρα του Fletcher Henderson στη Νέα Υόρκη το φθινόπωρο του 1924 και σύντομα έκανε αισθητή την παρουσία του, κάνοντας γνωστό στη μπάντα το σκεπτικό της σουίνγκ μουσικής. Ωστόσο, η νότια καταγωγή του Louis δεν ταίριαζε πολύ με τη βόρεια, αστική κουλτούρα των άλλων μουσικών της μπάντας, οι οποίοι τον έκριναν για τον τρόπο ντυσίματός του και την προφορά του. Εν τέλει, ο Louis άφησε τη μπάντα του Henderson και επέστρεψε στο Σικάγο, όπου και έπαιζε στο Dreamland Café.  

Στη Νέα Υόρκη συνεργάστηκε με πολλούς τραγουδιστές της τζαζ (πχ. Sidney Bechet) αλλά και των μπλουζ όπως η Bessie Smith. Η εταιρεία OKeh Records παρείχε στον Armstrong τη δυνατότητα να ηχογραφήσει τα πρώτα του τραγούδια με μπάντα κάτω από το όνομά του, τους λεγόμενους “Hot Five”, και αργότερα “Hot Seven”. Την ίδια περίοδο έπαιζε μουσική για βουβές ταινίες. Το 1926 έκανε στροφή στην καριέρα του, αφήνοντας το κόρνο και επιλέγοντας την τρομπέτα. 

O Armstrong με την μπάντα του “Hot Five”. Πηγή Εικόνας: Gilles Petard/ Redferns

Ο Armstrong από το 1932 συμμετείχε σε ταινίες και έκανε το πρώτο του τουρ στην Αγγλία. Όμως, καθώς συμμετείχε σε πολλές ταινίες στην Ευρώπη, η καριέρα του κλονίστηκε σοβαρά, λόγω των υψηλών τόνων που έκανε χρήση για μεγάλο διάστημα, με αποτέλεσμα να αποδυναμωθούν τα χείλη του. Όταν γύρισε στο Σικάγο εντάχθηκε στην μπάντα “All Stars”. Στα μέσα της δεκαετίας του ’50 συνεργάστηκε με τη δισκογραφική “Columbia”, δημιουργώντας τα καλύτερα άλμπουμ του, αλλά και μερικές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του, όπως τη διασκευή του τραγουδιού “Mack the knife”.  

Στα μέσα του 1950 η δημοτικότητά του αυξήθηκε κατακόρυφα παγκοσμίως και έγινε γνωστός όχι ως “Satchmo”, αλλά ως “Ambassador Satch”. Έκανε περιοδείες στην Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική και είχε ως συνοδεία του τον δημοσιογράφο Edward R. Murrow, ο οποίος δημιούργησε για αυτόν ένα ντοκιμαντέρ με το όνομα “Satchmo the Great” το 1957. Η περίοδος αυτή της ζωής του διακόπηκε απότομα, καθώς το 1959 έπαθε καρδιακή προσβολή. Παρ’ όλα αυτά επέστρεψε στη μουσική τη δεκαετία του 1960. Το 1963 συμμετείχε στη μουσική επένδυση της θεατρικής παράστασης “Hello Dolly”. Η μουσική του σύνθεση έφτασε γρήγορα στο νούμερο 1 στους καταλόγους των δημοφιλέστερων τραγουδιών τον Μάιο του 1964, ξεπερνώντας τους Beatles. Στη θέση νούμερο 1 των charts ξαναβρέθηκε με το τραγούδι “What a Wonderful World”. 

Τα προβλήματα υγείας του τον ανάγκασαν να σταματήσει τις μουσικές εμφανίσεις του το 1969, αλλά επέστεψε το 1970. Ωστόσο, παθαίνει πάλι καρδιακή προσβολή και τελικά πεθαίνει στις 6 Ιουλίου 1971 στον ύπνο του, ευρισκόμενος στο σπίτι του στη Νέα Υόρκη. 


ΕNΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ 
  • Louis Armstrong, Biography, διαθέσιμο εδώ
  • Louis Armstrong (American musician), Britannica, διαθέσιμο εδώ
  • 9 things you may not know about Louis Armstrong, History, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δήμητρα Κούβελα
Δήμητρα Κούβελα
Γεννήθηκε τον Μάιο του 1999, ζει και κατοικεί στην Καλαμάτα. Είναι τεταρτοετής φοιτήτρια του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, του τμήματος Ιστορίας Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών με κατεύθυνση Αρχαιολογία. Γνωρίζει αγγλικά και ρωσικά.