22.5 C
Athens
Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο δικαίωμα στην αυτοκτονία

Το δικαίωμα στην αυτοκτονία


Της Παρή Στεφανή,

Αποτελεί κοινή παραδοχή πως το δικαίωμα στη ζωή συνιστά πρωταρχικό δικαίωμα, αλλά και θεμελιώδη αξία των ευνομούμενων κοινωνιών. Δε θα ήταν υπερβολή, μάλιστα, να καταλήξουμε στη διαπίστωση πως αποτελεί τη βάση όλων ανεξαιρέτως των υπόλοιπων δικαιωμάτων, καθώς αποτελεί απαραίτητη και μείζονος σημασίας προϋπόθεση για την άσκησή τους. Σε αυτό το σημείο όμως αναρωτιόμαστε το εξής: Έχει το άτομο δικαίωμα στην αυτοκτονία; Κι αν ναι, είναι αυτό συνταγματικά κατοχυρωμένο;

Δεν είναι λίγες οι φορές που το ζήτημα αυτό έχει απασχολήσει θεωρία και νομολογία αμφότερες. Το Σύνταγμα κατοχυρώνει στο άρθρο 5 παρ.2 την απόλυτη προστασία της ανθρώπινης ζωής. Άραγε, από το δικαίωμα στη ζωή μπορεί να συναχθεί ερμηνευτικά το δικαίωμα διακοπής της ζωής;

Το δικαίωμα στη ζωή τυποποιείται όχι μόνο στο Σύνταγμα, αλλά και σε άλλα κείμενα προστασίας θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (άρθρο 2), τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο 2 παρ.1), το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (άρθρο 6), και άλλα διεθνή κείμενα. Το δικαίωμα αυτό θεωρείται, τόσο σε νομικό, όσο και σε πολιτικό επίπεδο ως «απόλυτο», επομένως αξιώνει και απόλυτης προστασίας. Εάν, λοιπόν, γίνει δεκτός ο απόλυτος χαρακτήρας του, τότε το δικαίωμα μετουσιώνεται αυτομάτως σε υποχρέωση. Κατά λογική αλληλουχία, λοιπόν, ο άνθρωπος έχει νομική υποχρέωση να ζει. Επομένως, παρά το γεγονός ότι η αυτοκτονία δεν είναι ποινικά κολάσιμη, είναι αναγκαίο να θεωρείται καταδικασμένη στη συνείδηση του νομοθέτη.

Το δικαίωμα στη ζωή λοιπόν ως ατομικό-αμυντικό δικαίωμα έχει ως αποδέκτη το κράτος, το οποίο είναι επιφορτισμένο με την υποχρέωση να αποφεύγει οποιαδήποτε προσβολή του δικαιώματος αυτού, και να παρέχει όλες τις απαραίτητες εγγυήσεις για την προστασία του.

Το θεμελιώδες ερώτημα είναι εάν και κατά πόσο επιτρέπεται η μη άσκηση του δικαιώματος στη ζωή και η παραίτηση από αυτό.

Κατά μία άποψη, τα αμυντικά δικαιώματα περιλαμβάνουν την άσκηση, αλλά και τη μη άσκηση του συνταγματικά προστατευόμενου αγαθού. Επομένως, η ζωή προστατεύεται μόνον εφόσον το επιθυμεί ο φορέας του δικαιώματος αυτού. Και αυτή η διαπίστωση βασίζεται κυρίως στη θέση ότι ένα δικαίωμα σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να μετατραπεί σε υποχρέωση. Ο εκάστοτε θιγόμενος άνθρωπος παραμένει κύριος της ζωής του και δικαιούται να τη διαθέσει όπως εκείνος επιλέξει, με την προϋπόθεση δράσης με γνώμονα τη ατομική του βούληση, ανεπηρέαστος από τρίτους.

Σε ένα φιλελεύθερο νομικό σύστημα, το δικαίωμα διακοπής της ζωής αποτελεί κύτταρο στον ευρύτερο ιστό της επιτρεπόμενης αυτοδιάθεσης του ατόμου. Ακριβώς για τον ίδιο λόγο η αυτοκτονία δεν αποτελεί άδικη πράξη κατά τον Ποινικό Κώδικα και δεν τιμωρείται. Το δικαίωμα στην αυτοκτονία συνιστά επομένως την αρνητική όψη του δικαιώματος στη ζωή σύμφωνα με τους υποστηρικτές της άποψης αυτής, ανάμεσα στους οποίους βρίσκεται και η καθηγήτρια Φερενίκη Παναγοπούλου-Κουτνατζή.

Από την άλλη πλευρά, μπορεί ο άνθρωπος να διαθέσει τη ζωή του, ώστε να φτάσει σε απόλυτο σημείο αφανισμού της; Το ερώτημα αυτό έχει απασχολήσει πλήθος συνταγματολόγων, αλλά και ποινικολόγων. Οι υπέρμαχοι της δεύτερης άποψης διαθέτουν ως έρεισμα την παραδοχή ότι η παραίτηση από δικαίωμα δεν μπορεί να είναι έγκυρη. Με άλλα λόγια, δεν υφίσταται δικαίωμα του ανθρώπου να παραιτείται από το δικαίωμά του. Ο ποινικολόγος Μανωλεδάκης έχει απαντήσει σε εκείνους που τάσσονται υπέρ της πρώτης άποψης, πως η «φιλελευθερίστικη» σύλληψη του ανθρώπου ως όντος με απόλυτη και άτεγκτη ατομικότητα δεν αποτελεί παρά ιδεολογική παρεκτροπή που ουδεμία σχέση έχει με την πραγματικότητα, αφού η ανθρώπινη ζωή δεν είναι ένα απλό βιολογικό φαινόμενο. Είναι ένα κοινωνικό μέγεθος, και για αυτό ακριβώς δε θα έπρεπε να αποκόπτουμε τη ζωή από την κοινωνική της διάσταση. Στο σημείο αυτό όμως θα μπορούσαμε να αντιτάξουμε το εξής: Δε θα έπρεπε να ταυτίζεται η κοινωνία με την έννομη τάξη. Άλλωστε, η άρνηση αναγνώρισης της απόλυτης ατομικότητας του ανθρώπου, που περιλαμβάνει την ύπαρξη του δικαιώματος στην αυτοκτονία, θα ήταν άρρηκτα συνυφασμένη με τον υποβιβασμό του ατόμου, αφού θα συνέχιζε να ζει αποκλειστικά για χάρη της κοινωνίας.

Ταυτόχρονα με τις προαναφερθείσες απόψεις, έχει ανακύψει μία ακόμη που εντοπίζει την αλήθεια στο μέσο των δύο άλλων. Σύμφωνα με αυτή, το Σύνταγμα δεν αναφέρεται ρητώς στο δικαίωμα του θανάτου, αλλά ταυτόχρονα δε θέτει στο άτομο την υποχρέωση προστασίας της ζωής ανεξαρτήτως της βούλησης του προσώπου, δηλαδή με κάθε θυσία και τίμημα.

Θα ήταν ορθό το δίκαιο να εκνομικεύει όλες τις βιοτικές ανάγκες; Δε θα μπορούσε, και ούτε θα έπρεπε. Όσες μάλιστα ενέργειες παρεκκλίνουν από την κανονικότητα και ακροβατούν στα όρια της ύπαρξης, όπως συμβαίνει εν προκειμένω με την αυτοκτονία, θα έπρεπε να αφήνονται αρρύθμιστες. Κατά τον Μανωλεδάκη, το δικαίωμα στο θάνατο παραμένει αντικείμενο συζήτησης σε επίπεδο αποκλειστικά ηθικό ή πολιτικό. Παραμένει, και οφείλει να παραμείνει ανέγγιχτο από το θετικό δίκαιο και τις ρυθμίσεις του. Με αυτήν ακριβώς την άποψη συντάσσομαι παρόλο που δεν είναι λίγοι ταυτόχρονα όσοι υποστηρίζουν σθεναρά πως η αυτοκτονία εντάσσεται στις εκφάνσεις του δικαιώματος αυτοπροσδιορισμού του ατόμου. Ο εξαναγκασμός της νομικής επιστήμης, προκειμένου να ρυθμίσει κάθε λεπτομερειακή απόχρωση του ανθρώπινου βίου, δε θα ήταν επιτυχής, ίσως μάλιστα να κατέληγε και επικίνδυνος…


Πηγές
  • Θεμελιώδη Δικαιώματα, Σπύρος Βλαχόπουλος, Νομική Βιβλιοθήκη, 2017
  • syntagmawatch.gr

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Παρή Στεφανή
Παρή Στεφανή
Έχει γεννηθεί το 2000 και ζει στον Πειραιά. Από το 2018 είναι φοιτήτρια στη Νομική Σχολή Αθηνών. Μιλάει Αγγλικά, Γαλλικά και Τουρκικά. Έχει παρακολουθήσει μεγάλο αριθμό συνεδρίων και εκδηλώσεων σε σχέση με το αντικείμενο των σπουδών της. Επιπλέον φέρει συμμετοχές σε ρητορικούς αγώνες ως διαγωνιζόμενη, αλλά και ως κριτής. Αγαπάει τη λογοτεχνία, τη μουσική και τον χορό. Η αγαπημένη της φράση είναι «Φτάσε όπου δεν μπορείς!» του Νίκου Καζαντζάκη.