18.7 C
Athens
Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηΠολιτικά πάγια

Πολιτικά πάγια


Του Δημήτρη Τόλια,

Έχουν σήμερα νόημα τα σύμβολα στην πολιτική; Μνήμες, τόποι, γεγονότα και πρόσωπα προσφέρουν σε κάθε παραταξιακής προέλευσης άτομα μια συλλογική ταύτιση. Ανασύρουν προσκολλήσεις, πεπρωμένα και ιστορικά χρέη. Βέβαια, αυτό αποδεικνύει πως μια αντίληψη της πολιτικής διαμάχης μέσω των συμβόλων πηγάζει από την ίδια τη θέαση της ιστορίας ως αναπαραγωγής του παρελθόντος. Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, το παρόν δεν νοείται δίχως το παρελθόν, αγκυλώνεται σε αναπαραστάσεις -που τις περισσότερες φορές- δεν αποτελούν στην πραγματικότητα ιστορικά τεκμήρια. Δίαυλοι συλλογικής μνήμης και αφήγησης ενδοκομματικής ιστορίας χτίζουν δεσμά παρελθόντος – μέλλοντος, διαιωνίζοντας «κοινές αισθήσεις» από την μια εποχή στην άλλη. Χτίζουν «πάγια» που χρεώνουν ιδεολογικούς πυρήνες ανεξαρτήτως συνθηκών με ιστορικές ευθύνες και συνάμα, με άρνηση κάθε κατηγορίας για αναχρονισμό. 

Είναι αυτές οι συζητήσεις σε αριστερά ή δεξιά στέκια, καθημερινές, πρόχειρες, με πιοτό και με τσιγάρο που εμποτίζουν τον λόγο με ιδιαίτερο συμβολισμό μέσα από μανιχαϊστικά δίπολα. Εκεί που γεγονότα και πρόσωπα τοποθετούνται από τον εσωτερικό νου σε θέσεις κακών και καλών εκατέρωθεν ανάλογα με το πως έχει θεμελιωθεί η ταυτότητα του «εμείς» απέναντι σε «αυτούς». Είναι ειρωνικό, διότι ,η συζήτηση πολιτικής εκκινεί πολλές φορές από το «Πως θα κάνω καλύτερο τον κόσμο», αλλά τείνει να καταλήγει σε παραπολιτική -προσωποπαγή και μη- αφήγηση, αποθέωση και δαιμονοποίηση. Φτάνει στο μονοπάτι έξωθεν της ιστορίας, στο πολιτικό πάθος. Πάθος με την έννοια ως αφοσίωση, αλλά και ως εμμονή. Στο μονοπάτι που κυριαρχεί το συναίσθημα. 

Αποτελούν, ωστόσο, τα σύμβολα αυτά προϊόντα κτήσης; Υφίστανται όροι και αξιώσεις κτήσης ενός συμβόλου από διαφορετικές συλλογικές πολιτικές ταυτότητες; Αφορμή για αυτή μου την σκέψη ήταν ορισμένες συμπεριφορές μικροπολιτικών στελεχών και οπαδών την 23η Ιουνίου, ημέρα που πριν 24 χρόνια έφυγε από τη ζωή ο Ανδρέας Παπανδρέου. Η ρευστοποίηση του κεντροαριστερού χώρου και η ύπαρξη δύο ανταγωνιστικών κομμάτων που διεκδικούν μέρος από το συγκεκριμένο ακροατήριο, μετέτρεψε τα social media και τηλεοπτικά πάνελ, σε έναν αγώνα συμβολικής αφοσίωσης και κληρονομιάς. 

Πηγή εικόνας: Press Publica

Τόσο στελέχη, οπαδοί όσο και πολιτικοί του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ επιδόθηκαν σε έναν «αγώνα κτήσης» ενός προσώπου ως σύμβολο. Η εν λόγω διαμάχη έτεινε τις περισσότερες φορές να υπερβαίνει την πραγματική φύση του προσώπου και να λαμβάνουν χώρα συσχετίσεις υποθετικού τύπου και ενορατικές αναλύσεις. Το μεν «αυθεντικό ΠΑΣΟΚ» το δε «δικαιούμαι ιδεολογικά να είμαι το ΠΑΣΟΚ» ανέσυραν Παπανδρεϊκές δοξασίες σε αντιφατικά συμπλέγματα, αν λάβει κανείς υπ’ όψη, τους λόγους των ίδιων των κομμάτων. Ένας ειρωνικός αγώνας για κτήση του συμβόλου αυτού με το ένα κόμμα να έχει αποδεχθεί τον όρο «Μακεδονία» που ο Α. Παπανδρέου δεν αποδεχόταν ποτέ και το άλλο να έχει συγκυβερνήσει με την Νέα Δημοκρατία, την παράταξη που αντιμαχόμενος με αυτή έχτισε ο Α. Παπανδρέου την πολιτική του φιγούρα. 

Ειδικά δικαστήρια, «βρώμικο» 89’, «πασοκικός σοσιαλισμός», μνημόνια, όλα ενωμένα σε αντιπαραθετικούς λόγους που καταργούσαν την ίδια την πολιτική και προσπαθούσαν να εξηγήσουν φαινόμενα μέσω των παθών. Ένας αγώνας κτήσης, ωστόσο που δεν έχει και πολλά χρόνια που ξεκίνησε. Θα τοποθετούσα την επίσημη έναρξη του τον Σεπτέμβρη του 2017 με ένα άρθρο του τότε Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με τίτλο «Ήταν ο Ανδρέας ψεύτης;». Από τότε που ο ΣΥΡΙΖΑ θέλησε να επεκτείνει την εκλογική του επιρροή στον μεταπολιτευτικό πασοκικό χώρο ξεκίνησε ένας άτυπος αγώνας διεκδίκησης των συμβόλων του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 80’. Η ειρωνεία της υπόθεσης είναι πως η πλειοψηφία των εκατέρωθεν οπαδίσκων που επιδίδονται σε τέτοιους κενούς νοήματος αγώνες είναι κάτω των 40 και ελάχιστα γνωρίζουν, και -το σημαντικότερο- έχουν κατανοήσει τον εθνικολαϊκιστικό λόγο του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 70’ και του 80’. 

Τα «πάγια» αυτά που χρεώνουν τα μέλη με ευθύνες και κληρονομίες υπερβαίνουν αναχρονιστικά την πραγματικότητα. Εξηγούν με όρους Α. Παπανδρέου το τώρα, ένα παγκοσμιοποιημένο 2020 με άλλες τάσεις, άλλες προτεραιότητες, ίσως και άλλες αξίες από το εντελώς διαφορετικό 1981. Τα πάγια αυτά στοχεύουν στο να προάγουν μια ηθική της ιδεολογίας. Με μια επιλεκτική διαλογή Παπανδρεϊκών μνημών που εδράζονται στην πρόχειρη δογματισμένη συζήτηση, χτίζεται ένα ιδεατό το οποίο κρίνεται και ικανό να εκφράσει, να «ξυπνήσει» συλλογικές ταυτίσεις. Άρα, με όρους του σήμερα επιχειρείται να αποδειχθεί ποιος παρέκκλινε περισσότερο από το ιδεατό. Ποιος ξέφυγε από τον άτυπο ιδεατό ηθικό κώδικα (μια αντίληψη που προσωποποιεί τα κόμματα λες και οι οπαδοί και οι πολιτικοί μένουν πάντα ίδιοι). Αυτό που ψάχνουν στην ουσία είναι το ποιος δεν πλήρωσε το «πάγιο» αυτό. 

Στην ουσία, όμως, αυτές οι ηθικές κραυγές αντανακλούν μια απελπισία. Είναι η ανικανότητα των δυο κομμάτων να καταφέρουν να αποκτήσουν νέες αφοσιώσεις, να χτίσουν νέες ταυτότητες, ικανές να τους δώσουν επιρροή στο πολιτικό σύστημα. Βαθύτερα απορρίπτουν το παρόν γιατί αυτό δεν είναι υποφερτό, αλλά προσπαθούν να ανασύρουν παρελθοντικές ταυτίσεις, με την εκπροσώπηση των οποίων θα αποκτήσουν τα προσδοκώμενα οφέλη. Το γεγονός πως τα δύο κόμματα σήμερα δεν μπορούν πλέον να επηρεάσουν και να θέσουν ζητήματα στην ατζέντα, λόγω αδυναμιών του κομματικού μηχανισμού και έλλειψης οικονομικών και ανθρωπίνων πόρων, καθιστά το τώρα ένα σκοτεινό δωμάτιο. Το σύμβολο εδώ, επομένως, παίζει τον ρόλο του κεριού. Να δώσει λίγο φως τριγύρω, ώστε να βρεθούν δυνητικοί οπαδοί. 

Πηγή εικόνας: Νέα Σελίδα

Εφόσον, δεν υπάρχουν εύκολοι τρόποι να χτιστούν γέφυρες των κομμάτων αυτών με τους πολίτες, ο Ανδρέας και ο κάθε Ανδρέας θα αποτελεί μια μικρή γέφυρα. Ο Ανδρέας, όμως, δεν ανήκει στο 2020. Ανήκει στην εποχή του. Το να ανασύρουμε μνήμες και πρόσωπα, ώστε να εξηγηθεί το σήμερα, είναι εντελώς αναχρονιστικό. Είναι εκτός της ιστορίας. Είναι λόγος που μετατρέπεται σε μύθο. Σε έναν αναχρονιστικό μύθο, που όσο τα κόμματα της κεντροαριστεράς εγκλωβίζονται στην δίνη του, τόσο θα χάνουν επαφή με τα αιτήματα της κοινωνίας του 2020. Μια κοινωνία της τεχνολογίας, της ψηφιακής εποχής, της παγκοσμιοποίησης, της διεθνούς συνεργασίας, αλλά και των ανισοτήτων και της οικολογικής κρίσης, δεν μπορεί να εξηγείται με όρους 1981. Δεν είναι δυνατόν τα κόμματα αυτά να επιχειρούν με τα σύμβολα να εκφράσουν ένα ακροατήριο, το οποίο σήμερα δεν υπάρχει. Τουλάχιστον, όχι εκεί που στοχεύουν. 


Δημήτρης Τόλιας

Γεννήθηκε το 1998 και μεγάλωσε στον Ωρωπό Αττικής. Είναι προπτυχιακός φοιτητής του τμήματος Πολιτικών Επιστημών στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ενώ έχει φοιτήσει και για ένα έτος στο ίδιο τμήμα του Πανεπιστημίου Κρήτης. Είναι λάτρης της πολιτικής ιστορικής ανάλυσης και έρευνας. Ασχολείται με την ανίχνευση της διαδικασίας διάδοσης και τις επιδράσεις των πολιτικών ιδεών στην κοινωνία τόσο στο παρελθόν όσο και φυσικά στο σήμερα.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δημήτρης Τόλιας
Δημήτρης Τόλιας
Γεννήθηκε το 1998 και μεγάλωσε στον Ωρωπό Αττικής. Είναι αριστούχος του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ασχολείται με την πολιτική ανάλυση και την πολιτική επικοινωνία έχοντας εργασιακή και ερευνητική εμπειρία στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα. Ερευνητικά του ενδιαφέροντα αποτελούν τα πολιτικά κόμματα, τα πολιτικά και εκλογικά συστήματα και η πολιτική κοινωνιολογία.