23.3 C
Athens
Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΑνάπτυξηΟ οικονομικός αντίκτυπος του κορωνοϊού στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου

Ο οικονομικός αντίκτυπος του κορωνοϊού στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου


Του Σωτήρη Σωτηρίου, 

Τη στιγμή που η Ευρώπη προχωρά σε σταδιακή άρση του γενικευμένου lockdown και η Κίνα έχει επανέλθει σε ένα βαθμό στην οικονομικοκοινωνική «κανονικότητα», με άλλους όρους βέβαια, η ενεργειακή αγορά κρούει τον κώδωνα του κινδύνου. Το διάστημα που είχε επιβληθεί από πολλές κυβερνήσεις χωρών περιορισμός κυκλοφορίας, με στόχο τη μη εξάπλωση του ιού, κυρίως για να μην απειλήσει με κατάρρευση το εκάστοτε εθνικό σύστημα υγείας, η παγκόσμια αγορά ενέργειας παρουσίασε κάποια αξιοσημείωτα χαρακτηριστικά.

Αρχικά, πρέπει να επισημάνουμε πως η πανδημία του κορωνοϊού προκάλεσε μια άνευ προηγουμένου σε ταχύτητα, βάθος και έκταση υγεονομική και οικονομική κρίση, χειρότερη από αυτή της Μεγάλης Ύφεσης του 1929 και της χρηματοοικονομικής κρίσης που ξέσπασε μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008. Σύμφωνα με την ανάλυση της Rystad Energy, οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου προετοιμάζονται για απώλεια εσόδων ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων, ενώ η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας προβλέπει πτώση ρεκόρ της πετρελαϊκής ζήτησης για το 2020, με την τιμή του πετρελαίου να έχει υποχωρήσει ήδη από την αρχή του έτους πάνω από 60%.

Ο κλάδος της ενέργειας γενικότερα παρουσιάζει παγκόσμιο προσανατολισμό και μεγάλη μεταβλητότητα, καθώς οι διακυμάνσεις στις τιμές είναι έντονες και επηρεάζονται από πολιτικής ή οικονομικής φύσεως γεγονότα. Το τελευταίο διάστημα έχει επηρεαστεί έντονα από το ξέσπασμα της κρίσης, οδηγώντας σε μείωση των μετακινήσεων, του εμπορίου και της οικονομικής δραστηριότητας παγκοσμίως. Ο περιορισμός κυκλοφορίας (lockdown), που επεβλήθη από τις κυβερνήσεις στην προσπάθειά τους να μην υπάρξει εξάπλωση του ιού, κλόνισε τον κλάδο που παρουσίασε πτώση της ζήτησης σε ενέργεια από 18% (κράτη σε μερική απαγόρευση) έως και 25% (κράτη με ολική απαγόρευση).

Η πτώση της ζήτησης ξεκίνησε από την Κίνα, τη χώρα που ξέσπασε και ο κορωνοϊός, η οποία αποτελεί και τον κύριο καταναλωτή ενέργειας. Αυτή η πτώση της ζήτησης οδήγησε και στην κατάρρευση της τιμής του πετρελαίου κυρίως, του ορυκτού καυσίμου με τη σπουδαιότερη σημασία, αφού αντιπροσωπεύει και το 1/3 περίπου της παγκόσμιας κατανάλωσης σε ενέργεια. Το πετρέλαιο, ο «μαύρος χρυσός», ως «η μητέρα όλων των αγαθών» λόγω των πολλαπλών χρήσεών του δεν αντιμετώπιζε την καθιερωμένη ζήτηση. Με το ξέσπασμα του κορωνοϊού, αν και η Σαουδική Αραβία πρότεινε στη Ρωσία τη μείωση της παραγωγής για να στηριχθούν οι τιμές του πετρελαίου, η τελευταία δε συμφώνησε, για να μην αυξηθεί το μερίδιο για τις ΗΠΑ με την παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου. Έτσι, από τη στιγμή που η Μόσχα διαφοροποίησε τη θέση της, το Ριάντ αντέδρασε επιθετικά αυξάνοντας θεαματικά την παραγωγή και προσφέροντας το πετρέλαιο σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, παρά το γεγονός ότι αποτέλεσε μια παρακινδυνευμένη επιλογή εξαιτίας της εξάρτησης που έχει η οικονομία του Βασιλείου από αυτό τον πόρο.

Το ξέσπασμα, λοιπόν, του «πετρελαϊκού πολέμου» των άλλοτε συμμάχων (πρώην αντιπάλων που η εκρηκτική αύξηση παραγωγής σχιστολιθικών υδρογονανθράκων στις ΗΠΑ υπήρξε ο κοινός τους εχθρός), μαζί με τη μειωμένη ζήτηση, οδήγησαν σε χαμηλές τιμές, περίπου στα 20 δολάρια το βαρέλι. Μάλιστα, στη διαμόρφωση της τιμής, καθοριστική σημασία διαδραμάτισαν το κλίμα και ο φόβος. Ένα από τα πρώτα θύματα αυτού του «πετρελαϊκού πολέμου» αποτέλεσε η Whiting Petroleum, η αμερικανική εταιρεία παραγωγής σχιστολιθικού πετρελαίου, που υπέβαλε αίτημα υπαγωγής στο άρθρο 11 του πτωχευτικού κώδικα.

Επιπροσθέτως, στις 20 Απριλίου εμφανίστηκε ένα ακόμη αξιοσημείωτο γεγονός. Η τιμή του αμερικανικού αργού ξεπέρασε τα -37 δολάρια, τιμή που σήμανε μια ιστορική πτώση. Ουσιαστικά, το συγκεκριμένο γεγονός επιβεβαίωσε πως η αγορά πετρελαίου, βραχυπρόθεσμα έστω, παρουσιάζει ανελαστικότητα και αυτό γιατί για τους παραγωγούς η διακοπή της παραγωγής τους μπορεί να κοστίσει παραπάνω. Σταθεροποιητική δύναμη σε αυτή την ανελαστική αγορά είναι η δυνατότητα αποθήκευσης, ωστόσο και αυτή έφθασε στα όριά της, αφού η υπερπλεονάζουσα παραγωγή δεν είχε πού να διοχετευτεί. Μάλιστα, πολλά tankers πλέον χρησιμοποιήθηκαν όχι για τη μεταφορά αργού ή διυλισμένου, αλλά για την αποθήκευσή του.

Τέλος, αξιοσημείωτο γεγονός αυτής της περιόδου και ίσως η μόνη θετική συνέπεια της κρίσης που αντιμετωπίζει η αγορά ενέργειας, υπήρξε η συνεπαγόμενη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Η μειωμένη ζήτηση και η συνεπαγόμενα μειωμένη κατανάλωση οδήγησε σε έναν κόσμο πιο περιβαλλοντικά βιώσιμο. Βέβαια, το καίριο ζήτημα είναι αν η «ανάρρωση» της οικονομικής δραστηριότητας θα επέλθει με φιλικούς για το περιβάλλον όρους ή αν θα συνεχίσει με δυσμενείς ανθρωπογενείς δραστηριότητες να το υποβαθμίζει.

Το μόνο βέβαιο είναι ότι η αγορά ενέργειας και συγκεκριμένα η αγορά πετρελαίου, μέχρι την υποχώρηση του ιού και την ολική επανεκκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας, θα είναι αντιμέτωπη με μια μειωμένη ζήτηση, που θα αποτελεί πληγή για τα έσοδα των εταιρειών. Το ξέσπασμα του ιού άλλαξε την υφιστάμενη «κανονικότητα» και μένει να δούμε πώς θα διαμορφωθεί εν καιρώ η «νέα κανονικότητα».


Σωτήρης Σωτηρίου
Γεννήθηκε το 1998 στην Αθήνα, σπουδάζει στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς και έχει συμμετάσχει σε προσομοιώσεις, εκπαιδευτικές δράσεις, συνέδρια και σεμινάρια γύρω από τα διεθνή και οικονομικά ζητήματα. Γνωρίζει 3 ξένες γλώσσες, αρθρογραφεί κυρίως για ευρωπαϊκά θέματα και έχει κάνει διαδικτυακά μαθήματα σχετικά με τα οικονομικά.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ