18.4 C
Athens
Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΠαρατηρητήριο Αμερικανικής ΠολιτικήςΗ Αναθεώρηση του Αμερικανικού Συντάγματος: Μια διαδικασία βυθισμένη σε λήθαργο

Η Αναθεώρηση του Αμερικανικού Συντάγματος: Μια διαδικασία βυθισμένη σε λήθαργο


Του Παναγιώτη Παλαιοκαστρίτη,

Το Κράτος αποτελεί μια έννοια που έχει υποστεί ποικίλες μεταβολές στο πέρασμα των χρόνων. Κάθε εποχή δίνει το δικό της νόημα στην έννοια του Κράτους και στην πηγή νομιμοποίησης της ισχύος του. Έτσι, λοιπόν, έχουν υπάρξει Κράτη, μικρής ή μεγάλης έκτασης, που αντλούν τη νομιμοποίησή τους από την «Ελέω Θεού» κυριαρχία ή από κάποιο κληρονομικό δικαίωμα των αρχόντων τους κ.ά. Αυτές οι κρατικές μορφές συναντώνται κυρίως στα αρχαία κλασικά χρόνια και κατά τις Μεσαιωνικές περιόδους. Μετά την Αναγέννηση και κυρίως μετά τον Διαφωτισμό εμφανίζεται μια νέα μορφή κρατικής κυριαρχίας. Αυτή ακούει στο όνομα «Κράτος Δικαίου». Σύμφωνα με τον Γερμανό κοινωνιολόγο Max Weber, το κράτος αυτής της μορφής εμπίπτει στην τρίτη μορφή κυριαρχίας, που είναι αυτή της κυριαρχίας του νόμου. Σε αυτήν τη μορφή κυριαρχίας, τα όργανα που ασκούν την εξουσία, οφείλουν να την ασκούν κάτω από το πέπλο των νόμων. Ο κυριότερος νόμος που διέπει την οργάνωση και λειτουργία ενός κράτους, είναι το Σύνταγμα. Το Σύνταγμα αποτελεί τον καταστατικό χάρτη ενός Έθνους.

Το Αμερικανικό Σύνταγμα αποτελεί το πρώτο τυποποιημένο σύνταγμα που εμφανίστηκε ποτέ. Επικυρώθηκε το 1789, από τις τότε απελευθερωμένες πολιτείες, και εισήγαγε ριζοσπαστικούς θεσμούς για τα δεδομένα της τότε εποχής. Ένα σύνταγμα, όμως, δε μπορεί να παραμένει αναλλοίωτο στο πέρασμα των χρόνων και γι’ αυτόν τον λόγο πρέπει να είναι δυνατή η αναθεώρησή του. Ανάλογα με την ευκαμψία ή δυσκαμψία της αναθεώρησης κάθε συντάγματος, αυτά κατηγοριοποιούνται σε ήπια ή αυστηρά. Ήπια είναι όσα είναι εύκολο να αναθεωρηθούν, ενώ αυστηρά όσα δεν αναθεωρούνται εύκολα. Η αναθεώρηση του Αμερικανικού συντάγματος προβλέπεται στο άρθρο πέντε και θα μπορούσε, εκ πρώτης όψεως, να θεωρηθεί ένα ήπιο σύνταγμα, καθώς δεν αναφέρει περιορισμούς που να αφορούν ποιες διατάξεις μπορούν να αναθεωρηθούν και ποιες όχι. Μοναδική εξαίρεση αποτελούν τρεις ρήτρες, που προβλέπουν τη μη απαγόρευση εισαγωγής των σκλάβων μέχρι το 1808, την πληθυσμιακή αναλογικότητα των άμεσων φόρων στις πολιτείες και, τέλος, τη μη στέρηση του δικαιώματος της ψήφου από καμία πολιτεία, για την ανάδειξη της Γερουσίας.

Έτσι, λοιπόν, θα μπορούσε τυπικά να αναθεωρηθεί κάθε διάταξη του Συντάγματος, ακόμα και αυτήν του άρθρου πέντε που προβλέπει την ίδια την αναθεώρηση. Όμως, στην πράξη αυτό δεν είναι τόσο απλό όσο φαίνεται. Η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο πέντε περιπλέκει τα πράγματα. Πιο συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι για να γίνει αναθεώρηση, πρέπει να υποβληθεί πρόταση από τα 2/3 του Κογκρέσου, δηλαδή από το σύνολο των γερουσιαστών και των μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων ή με σύσταση εθνοσυνέλευσης ύστερα από πρόταση των 2/3 του συνόλου των πολιτειών. Η πρόταση του Κογκρέσου παίρνει τη μορφή του κοινού ψηφίσματος και υποβάλλεται στα νομοθετικά σώματα των πολιτειών για ψήφιση ή στις συνελεύσεις των πολιτειών, ανάλογα με το τι προβλέπεται στο σώμα της πρότασης. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ παραλείπεται από τη διαδικασία, καθώς δεν προβλέπεται κάποιο είδος συμμετοχής του.

Στη δεύτερη φάση, της ψήφισης της πρότασης, οι Πολιτείες καλούνται να επικυρώσουν ή να απορρίψουν την πρόταση. Για να ολοκληρωθεί η διαδικασία της αναθεώρησης, πρέπει η πρόταση να επικυρωθεί από τουλάχιστον τα τρία τέταρτα των Πολιτειών (δηλαδή 38 από τις 50 Πολιτείες που υπάρχουν σήμερα). Μόλις η πρόταση συγκεντρώσει τον αναγκαίο αριθμό επικυρώσεων από τις Πολιτείες, ενσωματώνεται ως τροπολογία στο Σύνταγμα. Η παραπάνω διαδικασία καθιστά την αναθεώρηση του Αμερικανικού Συντάγματος ένα δύσκολο έργο. Οι Ιδρυτές του Αμερικανικού Έθνους προέβλεψαν αυτήν τη διαδικασία γιατί ήθελαν να κατοχυρώσουν τις πολιτικές συμφωνίες που έκαναν δυνατή την επικύρωση του συντάγματος κατά τον χρόνο της γέννησής του. Δεν είχαν προβλέψει, όμως, ότι στα επόμενα 231 χρόνια, μόνο 27 τροπολογίες από τις 11.770 προτάσεις θα κατέληγαν να ενσωματωθούν στο Σύνταγμα!

Από αυτές τις 27 τροπολογίες, οι δέκα πρώτες προστέθηκαν αμέσως μετά την επικύρωση του Συντάγματος, για να διασκεδάσουν τις αρνητικές κριτικές που είχαν διατυπωθεί ήδη πριν την επικύρωσή του. Ενσωματώθηκαν άλλες δύο, που αφορούσαν το απρόσβλητο κάποιων υποθέσεων στα δικαστήρια και τη διαδικασία ανάδειξης του προέδρου και του αντιπροέδρου (η 11η και η 12η). Τρεις ακόμα προστέθηκαν αμέσως μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου (η 13η, η 14η και η 15η). Αυτές επέκτειναν κάποια ατομικά δικαιώματα, μεταξύ των οποίων ήταν και η κατάργηση της δουλείας. Όμως, η προσθήκη τους δε θα ήταν δυνατή αν οι πολιτείες του νότου δεν είχαν εξαναγκαστεί να τις επικυρώσουν. Τέλος, από το 1870 μέχρι και σήμερα, μόνο 12 ακόμη έχουν επικυρωθεί, η τελευταία εκ των οποίων επικυρώθηκε το 1992 και αφορά μια ήσσονος σημασίας αλλαγή, η οποία απαγορεύει στο Κογκρέσο τη μισθωτική αύξηση των αποδοχών των μελών του πριν τις εκλογές. Αυτή η τελευταία τροπολογία προτάθηκε το 1789 και επικυρώθηκε μετά από 203 χρόνια.

Από τα παραπάνω συνάγεται το συμπέρασμα ότι το σύνταγμα των ΗΠΑ δεν αποτελεί απλά ένα αυστηρό σύνταγμα -με την έννοια που δόθηκε παραπάνω- αλλά ένα σχεδόν απροσπέλαστο σύνταγμα. Οι Ιδρυτές δεν είχαν προβλέψει ότι η χώρα θα γινόταν τόσο πολυπληθής και τόσο ιδεολογικά ποικιλόμορφη, όσο είναι σήμερα. Η Γερουσία είχε ξεκινήσει με 20 μέλη και σήμερα έχει 100. Η Βουλή των Αντιπροσώπων είχε ξεκινήσει με 59 μέλη και σήμερα έχει 435. Ο πληθυσμός των ΗΠΑ ήταν στα 4 εκατομμύρια το 1789. Σήμερα αριθμεί πάνω από 300 εκατομμύρια ανθρώπους. Αυτή η πληθυσμιακή αύξηση έχει επιφέρει και αδυναμία στην ευκολία συγκρότησης ομοιογενών ιδεολογικών συνασπισμών. Αυτό έχει ως συνέπεια τη μη δυνατότητα συγκέντρωσης των απαιτούμενων ποσοστών, που προϋποθέτει το άρθρο πέντε. Για παράδειγμα,  στα μέσα του 19ου αιώνα, υπήρχε μια ευρεία συμφωνία, από μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων, ότι είναι ανεπίτρεπτο το σύνταγμα να διατηρεί τη δουλεία. Στις αρχές του 20ού αιώνα υπήρχε μια ιδιαίτερα διαδεδομένη αντίληψη, ότι το σύνταγμα, έτσι όπως ήταν δομημένο, επέτρεπε την προώθηση των οικονομικών συμφερόντων της πολιτικής ελίτ. Αυτές οι στάσεις σηματοδότησαν σημαντικές συνταγματικές αναθεωρήσεις. Σήμερα, το σύνταγμα δεν αντιμετωπίζεται πλέον ως ένα ημιτελές νομικό εργαλείο, που πρέπει να προσαρμόζεται στις εξελίξεις, αλλά ως ένα αμετάβλητο τοτέμ.

Επειδή, λοιπόν, το άρθρο πέντε έχει καταστεί, εκ των πραγμάτων, ένα κενό γράμμα, ήταν αναγκαίος ένας έμμεσος τρόπος αναθεώρησης των συνταγματικών διατάξεων. Αυτόν τον ρόλο επωμίστηκε το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ. Το δικαστήριο, όμως, δεν έχει την αρμοδιότητα της αναθεώρησης του συντάγματος, αλλά αυτό το κάνει εμμέσως με την ερμηνεία που δίνει στις συνταγματικές διατάξεις. Για παράδειγμα, έχει ερμηνεύσει ως δυνατό τον γάμο μεταξύ των ομοφυλόφιλων, έχει μεταβάλει το δικαίωμα της οπλοκατοχής και έχει επιτρέψει τη χρηματοδότηση πολιτικών εκστρατειών από ιδιωτικούς φορείς. Οπότε, πλέον στην Αμερική, η αναθεωρητική διαδικασία έχει αρχίσει να ακολουθεί έναν νέο δρόμο. Οι πολίτες μπορούν να εκλέξουν Προέδρους και Γερουσιαστές, που υπόσχονται προεκλογικά την αναθεώρηση επίμαχων διατάξεων. Αυτοί, με τη σειρά τους, προτείνουν δικαστές που είναι ιδεολογικά υπέρ της τροποποιητικής ερμηνείας και, τέλος, κινητοποιούν την κοινή γνώμη να φέρει στο δικαστήριο τις επίμαχες διατάξεις για εκδίκαση. Βέβαια, ο πιο εύκολος δρόμος θα ήταν να τροποποιηθεί το άρθρο πέντε του συντάγματος, αλλά για να γίνει αυτό πρέπει να περάσει μέσα από τη διαδικασία αναθεώρησης που το ίδιο το άρθρο προβλέπει.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ


Παναγιώτης Παλαιοκαστρίτης

Γεννήθηκε το 1992 στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Σπουδάζει Νομική στο ΑΠΘ. Γνωρίζει άριστα Αγγλικά. Έχει έντονο ενδιαφέρον για την Πολιτική Φιλοσοφία, την Ιστορία, την Κοινωνιολογία και τις διεθνείς σχέσεις. Φιλοδοξεί να αποκτήσει ένα μεταπτυχιακό στην Εγκληματολογία. Τέλος, ως χόμπι έχει την ενασχόληση με τις πολεμικές τέχνες.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Παναγιώτης Παλαιοκαστρίτης
Παναγιώτης Παλαιοκαστρίτης
Γεννήθηκε το 1992 στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Σπουδάζει Νομική στο ΑΠΘ. Γνωρίζει άριστα Αγγλικά. Έχει έντονο ενδιαφέρον για την Πολιτική Φιλοσοφία, την Ιστορία, την Κοινωνιολογία και τις διεθνείς σχέσεις. Φιλοδοξεί να αποκτήσει ένα μεταπτυχιακό στην Εγκληματολογία. Τέλος, ως χόμπι έχει την ενασχόληση με τις πολεμικές τέχνες.