21.1 C
Athens
Τρίτη, 23 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηΗ υποκρισία ως νόσος

Η υποκρισία ως νόσος


Του Γιώργου Κοσματόπουλου,

Το Πάσχα αποτελεί τη μεγαλύτερη εορτή του Χριστιανισμού. Οι συμβολισμοί του, κορυφαίος των οποίων είναι η λύτρωση της Ανάστασης που διαδέχεται τα Πάθη και τη Σταύρωση, συγκλονίζουν τον κάθε άνθρωπο. Ειδικά το Ελληνορθόδοξο Πάσχα, με  το πλούσιο θρησκευτικό του τελετουργικό, να λαμβάνει χώρα στην καρδιά της άνοιξης και να πλαισιώνεται από πολλά έθιμα, έχει καταστεί η πιο μαζική κοινωνική εκδήλωση στη χώρα μας. Δυστυχώς φέτος, λόγω των αναγκαίων περιοριστικών μέτρων έναντι της πανδημίας του κορωνοϊού, δεν ζήσαμε όλη την κατανυκτική πορεία που προηγείται αυτού και δεν θα το γιορτάσουμε με τον παραδοσιακό τρόπο.

Πέραν κομματικών και λοιπών περιχαρακώσεων, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι η κυβέρνηση και ο κρατικός μηχανισμός, μέχρι στιγμής και δεδομένων των συνθηκών, έχουν ανταποκριθεί πολύ καλά απέναντι στην τεράστια αυτή πρόκληση. Το ίδιο ισχύει και για τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού που τηρεί τα επιβεβλημένα έκτακτα μέτρα προστασίας. Συνολικά, λοιπόν θα πρέπει να είμαστε υπερήφανοι για τη χώρα μας και συνεχίσουμε να πορευόμαστε με σύνεση και ομοψυχία.

Βέβαια, σε κάθε κρίση υπάρχουν και αυτοί οι οποίοι προσπαθούν, μέσα στη γενικότερη ένταση, να επιβεβαιώσουν τις ιδεοληψίες τους και να προάγουν τα συμφέροντά τους. Στο πλαίσιο ακραίων καταστάσεων φανερώνεται ο πραγματικός χαρακτήρας του καθενός. Στο προηγούμενο άρθρο μου είχα αναφερθεί σε ιδεοληπτικές, μικρόψυχες και ανεύθυνες κινήσεις της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, οι οποίες βέβαια ουδόλως απαλλάσσουν την κυβέρνηση από τη βάσανο της ουσιαστικής κριτικής. Σήμερα, λόγω και των ημερών που πέρασαν, θα αναφερθώ σε ένα άλλο κύμα αντιδράσεων το οποίο έχει παρόμοια ελατήρια. Είναι αυτό του αντικληρικαλισμού.

Ουδείς είναι υπεράνω κριτικής. Πολλώ δε μάλλον όταν ασκεί εξουσία και οι πράξεις τους βαρύνουν πολύ στη συνείδηση της κοινωνίας. Η Εκκλησία, το πρώτο διάστημα της κρίσης, κράτησε μία επαμφοτερίζουσα στάση αναφορικά με το σκέλος των μέτρων που αφορούσε τη λειτουργία των ναών και την άσκηση της λατρείας. Ο Αρχιεπίσκοπος επέλεξε να κρατήσει ισορροπίες εντός της Ιεραρχίας. Μία ισχυρή τάση ήταν αυτή που υποστήριζε ότι η αποδοχή της υπαγωγής εντός ενός αυστηρά κοσμικού κι επιστημονικού πλαισίου θα ερχόταν σε αντίθεση με την ίδια της τη φύση. Έτσι, η ηγεσία της Εκκλησίας επέλεξε ουσιαστικά να πετάξει το μπαλάκι στην κυβέρνηση, προκειμένου η ίδια να επιβάλλει τα μέτρα που εισηγήθηκαν οι επιστημονικά υπεύθυνοι για την αντιμετώπιση της νόσου. Αυτή η  στάση, προκάλεσε αλγεινή σε κάποιους, ενώ επικροτήθηκε από άλλους. Γεγονός είναι πάντως, πως έδωσε πάτημα σε αυτούς που παραδοσιακά την εχθρεύονται να εκτοξεύσουν ύβρεις εναντίον της. Ξεσπάθωσαν λοιπόν κάποιοι, κυρίως στο διαδίκτυο, εναντίον τόσο του κλήρου όσου και του λαού, ο οποίος προ της επιβολής των μέτρων συνέχιζε να επισκέπτεται τους ναούς και να λαμβάνει μέρος στα μυστήρια.

Οι επιθέσεις φυσικά δεν ήταν απόρροια ευγενών κινήτρων όπως η αγωνία για την υγεία αυτών των συνανθρώπων τους. Ήταν μία εκμετάλλευση του πρόσφορου εδάφους που είχε δημιουργήσει η γενική ανησυχία προκειμένου να κατηγορηθεί η Εκκλησία για ό,τι κακό συμβαίνει σε αυτό τον τόπο. Διαβάσαμε ότι ενδιαφέρεται μόνο για το παγκάρι λες και αν δεν ρήξεις τον οβολό σου κινδυνεύεις με απαγόρευση εισόδου ή έξωση. Γενικεύτηκε η κατηγορία περί σκοταδισμού λες και το σύνολο της Ιεραρχίας είναι υπόλογο για ακραίες θέσεις και συμπεριφορές ορισμένων μελών του ή λες και εντός των εκατομμυρίων πιστών της είναι παράλογο να υπάρχουν και κάποιοι φανατικοί. Αποκλήθηκαν οι πιστοί «χριστιανοταλιμπάν» από διάφορους δήθεν κοσμοπολίτες οι οποίοι θα έπρεπε να γνωρίζουν ότι εκεί όπου επικρατούν οι  πραγματικοί ταλιμπάν, αν μη τι άλλο δεν θα είχαν ούτε το ελεύθερο βήμα ούτε την ελευθερία του λόγου για να εκφράζονται τοιουτοτρόπως. Ακούστηκε και πάλι, ότι Θρησκεία και Επιστήμη δεν πάνε μαζί, λες και δεν υπάρχουν πάρα πολλοί που υπηρετούν με αφοσίωση και τα δύο, με πιο τρανό κι επίκαιρο παράδειγμα τον Καθηγητή Ιατρικής και επικεφαλής για την αντιμετώπη της πανδημίας, κο. Σωτήρη Τσιόδρα.

Ο κος Τσίοδρας αποτέλεσε ένα ακόμη θύμα του αντικληρικαλισμού. Καίτοι κορυφαίος επιστήμων με λαμπρή πορεία στα κορυφαία πανεπιστήμια του κόσμου κατηγορήθηκε ως θρησκόληπτος με αντιεπιστημονική συμπεριφορά. Ο ίδιος, εισηγήθηκε τα μέτρα που αφορούσαν την προσωρινή αλλαγή, του τρόπου λειτουργίας των εκκλησιών, πήγε  στη συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου προκειμένου να πείσει τα μέλη της για την ανάγκη να αποφασίσουν αναλόγως αλλά το γεγονός ότι είναι ιεροψάλτης αποτελούσε επαρκές στοιχείο για να τεθεί στο στόχαστρο της διαδικτυακών “ορθολογιστών”. Κατηγορήθηκε  για το γεγονός ότι, τηρώντας πιστά τα μέτρα, μετέβη στην ενορία του για να ψάλει. Και τούτο αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της υποκρισίας που διαπνέει τις επιθέσεις όσων απλώς εχθρεύονται τυφλά την Εκκλησία. Διότι όποιος παρακολουθεί τους ακτιβιστές του δήθεν ορθού λόγου δεν μπορεί να παραβλέψει το γεγονός ότι την ίδια στιγμή που εξαντλούν την αυστηρότητά τους σε κάθε απόκλιση λειτουργών της Εκκλησίας από τα προβλεπόμενα μέτρα (που κακώς συμβαίνει) δεν ψελλίζουν μισή κουβέντα για παραβιάσεις πολύ μεγαλύτερης κλίμακας κι επικινδυνότητας από θρησκευτικές και κοινωνικές ομάδες που τελούν υπό την προστασία της πολιτικής ορθότητας έναντι κάθε κριτικής.

Το γλέντι των ρομά στην Κομοτηνή, τα επεισόδια σε καταυλισμό της Λάρισας με πολλούς από αυτούς να χαρακτηρίζουν «ρατσιστική» της καραντίνα, ο προπηλακισμός του αρμοδίου κλιμακίου που έσπευσε στην περιοχή, η παραδοχή του προέδρου τους ότι πολλοί αρνούνται να τηρήσουν τα μέτρα διότι πιστεύουν ότι δεν υπάρχει κορωνοιός, δεν υπέπεσαν στην αντίληψη των “διαφωτισμένων”. Ούτε φυσικά ετέθη από κανέναν ο προβληματισμός για τη λειτουργία  των παρανόμων τεμενών εν μέσω πανδημίας.

Τα παραδείγματα είναι πολλά και αποδεικνύουν ότι αν το σώμα της ελληνικής κοινωνίας κινδυνεύει από τον κορωνοϊό, το πνεύμα της κινδυνεύει από τον υποκρισία. Με αφορμή τις ημέρες που διανύουμε και ανεξαρτήτως της σχέσης που έχει ο καθένας με τη Θρησκεία, ας στοχαστούμε κι ας ομολογήσουμε τουλάχιστον στον εαυτό μας τα πραγματικά κίνητρα των συμπεριφορών μας…


Γιώργος Κοσματόπουλος

Γεννήθηκε το 1989 στη Λαμία και έζησε μέχρι τα 18 μου χρόνια στον Άγιο Κωνσταντίνο Φθιώτιδας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Νομικά στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου, εργαζόμενος παράλληλα τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, πάνω στα αντικείμενα των σπουδών του. Αρθρογραφεί για θέματα πολιτικής επικαιρότητας.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γιώργος Κοσματόπουλος
Γιώργος Κοσματόπουλος
Γεννήθηκε το 1989 στη Λαμία και έζησε μέχρι τα 18 μου χρόνια στον Άγιο Κωνσταντίνο Φθιώτιδας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Νομικά στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου, εργαζόμενος παράλληλα τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, πάνω στα αντικείμενα των σπουδών του. Αρθρογραφεί για θέματα πολιτικής επικαιρότητας.