18.8 C
Athens
Σάββατο, 20 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΈννομο συμφέρον κατά την άσκηση πρόσθετης παρέμβασης κατά τον ΚΠολΔ

Έννομο συμφέρον κατά την άσκηση πρόσθετης παρέμβασης κατά τον ΚΠολΔ


Της Αλεξάνδρας Οικονόμου, 

Ζήτημα το οποίο προέκυψε ενώπιον της ελληνική δικαιοσύνης είναι αυτό του εννόμου συμφέροντος κατά την άσκηση πρόσθετης παρέμβασης κατά 80ΚΠολΔ σε δίκη, που εκκρεμεί μεταξύ δύο άλλων προσώπων. Το τρίτο πρόσωπο, που επιθυμεί να συμμετάσχει στη δική, θα πρέπει να δικαιολογεί έννομο συμφέρον υπό την ερμηνεία που ακολούθησε ο ΑΠ. Σημειώνει, ειδικότερα, ότι δεν αρκεί ένα γενικό έννομο συμφέρον ή η επίλυση ενός νομικού ζητήματος, έστω κι αν το τελευταίο εκκρεμεί ή πρόκειται να προκύψει σε δίκη ανάμεσα στο τρίτο, που παρεμβαίνει, κι έναν από τους διαδίκους. Η διεύρυνση των υποκειμενικών ορίων με άσκηση παρέμβασης απαιτεί άμεσο, προσωπικό κι ενεστώς έννομο συμφέρον, δηλαδή θα πρέπει είτε από το δεδικασμένο είτε από την εκτελεστότητα να επηρεάζεται η θέση του τρίτου παρεμβαίνοντα.

Στην απόφαση ΟλΑΠ 12/2013, ασκήθηκε πρόσθετη παρέμβαση από συνδικαλιστική οργάνωση ορισμένου βαθμού υπέρ άλλης. Κατά τον ΑΠ, δεν δικαιολογείται έννομο συμφέρον προσωπικό, καθώς δεν επηρεάζεται η νομική θέση της συνδικαλιστικής οργάνωσης από άποψη νομικού κι πραγματικού ζητήματος. Διαφορετική είναι η περίπτωση που μια οργάνωση παρεμβαίνει προς προστασία των δικαιωμάτων των μελών αυτής της οργάνωσης. Τότε, πράγματι, κατά τη νομολογία του ΑΠ, υπάρχει άμεσο κι προσωπικό έννομο συμφέρον, δηλαδή δύναται είτε να δημιουργηθεί υποχρέωση σε βάρος των μελών της είτε να απωλέσουν νόμιμα δικαιώματα.

Πηγή εικόνας: pexels.com/ Δικαιώματα χρήσης: ekaterina bolovtsova

Χαρακτηριστικό απόσπασμα της απόφασης είναι το εξής: «Άμεσο έννομο συμφέρον για την άσκηση παρέμβασης υφίσταται, όταν με αυτή μπορεί να προστατευθεί δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να αποτραπεί η εις βάρος αυτού δημιουργία νομικής υποχρεώσεως. Πρέπει, όμως, αυτά είτε να απειλούνται από το δεδικασμένο ή την εκτελεστότητα της αποφάσεως, που θα εκδοθεί, είτε να τίθενται σε διακινδύνευση από άλλες αντανακλαστικές συνέπειες αυτής. Ως εκ τούτου, για την άσκηση πρόσθετης παρέμβασης δεν αρκεί το ότι σε δίκη εκκρεμή, μεταξύ άλλων, πρόκειται να λυθεί νομικό ζήτημα, που θα ωφελήσει ή θα βλάψει τον προσθέτως παρεμβαίνοντα, επειδή υφίσταται ή ενδέχεται να ανακύψει σε δίκη μεταξύ αυτού και κάποιου από τους διαδίκους ή τρίτου, αλλά απαιτείται η έκβαση της δίκης, στην οποία παρεμβαίνει, να θίγει ευθέως, από την άποψη του πραγματικού και νομικού ζητήματος, τα έννομα συμφέροντά του (Ολ. ΑΠ 12/2013, 9/2012, 14/2008)».

Με βάση τα ανωτέρω, ο ΑΠ συνεχίζει και κρίνει τις πρόσθετες παρεμβάσεις, που ασκήθηκαν ενώπιόν του από δύο σωματεία. Αυτά, επικαλούνται ότι τα μέλη τους έχουν ασκήσει αγωγές, με τις οποίες ζητούν την παροχή των 176 ευρώ, με βάση την αρχή της ισότητας, που εκκρεμούν ενώπιον των πολιτικών και διοικητικών δικαστηρίων. Επιπρόσθετα, τόνισαν ότι, τυχόν απόρριψη της αίτησης αναίρεσης, θα επηρεάσει την πορεία των αγωγών των μελών τους, αφού το ζήτημα αυτό μπορεί να κριθεί από το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο. Ωστόσο, ο ΑΠ απέρριψε τον ισχυρισμό ως απαράδεκτο λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος. Συγκεκριμένα, στάθηκε στο ζήτημα της αμεσότητας του εννόμου συμφέροντος, λέγοντας ότι δεν θίγεται άμεσα η νομική κατάσταση των διαδίκων με την επίλυση κι μόνο ενός νομικού ζητήματος.

Για την πληρότητα του σχολιασμού γίνεται αναφορά του νομικού θέματος, που ανέκυψε κι προς επίλυση του οποίου ασκήθηκε πρόσθετη παρέμβαση ενώπιον της ΟλΑΠ.

Επειδή η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του Συντάγματος, η οποία ορίζει ότι «οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου», καθιερώνει όχι μόνο την ισότητα των πολιτών έναντι του νόμου, αλλά και την ισότητα του νόμου έναντι των πολιτών και δεσμεύει τον νομοθέτη, όταν πρόκειται να ρυθμίσει ουσιωδώς όμοιες καταστάσεις, να μην μεταχειρίζεται κατά τρόπο ανόμοιο τις περιπτώσεις αυτές, εισάγοντας εξαιρέσεις και κάνοντας διακρίσεις. Η μόνη εξαίρεση, εάν το επιβάλλουν λόγοι γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος, η συνδρομή των οποίων υπόκειται στον έλεγχο των δικαστηρίων.

Συνεπώς, γίνεται αντιληπτή η επιθυμία συρρίκνωσης των περιπτώσεων που δικαιολογείται, όχι γενικά, αλλά στη συγκεκριμένη κάθε φορά δική, η συμμετοχή τρίτου προσώπου, που στερείται της ιδιότητας του διαδίκου. Αυτή η ερμηνεία συνάδει με το γράμμα και τη λογική του νομοθέτη, διότι, πρώτον, θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι ο τρίτος έχει σοβαρή πρόθεση και συμφέροντα άξια λόγου προς προστασία και δεύτερον, αποτρέπεται η actio polularis, μια λαϊκή αγωγή, που θα μείωνε την ορθοκρισία της υπόθεσης.


ΠΗΓΕΣ
  • Ολ. ΑΠ 12/2013, 9/2012, 14/2008
  • Νίκας, εγχειρίδιο πολιτικής δικονομίας, Γενικό μέρος

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αλεξάνδρα Οικονόμου
Αλεξάνδρα Οικονόμου
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πόλη της Πρέβεζας, όπου ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Πλέον σπουδάζει στη Νομική του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης. Γνωρίζει αγγλικά και γερμανικά.