19.4 C
Athens
Πέμπτη, 18 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ Ναυμαχία του Ναυαρίνου

Η Ναυμαχία του Ναυαρίνου


Της Ανδριάνας Γιάτσιου,

Τον Οκτώβριο του 1827, η Ελληνική Επανάσταση βρισκόταν ήδη στον 6ο της χρόνο και τα σημεία κόπωσης των επαναστατών γίνονταν πλέον αισθητά. Μετά από πολυάριθμες αναμετρήσεις με τους Τούρκους, δύο εμφύλιες συγκρούσεις και την απώλεια πολλών μαχητών, οι τελευταίες δυνάμεις δίνονταν για την αντιμετώπιση του Μεχμέτ Αλή, της Αιγύπτου.

Το πειθαρχημένο αιγυπτιακό σώμα κατέγραφε μόνο νίκες και περνούσε τον Μωριά, σχεδόν ανεμπόδιστο. Διαπίστωσαν, τότε, οι Έλληνες ότι στις μάχες με παράταξη, τα τακτικά στρατεύματα δεν αντιμετωπίζονται με κλεφτοπόλεμο, όπως είχαν συνηθίσει αντιμετωπίζοντας τουρκικά και αλβανικά ασκέρια.

Διεθνές Περιβάλλον

Οι δημοκρατικές κυβερνήσεις Ηνωμένου Βασιλείου και Γαλλίας, παρασυρμένες και από τον φιλελληνισμό των ψηφοφόρων τους, έστελναν δυνάμεις στην Ελλάδα· εκτός από τη Ρωσία που παρέμενε εχθρική. Μόνο όταν φάνηκε ότι η Ελλάς θα γίνει ανεξάρτητο κράτος (με την υποστήριξη του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γαλλίας), αποφάσισε και η Ρωσία να στείλει στόλο στη ναυμαχία του Ναυαρίνου, μόνο και μόνο για να μη μείνει απ’ έξω. Σημειώνεται ότι τα ρωσικά πολεμικά πλοία ήταν πολύ λιγότερα αριθμητικά από τα βρετανικά και γαλλικά και μπήκαν τελευταία στον κόλπο.

Οι δυνάμεις συμφώνησαν με τη Συνθήκη του Λονδίνου (1827), περί τα τέλη Ιουνίου, να αναγκάσουν την οθωμανική κυβέρνηση να παραχωρήσει αυτονομία στους Έλληνες και απέστειλαν ναυτικές μοίρες στην ανατολική Μεσόγειο, για να επιβάλουν την πολιτική τους αλλά και να καταστείλουν την πειρατεία που έβλαπτε το βρετανικό εμπόριο στην Αν. Μεσόγειο. Η ελληνική πλευρά με πράξη της στις 21 Ιουνίου (παλαιό ημερολόγιο) δέχθηκε αμέσως τη συμφωνία αλλά ο Ιμπραήμ, που στο μεταξύ ήλεγχε σχεδόν όλη την Πελοπόννησο, ζήτησε προθεσμία έως ότου λάβει εντολές από την Αίγυπτο και την Κωνσταντινούπολη. Ο ίδιος υποσχέθηκε ότι ο στόλος του δε θα εξέλθει από την Πύλο πριν έλθουν οι διαταγές που περιμένει. Διοικητής του συμμαχικού στόλου ανέλαβε ο αντιναύαρχος Εδουάρδος Κόδρινγκτον.

Την 6η Σεπτεμβρίου, συνέβη ναυτικό επεισόδιο μεταξύ βρετανικών και τουρκοαιγυπτιακών πλοίων στα παράλια της Παρνασσίδας. Το ατμόπλοιο «Καρτερία», με κυβερνήτη τον Φρανκ Χέιστινγκς κατέστρεψε 6 μικρά τουρκικά σκάφη και ένα αλγερινό. Μετά από αυτό, την 19η Σεπτεμβρίου, σημαντική μοίρα του τουρκοαιγυπτιακού στόλου παραβίασε την υπόσχεση και απέπλευσε από την Πύλο για να τιμωρήσει τα βρετανικά πλοία. Ο ναύαρχος Κόδρινγκτον, ορμώμενος από τη Ζάκυνθο με δύο μόνο πλοία, ανάγκασε την τουρκοαιγυπτιακή μοίρα να επιστρέψει στο λιμάνι. Ωστόσο, ο Ιμπραήμ έστειλε στρατό στην ξηρά, όπου προέβη σε εμπρησμούς και καταστροφές των καλλιεργειών ως αντίποινα. Ο καπετάνιος Χάμιλτον που αποβιβάστηκε στην ξηρά μαζί με Ρώσο αξιωματικό, σε αναφορά του προς τον Κόδρινγκτον, ανέφερε ότι πυκνοί καπνοί αναδύονταν και γυναίκες και παιδιά πέθαιναν από την πείνα, μη έχοντας για τροφή τίποτα περισσότερο από χόρτα. Κάποιοι είχαν βρει καταφύγιο στα βουνά, όπου ο Χάμιλτον υποσχέθηκε να στείλει λίγο ψωμί. Κατέληγε με την εκτίμηση ότι «αν ο Ιμπραήμ παραμείνει στην Ελλάδα, περισσότερο από το ένα τρίτο των κατοίκων θα λιμοκτονήσει». Μετά από αυτήν την αναφορά, οι τρεις ναύαρχοι έστειλαν επιστολή διαμαρτυρίας προς τον Ιμπραήμ, αλλά έλαβαν την απάντηση ότι αυτός ήταν άφαντος. Οι τρεις επικεφαλής, αντιναύαρχος Κόδρινγκτον, υποναύαρχος Δεριγνί και υποναύαρχος Χέιδεν, την 18η Οκτωβρίου (νέο ημ/γιο) έκριναν ότι δεν πρέπει να παραμείνουν θεατές των βιαιοπραγιών των Οθωμανών. Λαμβάνοντας υπόψιν την ερμηνεία της Συνθήκης του Λονδίνου, σύμφωνα με τον Κάνινγκ, «αν δεν εισακουσθεί ο λόγος σας, μεταχειριστείτε τα πυροβόλα», οι ναύαρχοι απαίτησαν από τον Ιμπραήμ να αποπλεύσει προς Αίγυπτο ή Κωνσταντινούπολη, αλλιώς θα προχωρούσαν σε επίθεση. Ο συμμαχικός στόλος εισήλθε στην Πύλο την 8/20 Οκτωβρίου και άρχισε να παίρνει θέσεις μάχης. Ο Κόδρινγκτον, πάνω στο πλοίο του «Ασία», έλαβε μήνυμα ότι «ο Ιμπραήμ δεν είχε δώσει την άδεια για να εισέλθει ο συμμαχικός στόλος στο λιμάνι», στο οποίο απάντησε ότι «δεν ήλθε για να λάβει διαταγές αλλά για να δώσει» κι ότι «αν ριχτεί πυροβολισμός κατά του συμμαχικού στόλου θα καταστρέψει τον τουρκικό, και ότι δε θα λυπηθεί αν του δοθεί αυτή η ευκαιρία.»

 Η Ναυμαχία

Μια βρετανική λέμβος, με σημαία κήρυκος, προσέγγισε ένα αιγυπτιακό πυρπολικό με σκοπό να του ζητήσει να απομακρυνθεί. Οι Αιγύπτιοι πυροβόλησαν πρώτοι και σκότωσαν αξιωματικό που επέβαινε στη λέμβο. Ακολούθησε ανταλλαγή πυροβολισμών και σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν περισσότεροι ναυτικοί μέσα στη λέμβο. Παρόμοιο επεισόδιο έγινε και σε άλλο σημείο. Από τον οθωμανικό στόλο ρίχτηκαν πυροβολισμοί και προς το πλοίο Sirene του Γάλλου ναυάρχου. Ο Κόδρινγκτον έστειλε τον Έλληνα πρωρέα Μιχαήλ να ζητήσει από τον Αιγύπτιο ναύαρχο να παραμείνει ουδέτερος. Αφού ο Μιχαήλ παρέδωσε το μήνυμα, ενώ επέστρεφε στη λέμβο δέχθηκε εν ψυχρώ πυροβολισμό από Τούρκο ναυτικό, ο οποίος διέκρινε ότι ο απεσταλμένος του Άγγλου ναυάρχου ήταν Έλληνας. Ο Δεριγνύ, από την πλευρά του, ζήτησε επίσης από την πλησίον του αιγυπτιακή φρεγάτα να μην ανοίξει πυρ. Ωστόσο, η ένταση δεν ήταν δυνατόν πλέον να ελεγχθεί. Ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος κρίνοντας ότι έχει υπεροχή, άνοιξε πυρ κατά συμμαχικών πλοίων και η ναυμαχία άρχισε σε όλη τη διάταξη των πλοίων. Ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος υπερτερούσε αριθμητικά και ταυτόχρονα υποστηριζόταν από πυροβόλα των γύρω φρουρίων.

Σε κρίσιμη στιγμή της ναυμαχίας μπήκε στο λιμάνι ο ρωσικός στόλος, αποτελούμενος από οκτώ πλοία. Λεπτομερείς περιγραφές της μάχης αναφέρουν ότι τα πλοία ήταν τόσο κοντά μεταξύ τους, ώστε εμπλέκονταν τα ξάρτια τους, οι δε ναύτες έβαλλαν ακόμα και με πιστόλια. Μέχρι τις πέντε το απόγευμα, τα πλείστα των τουρκοαιγυπτιακών πλοίων είχαν καταστραφεί ή παραδοθεί. Οι απώλειες των Οθωμανών υπολογίζονταν σε 6.000, ενώ μόνο πάνω στην τουρκική και αιγυπτιακή ναυαρχίδα οι νεκροί και οι τραυματίες ήταν περίπου 1.000. Από τη συμμαχική πλευρά, οι νεκροί και τραυματίες ήταν 654 άνδρες, εκ των οποίων 272 Βρετανοί, 184 Γάλλοι και 198 Ρώσοι. Ο Δεριγνύ ανέφερε ότι «στην ιστορία δεν υπήρξε μεγαλύτερη καταστροφή στόλου». Στη διάρκεια της μάχης, το «Ασία» είχε δεχτεί πάνω από 170 βολές και είχε πάθει ζημιές στην εξάρτησή του. Ο Κόδρινγκτον δέχτηκε μια βολή μουσκέτου που του τρύπησε το μανίκι στο ύψος του καρπού, ενώ το ρολόι και το πανωφόρι του καταστράφηκαν από θραύσματα ξύλου.

Την επομένη μέρα οι σύμμαχοι απαίτησαν από τον Ιμπραήμ, που στο μεταξύ είχε καταφύγει στα βουνά της Μεσσηνίας, να υψώσει λευκή σημαία σε όλα τα φρούρια, με την απειλή ότι αν ριχτεί έστω και ένας πυροβολισμός, θα θεωρηθεί ως κήρυξη πολέμου. Οι Οθωμανοί αποδέχτηκαν και υπεγράφη ανακωχή πάνω στη ναυαρχίδα του Κόδρινγκτον. Εκείνος την επομένη της ναυμαχίας, απέστειλε επιστολή προς το Ναυαρχείο όπου περιέγραφε με λεπτομέρειες τη ναυμαχία και τις απώλειες. Ανέφερε ότι η μάχη ήταν απαραίτητη για να τηρηθούν οι όροι που είχαν προβλεφθεί από τη συνθήκη και για να σταματήσει η άγρια εξολόθρευση που διεξήγαγε ο Ιμπραήμ.


Βιβλιογραφία

  • Κ. Παπαρρηγόπουλος, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος. ΣΤ’, σελ. 184-192
  • Clogg R., Συνοπτική ιστορία της Ελλάδας 1770-2013, σελ. 69-71

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ανδριάνα Γιάτσιου
Ανδριάνα Γιάτσιου
Γεννημένη το 1997, κατάγεται από τα Γρεβενά και διαμένει στη Θεσσαλονίκη, όπου σπουδάζει στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ. Κατεύθυνση της είναι η Αρχαιολογία, την οποία αγαπά από μικρό παιδί. Έχει άριστη γνώση αγγλικών και μέτρια γνώση γερμανικών. Στον ελεύθερό της χρόνο, μελετά ιστορία με ιδιαίτερη προτίμηση στη νεότερη και διαβάζει αγγλική λογοτεχνία.