14.4 C
Athens
Σάββατο, 20 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΦιλοσοφίαΕπάλληλη Συναίνεση: Από μηχανής θεός ή ουτοπία; (Β΄ Μέρος)

Επάλληλη Συναίνεση: Από μηχανής θεός ή ουτοπία; (Β΄ Μέρος)


Της Σάντυ Μακκού,

Πότε όμως και υπό ποιες συνθήκες μπορούμε να κάνουμε λόγο για επάλληλη συναίνεση;

Επάλληλη συναίνεση υφίσταται εφόσον μια πολιτική αντίληψη γίνεται αποδεκτή από ένα ευρύ σύνολο, τα επιμέρους μέλη  του οποίου ασπάζονται ποικίλες και πολλές φορές αντιφατικές μεταξύ τους περιεκτικές θεωρίες. Η αντίληψη της δικαιοσύνης δε δύναται να είναι περιεκτική. Βάσει του έλλογου πλουραλισμού, τον οποίο θα θίξουμε αναλυτικότερα στην πορεία, δε μπορεί να υπάρξει οποιαδήποτε μορφή περιεκτικού φιλελευθερισμού, που να είναι σύμφωνη και αποδεκτή από το σύνολο των πολιτών ή ακόμη καλύτερα, που να μπορεί να είναι περισσότερο αποδεκτή απ’ ό,τι μια περιεκτική αντίληψη.

Ο Rawls επιχείρησε να διατυπώσει τον πολιτικό φιλελευθερισμό ως μια πολιτική αντίληψη, με τέτοιες απαιτούμενες προϋποθέσεις ώστε να είναι πιο αβίαστη και εύκολη η υιοθέτησή της από μια περιεκτική θεωρία. Για τον ίδιο, μια «εύτακτη κοινωνία» οι βάσεις της οποίας εντοπίζονται σε δόγματα θρησκευτικά, φιλοσοφικά ή ηθικά, δε μπορεί να σταθεί.

Η επάλληλη συναίνεση, όμως, που πρέπει να επιτευχθεί, αφενός θα πρέπει να προκύπτει μέσα από την ορθή ένωση και τον συνδυασμό αξιών και αντιλήψεων και αφετέρου να είναι ικανή να διασφαλίσει τη σταθερότητα μεταξύ αυτών (των δογμάτων). Για να συμβεί όμως αυτό, όλα τα αλληλοσυγκρουόμενα περιεκτικά δόγματα είναι αναγκαίο να αποκτήσουν ένα κοινό σημείο τομής ως προς κάποιες βασικές πολιτικές αξίες. Αυτό που προσπαθεί να διαμορφώσει μέσω του «Πολιτικού Φιλελευθερισμού» ο Rawls είναι μια θεωρία, η οποία θα περιέχει μέσα της όλες τις υπόλοιπες· δε θα είναι επομένως ανεξάρτητη αυτών, αλλά δημιουργημένη από αυτές.

Ένα από τα κυρίαρχα στάδια προς την επάλληλη συναίνεση, είναι η «συνταγματική συναίνεση», όπου οι φιλελεύθερες αρχές γίνονται αθύμως αποδεκτές ως modus vivendi και υπό το πέπλο του συντάγματος αρχίζουν να ασκούν επιρροή και στις περιεκτικές θεωρίες των ατόμων. Με αυτόν τον τρόπο οι πολίτες διευρύνουν το φάσμα των αντιλήψεών τους και προκύπτει εύφορο έδαφος για τον σχηματισμό πολιτικών πεποιθήσεων, που πλέον απευθύνονται κι ασκούν επίδραση σε μεγαλύτερο κοινό, με αποτέλεσμα να δομείται σιγά σιγά μια πλειοψηφία. Αξίζει να σημειωθεί, ωστόσο, πως σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για επίκληση μιας δημόσιας αντίληψης. Η συνταγματική συναίνεση δεν έχει ακόρεστη εμβέλεια ή στόχους.

Ο Rawls στον Πολιτικό Φιλελευθερισμό κάνει λόγο για το «βάθος» και το «εύρος» της επάλληλης συναίνεσης. Όσον αφορά το πρώτο (βάθος), συνάπτεται μια συμφωνία της οποίας οι πολιτικές αξίες και αρχές θα βασίζονται σε μια πολιτική αντίληψη περί δικαιοσύνης, όπου κι αυτή με τη σειρά της θα στηρίζεται στις θεμελιώδεις ιδέες των ατόμων και της κοινωνίας. Το δεύτερο τμήμα της συναίνεσης, το εύρος, έχει να κάνει με τις αρχές και τις αξίες μιας πολιτικής αντίληψης της δικαιοσύνης και απευθύνεται στην κοινωνία ως ολότητα. Εν συνεχεία, διακρίνει τρία χαρακτηριστικά του περιεχομένου μιας φιλελεύθερης πολιτικής αντίληψης. Πρώτον, ο ορισμός και καθορισμός ορισμένων κύριων δικαιωμάτων και ελευθεριών. Μάλιστα, χαρακτηρίζει τις ελευθερίες αυτές ως καθαρά τυπικές και πιστεύει πως «συνιστούν» μια φτωχή μορφή φιλελευθερισμού ή μάλλον «νεοφιλελευθερισμού». Δεύτερον, η απόδοση μιας κατ΄ εξαίρεση προτεραιότητας  σε αυτό και τρίτον, μέτρα για τη διασφάλιση μέσων που να εξυπηρετούν την ορθή και ομαλή χρήση ελευθεριών σε όλους τους πολίτες ανεξαιρέτως. Επομένως για τον Rawls, η επάλληλη συναίνεση συνίσταται πολλών και διαφόρων φιλελεύθερων αντιλήψεων· βρίσκονται, όμως, πάντα στα πλαίσια ενός πολύ συγκεκριμένου φάσματος.

Ο φιλόσοφος περνά σε έναν ακόμη διαχωρισμό μεταξύ των θεωριών. Συγκεκριμένα, διακρίνει τις «έλλογες», τις «ανορθόλογες» και τις «παράλογες» περιεκτικές θεωρίες. Κάπως έτσι, φτάνουμε στην έννοια του «έλλογου πλουραλισμού», που για τον ίδιο αποτελεί απόρροια της άσκησης του λόγου, υπό συνθήκες ελευθερίας. Μάλιστα, διαχωρίζει τον «έλλογο πλουραλισμό» από τον ίδιο τον πλουραλισμό, από την άποψη ότι οι κοινωνικές δυσκολίες και τα κοινωνικά προβλήματα ενάγονται στον καθαρό πλουραλισμό κι όχι σε κάτι τόσο ειδικό, όσο η έλλογη μορφή του.

Όπως είδαμε παραπάνω, σε κάθε πολίτη αντιστοιχεί και αποδίδεται μια διπλή ταυτότητα. Περνάμε, έτσι, ξανά βάσει αυτού σε έναν ακόμη διαχωρισμό, αυτήν τη φορά μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου στοιχείου. Η ιδιωτική πλευρά καθορίζει το δεδομένο του πλουραλισμού και είναι αλληλένδετη με την ικανότητα των πολιτών για αντίληψη του αγαθού. Στόχος της είναι η διαμόρφωση της ιδιωτικής ταυτότητας του ατόμου. Σαφώς, στους κόλπους αυτής βρίσκονται και εξακολουθούν να γεννώνται ποικίλα περιεκτικά δόγματα και αντιλήψεις. Δεν παύει, πάντως, να αφορά μόνο τις ατομικές υποθέσεις των πολιτών.

Στον αντίποδα, η δημόσια πλευρά, σε αντίθεση με τη διαίρεση και την αστάθεια που επικρατούν στην πρώτη, χαρακτηρίζεται από σταθερότητα και ισορροπία. Βασικές έννοιες σε αυτήν την περίπτωση είναι η κοινωνική ενότητα και η ουδετερότητα. Αφορά την ικανότητα των ατόμων για το αίσθημα της δικαιοσύνης, ενώ έχει σαν στόχο τη συμφωνία πάνω σε κοινές αρχές δικαίου. Κυριαρχεί το έλλογο στοιχείο και διαμέσου αυτής διεκδικείται η επίτευξη μιας ομοιογένειας, άρρηκτα συνδεδεμένης, σαφώς, με την ευρεία αποδοχή της πολιτικής αντίληψης. Αυτήν τη φορά, τα άτομα οφείλουν να παραμένουν ανεπηρέαστα από τις περιεκτικές τους πεποιθήσεις.

Μέσα, λοιπόν, από αυτήν τη διαίρεση της ιδιωτικής και δημόσιας ταυτότητας των πολιτών, πηγάζει και ένα ακόμη πεδίο που αφορά τις αξίες αυτές. Ειδικότερα τις πολιτικές και τις μη πολιτικές. Όχι απλώς δεν είναι τυχαίο, αλλά καθίσταται αναπόφευκτο το γεγονός ότι η ίδια πολιτική αντίληψη που ασπάζονται τα άτομα μιας κοινωνίας επηρεάζει την κρίση τους πάνω στα διάφορα πολιτικά ζητήματα. Με την κατά Rawls επάλληλη συναίνεση, καθένας εξ αυτών υποστηρίζει μια περιεκτική θεωρία και παράλληλα την περιεκτική αντίληψη με την οποία συνδέεται η θεωρία αυτή. Αν μπορούμε να μιλήσουμε με όρους δημοσίου και ιδιωτικού, τότε οι περιεκτικές θεωρίες ενάγονται στην ιδιωτική αντίληψη (τις ασπάζεται μεμονωμένα ο εκάστοτε πολίτης), ενώ η πολιτική αντίληψη αφορά δημόσια οπτική (την ασπάζεται ένα ευρύ σύνολο πολιτών).

Οι πολίτες υιοθετούν την ίδια πολιτική αντίληψη, αλλά αυτό δε μπορεί να σημαίνει ότι το κάνουν για τους ίδιους λόγους. Καθένας από αυτούς έχει διαφορετικά θρησκευτικά, ηθικά και φιλοσοφικά «πιστεύω», όμως ακόμη κι αν οι λόγοι που τους οδηγούν στην κοινή παραδοχή της πολιτικής αντίληψης περί δικαιοσύνης είναι ξένοι μεταξύ τους, σίγουρα για όλους ισχύει το εξής: η εν λόγω (πολιτική) αντίληψη δεν έρχεται σε ρήξη με τις ατομικές τους πεποιθήσεις (περιεκτικά δόγματα). Γεγονός που μας επαναφέρει και πάλι στην έννοια του πλουραλισμού.

Πολλές από τις θεωρίες αυτές σαφώς και έχουν κάποια βάση ή λογική, είτε είναι θρησκευτικές, είτε ηθικές, είτε φιλοσοφικές. Δεν παύουν, όμως, να είναι «περιεκτικές» από τη στιγμή που δεν περιέχουν ούτε στο ελάχιστο πολιτικές αξίες. Για τον λόγο αυτόν, άλλωστε, μιλάμε για επάλληλη συναίνεση.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σάντυ Μακκού
Σάντυ Μακκού
Γεννημένη στις 25 Αυγούστου το 2000, με καταγωγή από τη Ναύπακτο. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια στο τμήμα Κοινωνικής Διοίκησης και Πολιτικής Επιστήμης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, στην Κομοτηνή, με κατεύθυνση την πολιτική επιστήμη.