20.4 C
Athens
Τετάρτη, 24 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο δικαίωμα του εργαζομένου στη χορήγηση άδειας αναψυχής

Το δικαίωμα του εργαζομένου στη χορήγηση άδειας αναψυχής


Της Χρυσοβαλάντω Κουτσούλη, 

Ως άδεια αναψυχής ορίζεται η παροχή στον εργαζόμενο για κάθε ημερολογιακό έτος ελεύθερου χρόνου, με διατήρηση της αξίωσής του στο μισθό για το χρόνο αυτό, με σκοπό την ανάπαυση και την αναψυχή του. Ο θεσμός της άδειας αναψυχής, πέρα από την προστασία του εργαζομένου, αποτελεί και αναπόσπαστο στοιχείο του κοινωνικού κράτους, συμβάλλοντας στη διατήρηση του εργαζόμενου πληθυσμού σε ένα υψηλό επίπεδο υγείας και στη μεγαλύτερη συμμετοχή του στα αγαθά του ελεύθερου χρόνου.

Μαζί με τον ελεύθερο χρόνο, ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει στον εργαζόμενο τις αποδοχές για ολόκληρο το διάστημα, κατά το οποίο διαρκεί η άδεια («αποδοχές άδειας»). Ο εργαζόμενος που αμείβεται με χρονικό μισθό δικαιούται τις συνήθεις αποδοχές που θα δικαιούταν αν απασχολούταν στην επιχείρηση κατά τον αντίστοιχο χρόνο. Στην έννοια των αποδοχών αυτών συμπεριλαμβάνονται και οι κάθε είδους πρόσθετες ή συμπληρωματικές τακτικές παροχές (αντίτιμο τροφής, επιδόματα κτλ). Στις συνήθεις αποδοχές εντάσσεται και η αμοιβή από τακτική εργασία κατά την Κυριακή, εορτές και νύχτα, αμοιβή για υπερεργασία, εφόσον παρέχεται τακτικά, αμοιβή για νόμιμη τακτική υπερωρία.

Προς ενίσχυση του σκοπού της αναψυχής του εργαζόμενου, που επιδιώκεται με το θεσμό της άδειας, ο εργοδότης φέρει την υποχρέωση να καταβάλει μαζί με τις αποδοχές άδειας και ένα πρόσθετο ποσό, το «επίδομα άδειας». Το επίδομα άδειας ισούται με το σύνολο των αποδοχών άδειας, με τον περιορισμό ότι αυτό δεν μπορεί να υπερβεί το μισό, για όσους αμείβονται με μηνιαίο μισθό και τα 13 ημερομίσθια για όσους αμείβονται με ημερομίσθια ή με ποσοστά.Τόσο οι αποδοχές αδείας, όσο και το επίδομα αδείας, προκαταβάλλονται στον εργαζόμενο κατά την έναρξη της άδειάς του. Αν ο εργαζόμενος λόγω αδικαιολόγητης αποχής από την εργασία, δε δικαιούται να λάβει την άδεια αναψυχής (ολόκληρη ή μέρος), τότε δε δικαιούται να λάβει ούτε και τις αντίστοιχες χρηματικές παροχές (αποδοχές και επίδομα αδείας), που συναρτώνται με την παροχή του ελεύθερου χρόνου.

Ο εργοδότης έχει υποχρέωση να παράσχει την άδεια, ακόμα κι αν δε τη ζήτησε ο εργαζόμενος, οπωσδήποτε μέσα στο ημερολογιακό έτος για το οποίο αυτή χορηγείται. Μετά, όμως, τη λήξη του έτους η αξίωση για την άδεια μετατρέπεται σε χρηματική, αφού μεταφορά της άδειας στον επόμενο χρόνο δεν επιτρέπεται, ούτε ακόμα και με τη συναίνεση του εργαζομένου. Το ακριβές χρονικό σημείο χορήγησης της άδειας είναι ζήτημα συμφωνίας μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου. Ωστόσο, τίθενται δυο περιορισμοί: ο εργοδότης υποχρεούται να χορηγήσει την άδεια στον εργαζόμενο μέσα σε δυο μήνες από τότε που θα τη ζητήσει, σε κάθε, δε, περίπτωση οι άδειες τουλάχιστον του μισού προσωπικού πρέπει να χορηγούνται στο διάστημα από 1 Μαΐου έως και 30 Σεπτεμβρίου.

Για την περίπτωση της μη εκπλήρωσης από τον εργοδότη της υποχρέωσης αυτής για παροχή άδειας ως το τέλος του ημερολογιακού έτους, προβλέπονται οι κάτωθι συνέπειες:

α) Η αστική κύρωση συνίσταται στην υποχρέωση από τον εργοδότη να καταβάλει στον εργαζόμενο αυξημένες τις αποδοχές αδείας κατά 100%. Αυτό συμβαίνει, όταν υπάρχει πταίσμα του εργοδότη. Για παράδειγμα, πταίσμα του εργοδότη συντρέχει στην περίπτωση που ο εργαζόμενος ζήτησε την άδεια αυτούσια και όχι σε χρήμα και ο εργοδότης αρνήθηκε τη χορήγησή της. Πέρα από την εν λόγω προσαύξηση, χωρίς να εξετάζεται το πταίσμα του εργοδότη, ο τελευταίος οφείλει να καταβάλει στον εργαζόμενο τις αποδοχές αδείας αλλά και το επίδομα αδείας.

β) Εφόσον ο εργοδότης από πρόθεση δε χορήγησε την άδεια, υπέχει και ποινική ευθύνη.

γ) Σε περίπτωση άρνησης του εργοδότη να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για παροχή άδειας μετ’ αποδοχών, ο εργαζόμενος δεν αποκτά δικαίωμα να λάβει την άδεια αυτοβούλως. Η αυτόβουλη λήψη της άδειας συνιστά παράβαση συμβατικής υποχρέωσης και μπορεί να έχει ως συνέπεια και την απόλυση του εργαζομένου. Διαφορετικό είναι το ζήτημα αν ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα επίσχεσης, δηλαδή να παύσει να παρέχει την εργασία του μέχρι ο εργοδότης να εκπληρώσει τη δική του υποχρέωση. Εντός του ίδιου ημερολογιακού έτους, η επίσχεση εργασίας δεν αποκλείεται, εφόσον βέβαια έχει προηγηθεί αίτηση για χορήγηση της άδειας και έχει παρέλθει και το δίμηνο. Όταν, όμως, έχει παρέλθει το ημερολογιακό έτος, χωρίς να χορηγηθεί η άδεια, δεν είναι δυνατή η άσκηση δικαιώματος επίσχεσης.Η άδεια αναψυχής έχει στόχο την εξασφάλιση ελεύθερου χρόνου και της δυνατότητας ανάπαυσης και ανανέωσης των δυνάμεων των εργαζομένων. Η χορήγησή της δεν εξαρτάται από το αν πράγματι ο εργαζόμενος έχει ανάγκη αναψυχής και ανάπαυσης. Άλλωστε, το αν ο εργαζόμενος χρησιμοποιήσει τον ελεύθερο αυτό χρόνο για ανάπαυση ή όχι, είναι καθαρά προσωπική του υπόθεση και σε καμία περίπτωση δε δημιουργεί λόγο μη χορήγησης της άδειας ανάπαυσης.


Πηγές
  • Ζερδελής, Εργατικό Δίκαιο – Ατομικές Εργασιακές Σχέσεις, Δ΄ έκδοση, Σάκκουλας
  • Κουκιάδης, Εργατικό Δίκαιο, σελ. 525 επ.
  • Τσιμπούκης, Επιθεώρηση Εργατικού Δικαίου, 2010, σελ. 1403

Χρυσοβαλάντω Κουτσούλη

Γεννήθηκε και κατοικεί στους Φιλιάτες Θεσπρωτίας. Ασκούμενη Δικηγόρος και πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Υπότροφος του Ι.Κ.Υ. για τα έτη 2016-2018. Μιλάει την αγγλική και τη γερμανική γλώσσα. Έχει συμμετάσχει σε προσομοιώσεις διεθνούς κλίμακας και έχει παρακολουθήσει σεμινάρια και ημερίδες σχετικές με το αντικείμενο σπουδών της. Στον ελεύθερό της χρόνο πηγαίνει θέατρο, ασχολείται με τη συγγραφή ποιημάτων και την ανάγνωση βιβλίων. Αρθρογραφεί για νομικά θέματα, κυρίως ιδιωτικού δικαίου.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χρυσοβαλάντω Κουτσούλη
Χρυσοβαλάντω Κουτσούλη
Γεννήθηκε και κατοικεί στους Φιλιάτες Θεσπρωτίας. Ασκούμενη Δικηγόρος και πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Υπότροφος του Ι.Κ.Υ. για τα έτη 2016-2018. Μιλάει την αγγλική και τη γερμανική γλώσσα. Έχει συμμετάσχει σε προσομοιώσεις διεθνούς κλίμακας και έχει παρακολουθήσει σεμινάρια και ημερίδες σχετικές με το αντικείμενο σπουδών της. Στον ελεύθερό της χρόνο πηγαίνει θέατρο, ασχολείται με τη συγγραφή ποιημάτων και την ανάγνωση βιβλίων. Αρθρογραφεί για νομικά θέματα, κυρίως ιδιωτικού δικαίου.