17.6 C
Athens
Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΜουσικήΌταν οι καλλιτέχνες μιλούν για το φαινόμενο «Στράτος»

Όταν οι καλλιτέχνες μιλούν για το φαινόμενο «Στράτος»


Του Δημήτρη Τόλια,

Ας ξεκινήσω από το πως «γνώρισα» τον Στράτο μέσα από τα τραγούδια του. Σε όλες τις μεγάλες χαρές, στα μεγάλα γλέντια που βρέθηκα από παιδί, ο Στράτος ήταν εκεί. Η φωνή του γέμιζε τα σαλόνια, τις αυλές και τις καρδιές μας με την αυθεντικότητα του. Στο άκουσμα της πρώτης «ΛΑ» του Βρέχει φωτιά στη στράτα μου έβλεπα τα συναισθήματα, την αγάπη, τον έρωτα, την χαρά αλλά και την αγανάκτηση, την λύπη, τον καημό να προσωποποιούνται σε ζωντανό ζεϊμπέκικο. Σαν το συναίσθημα και ο χορευτής να ήταν ένα. Μια μαριονέτα που την κινούσε ο Στράτος με τη φωνή του.

Αργότερα, μεγαλύτερος και πάνω από την πίστα το έβλεπα καθαρότερα με τα μάτια μου. Ένιωθα το μέσα μου να βγαίνει κάθε φορά που τραγουδούσα Καλύτερα μαζί σου και τρελός, παρά μονάχος μου και λογικός και εννοούσα κάθε λέξη. Και μπροστά απ’ τη σκηνή στο ζεϊμπέκικο αγνώστων έβλεπα πάντα γνωστό συναίσθημα να πυκνώνει την ατμόσφαιρα, πόνους και χαρές που τα τραγούδια του Στράτου έβγαζαν σε χορό. Από την άλλη, στις στεναχώριες ακούγοντας τον Στράτο περίμενα κάποιον Ταξιτζή, Παλιατζή, Περιπτερά να μου σβήσει μαύρες ώρες και να φέρουν τον Σαλονικιό για να γλεντήσουμε και όλα να ξεχαστούν.

Με τον Στράτο συνεργάστηκαν εκατοντάδες καλλιτέχνες. Μουσικοί, συνθέτες, στιχουργοί, τραγουδιστές, οργανοπαίχτες και ηχολήπτες. Συγκέντρωσα σε αυτές τις γραμμές λίγα από τα πολλά που είπαν όσοι εργάστηκαν δίπλα στον μεγάλο λαϊκό βάρδο του ελληνικού τραγουδιού. Μπορεί να γεννήθηκα πολύ μετά τον θάνατο του αλλά οι παραστατικές περιγραφές των καλλιτεχνών σκιαγραφούν τον χαρακτήρα του και σε κάνουν να νιώθεις πως ακούς στα αλήθεια τον Στράτο να τραγουδά μέσα στην σιωπή.

Η φράση του Θανάση Πολυκανδριώτη «τραγούδαγε ξερά, με μάγκικο τρόπο, ήξερε τι έλεγε, ήταν κατανοητός με το συναίσθημα ενός πατέρα που ήταν. Έπαιξα σαν εκτελεστής. Ήταν ένας μεγάλος άνθρωπος, ένας καλός οικογενειάρχης» συγχωνεύει όσα έχουν πει οι καλλιτέχνες του ελληνικού τραγουδιού για τον μεγάλο Στράτο Διονυσίου.

Ο Αντώνης Ρεπάνης θα πει για τον Στράτο πως ήταν «άψογος, αυθόρμητος άνθρωπος και συνεπής συνεργάτης. Έδινε το κάτι παραπάνω στα τραγούδια από ότι του έδινε ο συνθέτης». Διαβάζοντας τη δήλωση αυτή σκέφτεσαι αυθόρμητα τις μαγικές ερμηνείες που κάνουν τις ψυχές μας πιο πλούσιες κάθε φορά που παίζουν τα τραγούδια του. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς μουσικός για να νιώσει αυτό το «μάγκικο» και αυτό το «κάτι παραπάνω» της απλότητας του τραγουδίσματός του.

Άλλωστε όπως το θέτει απλά ο Τάκης Μουσαφίρης: «Το ότι ο Στράτος είναι ένας τεράστιος τραγουδιστής είναι πλέον θεώρημα». Πράγματι, κάθε φορά που ακούγεται κάποιο τραγούδι του υπάρχει μια αίσθηση σεβασμού απέναντι στον ερμηνευτή, στην αυθεντία του. Κάτι που φάνηκε και όταν έφυγε αφού, εκείνη η μέρα «Ήταν ένα λαϊκό προσκύνημα. Είχανε κλείσει όλοι οι δρόμοι. Δηλαδή είχα μείνει άφωνος. Δεν περίμενα ότι τόσος κόσμος απλοϊκός αγαπούσε τον Στράτο. Ήταν τελικά ο μεγάλος λαϊκός τραγουδιστής», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Γιώργος Πολυχρονιάδης, ερμηνευτής που έζησε ως τις τελευταίες στιγμές τον Στράτο στο νυχτερινό του κέντρο, όπου συνεργάζονταν.

Και ήταν ο μεγάλος λαϊκός τραγουδιστής, διότι σύμφωνα με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο «είχε την πιο άμεση, πλαστική, δραστική, ρωμαλέα και χαρακτηριστική φωνή του συγχρόνου καιρού. Ό,τι τραγούδι κι αν έλεγε, το πέρναγε στον κόσμο. Ήταν πειστικός και δυνατός, στιβαρός και σίγουρος. Ένας υποδειγματικός επαγγελματίας και ένα θεριό του πάλκου που δεν το εγκατέλειψε, ούτε τον εγκατέλειψε ως τις τελευταίες μέρες της ζωής του».

Όπως και ο Μάκης Μάτσας με τον Θανάση Πολυκανδριώτη μεταγενέστερα σε συνέντευξη συμφωνούσαν πως «ο Στράτος ήταν ντόμπρος, σε κοιτούσε στα μάτια, μάγκας και αυθεντικός λαϊκός τραγουδιστής. Όση μπέσα είχε εκείνος δεν είχε κανείς». Ο Τάκης Μουσαφίρης έχει επίσης πει: «Παρακαλούσαμε και χαιρόμασταν να γράφουμε μαζί του. Όχι μόνο εμείς αλλά και οι λέξεις. Τόσο όμορφα δεν πιστεύω σε άλλο στόμα τραγουδιστή να ένιωθαν οι λέξεις. Παίρνανε σειρά σειρά και βγαίνανε στον αέρα», μια φράση που τα λέει όλα.

Πέραν ωστόσο του μοναδικού τρόπου ερμηνείας των τραγουδιών, οι καλλιτέχνες ξεχωρίζουν και τις σπουδαίες μουσικές του ικανότητες. Ο Τάκης Σούκας έχει δηλώσει ότι «είναι ο μόνος τραγουδιστής που δεν έχασε ποτέ, ούτε για μια φορά στα τόσα χρόνια τον τόνο του!». Από την άλλη, ο Γιώργος Χατζηνάσιος αναφέρει πως «ο Στράτος ήταν ο τραγουδιστής του μια και έξω. Το μάθαινε και το έλεγε μια φορά. Τόσο γνήσιος που αγαπούσε όλα τα είδη μουσικής». Εξάλλου, η επί χρόνια παρτενέρ του Μαρίνα Βλαχάκη θα πει πως «ήταν Δάσκαλος για κάθε καλλιτέχνη. Άνθρωπος στην κυριολεξία. Με χιούμορ, άψογος, κύριος, πονετικός και παραπονιάρης».

Ο Στράτος ήταν ένας άνθρωπος που είχε μέσα του ειλικρινή αγάπη για το τραγούδι και την οικογένειά του. Ο Αχιλλέας Θεοφίλου αναφέρει: «Ήταν ένας γνήσια λαϊκός άνθρωπος. Ένας άνθρωπος που ζούσε λαϊκά. Έγινε αποδεκτός και στον αστικό κόσμο αλλά δεν έπαψε να είναι μια λαϊκή ψυχή, μια λαϊκή συνείδηση. Ευθύς άνθρωπος. Με σημαντικά ψυχικά προτερήματα που σπάνια βρίσκεις», ενώ η τελευταία παρτενέρ του μέχρι και λίγες ώρες πριν την απώλεια του, Κική Λουκά όπως αναφέρει έβλεπε «πόση χαρά ήθελε να δίνει στους γύρω του και στην οικογένεια του. Έστελνε λουλούδια στη γυναίκα και στα παιδιά του όταν έρχονταν στο μαγαζί».

Ο μεγάλος δημιουργός Απόστολος Καλδάρας, που έφυγε από την ζωή έναν μήνα πριν τον Στράτο είχε πει: «Μέσα στο φάσμα που περικλείει όλους τους Έλληνες τραγουδιστές υπάρχουν ορισμένα σημεία, τα οποία φωτίζουν πολύ έντονα. Ένα από τα σημεία αυτά είναι και ο Στράτος Διονυσίου». Ο Μίμης Πλέσσας τον χαρακτηρίζει ως «γνήσιο λαϊκό βάρδο» ενώ ο Γιάννης Πάριος αναφέρει πως «ο Στράτος ήταν μεγάλος και σπουδαίος και όχι τυχαία».

Κρατώ για το τέλος τα υπέροχα λόγια του Λευτέρη Παπαδόπουλου που απεικονίζουν με εμφατικό τρόπο τι ήταν και τι είναι το φαινόμενο Στράτος Διονυσίου: «Με μια φωνή μελαγχολική γεμάτη από χρώματα που θύμιζαν πανέμορφη βυζαντινή εκκλησία βούτηξε στο μέλι της αμαρτίας και της ανθρώπινης αδυναμίας. Ρίχτηκε στα αγκάθια της ζωής κι έβγαλε μουσικούς ανθούς. Είναι κάτι τραγούδια πονεμένα, όμοια με λαϊκές προσευχές που μας συντροφεύουν εδώ και 50 περίπου χρόνια. Παραβγήκαν με το χρόνο και τον άφησαν πίσω χιλιόμετρα μακριά».


Δημήτρης Τόλιας

Γεννήθηκε το 1998 και μεγάλωσε στον Ωρωπό Αττικής. Είναι προπτυχιακός φοιτητής του τμήματος Πολιτικών Επιστημών στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ενώ έχει φοιτήσει και για ένα έτος στο ίδιο τμήμα του Πανεπιστημίου Κρήτης. Είναι λάτρης της πολιτικής ιστορικής ανάλυσης και έρευνας. Ασχολείται με την ανίχνευση της διαδικασίας διάδοσης και τις επιδράσεις των πολιτικών ιδεών στην κοινωνία τόσο στο παρελθόν όσο και φυσικά στο σήμερα.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δημήτρης Τόλιας
Δημήτρης Τόλιας
Γεννήθηκε το 1998 και μεγάλωσε στον Ωρωπό Αττικής. Είναι αριστούχος του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ασχολείται με την πολιτική ανάλυση και την πολιτική επικοινωνία έχοντας εργασιακή και ερευνητική εμπειρία στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα. Ερευνητικά του ενδιαφέροντα αποτελούν τα πολιτικά κόμματα, τα πολιτικά και εκλογικά συστήματα και η πολιτική κοινωνιολογία.