18.9 C
Athens
Πέμπτη, 18 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΕυθύνη του δημοσίου από πράξεις των οργάνων δικαστικής εξουσίας (105 ΕισΝΑΚ)

Ευθύνη του δημοσίου από πράξεις των οργάνων δικαστικής εξουσίας (105 ΕισΝΑΚ)


Της Αλεξάνδρας Οικονόμου,

Ένα μείζον ζήτημα, που εμφανίζεται συχνά στη πράξη κι έως πρόσφατα δεν υπήρχε καμία απόφαση που να το έλυνε, είναι αυτό της ευθύνης που μπορεί να αναγνωριστεί σε δικαστικό όργανο κατά την εκδίκαση και την έκδοση που απόφασης που επιλύει αυθεντικά ένδικη διάφορα.

Το ερώτημα που τίθεται, είναι πρώτον, αν τα δικαστικά όργανα θεωρούνται «όργανα του δημοσίου» και δεύτερον αν θα μπορούσαν υπό προϋποθέσεις να κριθούν υπεύθυνα σε αποζημίωση διαδίκου που ζημιώθηκε από το σφάλμα δικαστή κατά την έκδοση απόφασης.

Η επίμαχη διάταξη που απασχόλησε το ΣτΕ είναι το άρθρο 105 ΕισΝΑΚ. Την απάντηση του έδωσε με την ολομελειακή απόφαση 1501/2014.

Στη περίπτωση αυτή, επρόκειτο για αίτηση αναίρεσης κατά απόφασης διοικητικού εφετείου που απέρριπτε εν μέρει την αγωγή αποζημίωσης, με αίτημα την αποκατάσταση ζημιάς που υπέστη ιδιοκτήτης καταστήματος πωλήσεων ειδών ένδυσης και ατομικής χρήσης από κάνναβη, λόγω σφράγισης του καταστήματος και κατάσχεση των σχετικών εμπορευμάτων.

Το νομικό ζήτημα επιλύθηκε με πλειοψηφία και μειοψηφία ως εξής:

Η πλειοψηφούσα γνώμη τάχθηκε υπέρ της αναγνώρισης ευθύνης των δικαστικών οργάνων για πρόδηλα σφάλματα (δικαστική πλάνη συγγνωστή ή μη) με αναλογική εφαρμογή της διάταξης 105 ΕισΝΑΚ ως εξής:

Η διάταξη του 4 παρ. 5 Σ. θεμελιώνει την αρχή της ισότητας στα δημόσια βάρη. Με βάση αυτή, κατοχυρώνεται το δικαίωμα αποζημίωσης πολιτών έναντι του κράτους (εξωσυμβατική ή αδικοπρακτική ευθύνη του δημοσίου). Η διάταξη του 105, επιβάλλει να αποκαθίσταται ζημιά που υπέστη ο πολίτης παράνομα ή χάριν του γενικού συμφέροντος, σε βαθμό ωστόσο που δεν γίνεται συνταγματικό ανεκτό (ιδιαίτερα μεγάλη και σπουδαία βλάβη).

Η ευθύνη δικαστικών οργάνων δεν αποκλείεται, καταρχήν, από το γεγονός ότι θεμελιώνεται αγωγή κακοδικίας στο 99 Σ. Σκοπός του 99 Σ. είναι να αναγνωριστεί τυχόν ευθύνη προσωπική (!) του δικαστή από το ανώτατο ειδικό δικαστήριο, διαφυλάσσοντας το κύρος της δικαιοσύνης.

Συνεπώς, κρίνεται θεμιτή η αναγνώριση ευθύνης δικαστικού οργάνου κατά το Σύνταγμα λόγω αδικοπραξίας.

Το πρώτο εμπόδιο αναγνώρισης ευθύνης, ήταν ότι τα δικαστικά όργανα δεν θεωρούνται δημόσια/ διοικητικά που εντάσσονται στην άσκηση εκτελεστικής εξουσίας. Η διάταξη δεν το ορίζει ρητά διότι κατά το 94 Σ. οι δικαστές διέπονται από λειτουργική κι προσωπική ανεξαρτησία. Η ανεξαρτησία αυτή δεν συμβαδίζει με την αναγνώριση αδικοπρακτικής ευθύνης, καθώς έτσι εμμέσως θα περιορίζονταν επικίνδυνα η κρίση κατά το δίκαιο κι τη συνείδηση. Ωστόσο, ενόψει της φύσης του δικαστικού λειτουργήματος δεν γίνεται ανεκτό από την έννομη τάξη να παραμείνουν αναποζημίωτες ζημιές που υφίσταται κάποιος από ΠΡΟΔΗΛΟ σφάλμα δικαστή.

Επειδή, λοιπόν, δεν ρυθμίζεται ρητά η ευθύνη δικαστή ως κρατικού οργάνου αλλά κι επειδή πρέπει το κράτος δικαίου να διασφαλίσει αποτελεσματική παροχή έννομης προστασίας, προτάσσεται η αναλογική εφαρμογή του 105 ΕισΝΑΚ, έως ο νομοθέτης να ορίσει ρητά διάταξη για ευθύνη των δικαστών ως κρατικών οργάνων.

Αντίθετη κι εξίσου ενδιαφέρουσα παρουσιάζεται η άποψη της μειοψηφίας. Το σκεπτικό διαγράφεται ξεκινώντας από την έννοια των δημοσίων οργάνων κι πάλι.

Κατά το 105 ΕισΝΑΚ, αν κι ο όρος δημόσια όργανα είναι ευρύς, δεν περιλαμβάνονται σε αυτόν τα δικαστικά κι αυτό, διότι ο συνταγματικός νομοθέτης καθιερώνει με τα άρθρα 93, 94, 96 Σ σύστημα ελέγχου στους κόλπους των ιδιαίτερων κλάδων απονομής δικαιοσύνης. Συνεπώς, δεν αφήνεται περιθώριο περαιτέρω εκτίμησης του έργου των δικαστών κατά την επιδίκαση αποζημίωση από αλλά όργανα πλην ΑΕΔ. Δεν είναι νοητός, με άλλα λόγια, ένας παρεμπίπτων έλεγχος νομιμότητας δικαστικής κρίσης από άλλα κρατικά όργανα πλην αυτών που ορίζει ο συνταγματικός νομοθέτης. Άρα, η ζημιά που προκύπτει από δικαστικό όργανο δεν μπορεί να αποκατασταθεί κατά 105 ΕισΝΑΚ.

Προς αντιμετώπιση του ζητήματος αποκατάστασης της ζημιάς από την έκδοση απόφασης για  παράνομη στέρηση προσωπικής ελευθερίας (4 Παρ 5 κι 7 παρ. 4 Σ.) προτάσσεται η δράση του νομοθέτη, ώστε ο ίδιος με νομοθετικά κριτήρια στα πλαίσια του 26 Σ. να προβλέψει ένδικη προστασία για αυτές στις περιπτώσεις. Το έργο της δικαστικής κρίσης, εν προκειμένω, δεν θα μπορούσε να φτάσει να παραβιάσει εμμέσως τη διάκριση των λειτουργιών με την έμμεση αναγνώριση ευθύνης των δικαστικών οργάνων, χωρίς νομοθετικό έρεισμα.

Φαίνεται μέσα από όλη αυτή τη διαμάχη στους κόλπους του δικαστηρίου, ότι το ζήτημα είναι μεν σημαντικό προς αποκατάσταση του πολίτη που αν κι κηρύχθηκε αθώος από ποινικό δικαστήριο, εντούτοις δεν αποκαταστάθηκε οι οικονομική ζημιά κι η προσβολή της προσωπικότητας του. Ωστόσο, δεν λείπουν κι αμφιβολίες περί του αν είναι η ορθότερη επιλογή να επεμβαίνει εμμέσως το δικαστήριο στο έργο του νομοθέτη. Είναι εν τέλει μια λύση ανάγκης από το χέρι της ελληνικής δικαιοσύνης, έως ότου ο νομοθέτης χαράξει το δρόμο για την αποκατάσταση νομοθετικής έλλειψης.


Πηγές

  • Χρυσόστομος/ Βλαχόπουλος Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα σελ. 186-194.
  • Διοικητικό δίκαιο Α. Γέροντας, Σ. Λύτρας, Π. Παυλόπουλος, Γλ. Σιούτη, Σ. Φλογαΐτης σελ. 357-383.
  • ΟλΣτΕ 1501/2014

Αλεξάνδρα Οικονόμου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πόλη της Πρέβεζας, όπου ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Πλέον σπουδάζει στη Νομική του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης. Γνωρίζει αγγλικά και γερμανικά.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρία Τσαλίκη
Μαρία Τσαλίκη
Γεννήθηκε στην Κόρινθο το 1998 και διαμένει στην Κομοτηνή. Είναι τεταρτοετής φοιτήτρια στο τμήμα νομικής του Δημοκρίτειου πανεπιστημίου. Τον ελεύθερο χρόνο της τον αναλώνει ασχολούμενη με τον αθλητισμό, την ανάγνωση βιβλίων και την συγγραφή.