21.5 C
Athens
Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαBiennio Rosso: Σημείο καμπής για τη νέα Δεξιά (Μέρος Β')

Biennio Rosso: Σημείο καμπής για τη νέα Δεξιά (Μέρος Β’)


Του Παναγιώτη Στέφου,

Τα χρόνια που ακολούθησαν τη λήξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου ήταν καθοριστικά για τη μοίρα του πολιτικού χάρτη της αιματοβαμμένης Ευρώπης. Ένα πρωταρχικής σημασίας γεγονός ήταν η δημιουργία μιας καινούργιας μορφής πολιτικού λόγου και βίαιου ακτιβισμού, ο οποίος ανέκυψε μέσα από τους κόλπους της Δεξιάς, ως αντανακλαστικό προς την αγωνιστική ιδεολογία του Μαρξισμού-Λενινισμού. Η Ρωσική επανάσταση έδειξε τον δρόμο προς μια νέα μορφή κοινωνίας, έναν κόσμο στον οποίο οι εργάτες θα κυβερνούσαν οι ίδιοι τις μοίρες τους. Ήταν ένα όραμα που για πολλούς Ευρωπαίους είχε μόλις καταστεί εφικτό, χάρη στην πτώση των παλαιών Γερμανικών, Αυστρο-Ουγγρικών και Ρωσικών δυναστειών και την αποδυνάμωση των κυβερνήσεων των μεγάλων δημοκρατικών χωρών της Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης. Η κρίση έγινε αρχικά ορατή στις ελάσσονες οικονομίες του καπιταλιστικού κόσμου, όπως η Ιταλία, ωστόσο δεν άργησε να εμφανιστεί και σε ορισμένες από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Παρά τα σχέδια των ηγετών των τελευταίων, η λήξη των εχθροπραξιών δεν απέφερε κάποια ανάπαυλα από τη διαμάχη, καθώς σε πολλές χώρες οι στρατιωτικές επιχειρήσεις έδωσαν τη σκυτάλη στην εσωτερική σύγκρουση. Ο ξεσηκωμός των εργατών, ωστόσο, δεν επρόκειτο να πετύχει παντού όσο στη Ρωσία.

Από τη Σκωτία μέχρι την Αδριατική, μία παλίρροια επαναστάσεων επιχείρησε να πνίξει τα bourgeois καθεστώτα, οι οποίες όμως δεν άργησαν να ηττηθούν. Οδοφράγματα στήθηκαν σε γερμανικές πόλεις, η Φινλανδία βυθίστηκε στον εμφύλιο πόλεμο, ενώ μόνο στην Ουγγαρία οι υποστηρικτές του Béla Kun κατάφεραν την ανατροπή της άρχουσας τάξης. Ισχυρά αντεπαναστατικά στοιχεία εμφανίστηκαν σε όλες τις χώρες όπου ο σοσιαλισμός φαινόταν αρχικά να θριαμβεύει. Στην εξεταζόμενη περίπτωση, καταλυτική για τη διαμόρφωση της κατάστασης ήταν η στάση που πήραν οι Φασίστες απέναντι στις επαναστατικές συνθήκες της Ιταλίας.

Η γενέτειρα του Ρέμου και του Ρωμύλου είχε υιοθετήσει το καθεστώς της συνταγματικής μοναρχίας από το 1861 όταν η χώρα ενοποιήθηκε. Παρά το γεγονός ότι αντίθετα με τις προαναφερθείσες βασιλικές οικογένειες, ο οίκος των Σαβοΐων θα διατηρούσε το βασιλικό του σκήπτρο, τα έτη 1919/1920 αναφέρονται στην ιταλική ιστοριογραφία ως «κόκκινη διπλή χρονιά» (biennio rosso). Ήδη από τον Νοέμβρη του 1919 ο απόηχος της Οκτωβριανής επανάστασης είχε ακουστεί. Η Ιταλία εισήγαγε το οκτάωρο και το Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα (ΙΣΚ) απέκτησε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Τα οικονομικά ζητήματα δεν άργησαν να μετατραπούν σε πολιτικές διεκδικήσεις. Ενώ στην αρχή τα αιτήματα που είχαν τεθεί αφορούσαν μόνο τους μισθούς των εργαζομένων, τα συνδικάτα των εργατών μετάλλου στο Milano και το Torino μιλούσαν πλέον ανοιχτά για εργατικό έλεγχο. Μπροστά στην έκκληση για μια γενίκευση της επανάστασης τα ισχυρότερα όργανα των εργατικών διεκδικήσεων δίστασαν. Το ΙΣΚ και το σωματείο Confederazione General del Lavoro (CGL) έβλεπαν ολόγυρά τους τα φιλο-εργατικά επαναστατικά κινήματα να κατατροπώνονται, και έφτασαν ως εκ τούτου σε μια συμβιβαστική λύση: «την αναγνώριση του συνδικαλιστικού ελέγχου των εργοστασίων από την πλευρά των εργοδοτών». Ήταν μία απόφαση που δεν απηχούσε σε καμία απ΄τις δύο πλευρές. Η σύγχυση έφερε το βασίλειο στο χείλος του εμφυλίου πολέμου, αλλά στο τέλος το μόνο που απέδωσε η κίνηση αυτή ήταν να γιγαντωθεί ο διχασμός μεταξύ της Αριστεράς και της Δεξιάς. Οι εξτρεμιστές του Mussolini, ζητωκραυγάζοντας ήδη από το 1918 υπέρ της πιθανότητας ενός καινούργιου πολέμου, θα επηρεαστούν άμεσα από αυτές τις εξελίξεις.

Είναι σημαντικό να αντιληφθεί κανείς πως οι προγραμματικές δηλώσεις του Φασιστικού κόμματος το 1919 έβρισκαν τη φρασεολογία τους μέσα από την αριστερή-επαναστατική ρητορική εκείνων των ταραγμένων χρόνων. Ο Mussolini, άλλωστε, πάλαι ποτέ διευθυντής σοσιαλιστικής εφημερίδας, θα αναδιατυπώσει με μεγάλη ευστοχία ορισμένα βασικά αιτήματα των εχθρών του: «ανακήρυξη της Δημοκρατίας (Republic)», «λαϊκή κυριαρχία μέσα από το καθολικό εκλογικό δικαίωμα», «κατάργηση όλων των τίτλων της τάξης των ευγενών» και «ελευθερία των ιδεών και του Τύπου». Οι δημαγωγικές δηλώσεις του Mussolini έπλητταν τόσο τα δημοκρατικά κόμματα, όσο και τους παλαιούς του συντρόφους στο ΙΣΚ. Η βιαιότητα των προθέσεών του ήταν από τότε πλήρως εμφανείς. Καθώς το τελευταίο δίσταζε μπροστά στην πιθανότητα ενός καινούργιου πολέμου, ο Mussolini έκρινε πως ήταν «το μοναδικό αντιδραστικό κόμμα της Ιταλίας». Πράγματι, οι τακτικές των μετα-πολεμικών Φασιστών ήταν έκδηλα φιλο-εργατικές όσον αφορά τα προσχήματά τους. Ο Mussolini επισκεπτόταν τις καταλήψεις των εργοστασίων και προέτρεπε τους εργαζόμενους να συνεχίσουν τον αγώνα μέχρι την τελική νίκη. Έναντι του φιλειρηνισμού των Σοσιαλιστών, ο Duce παρέβαλε τη μαχητικότητα και μια αναζωπυρωμένη «πάλη των τάξεων». Κατά τη διάρκεια των ταραχών στην πόλη Biella όπου υπήρξαν νεκροί, χτυπούσε παλαμάκια: «Αυτό το κίνημα ήταν αναγκαίο για να χτυπήσει την απληστεία όσων πεθαίνουν τον λαό στην πείνα.»

Παρ΄ όλη αυτήν την εξάπλωση του χάους, το Φασιστικό κόμμα απέτυχε να έχει κάποιο σημαντικό αποτέλεσμα στις εκλογές εκείνου του χρόνου. Ο φασισμός βρισκόταν πλέον σε φάση αποδιοργάνωσης και αποσύνθεσης. Προς τα τέλη του χρόνου, μάλιστα, o Mussolini σκεφτόταν να αποχωρήσει από την πολιτική σκηνή. Παραδόξως, μόλις δύο χρόνια αργότερα ο ίδιος άνθρωπος θα έχει επιτυχώς καταλάβει την εξουσία. Η αγριότητα των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων θα στιγματήσει τη μετέπειτα πορεία του ιταλικού κράτους.


Βιβλιογραφία

  • Mark Mazower, Σκοτεινή Ήπειρος – Ο ευρωπαϊκός εικοστός αιώνας, 1998
  • Georg Scheuer, Σύντροφος Μουσολίνι – Ρίζες και δρόμοι του πρωτογενούς φασισμού, 1999

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Παναγιώτης Στέφος
Παναγιώτης Στέφος
Γεννήθηκε στις 16-6-1996 στο νησί της Ρόδου. Σπουδάζει στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΕΚΠΑ, ακολουθώντας την κατεύθυνση της Ιστορίας. Αγαπημένα θέματά του αποτελούν ο μακρύς 19ος αιώνας και ο Ευρωπαϊκός Μεσαίωνας. Πέραν της ασχολίας του με την Ιστορία ασχολείται ερασιτεχνικά με το θέατρο και τη λογοτεχνία.