18.7 C
Athens
Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΦιλοσοφίαΗ ιδιοσυγκρασία και οι επιλογές του Νίκου Καζαντζάκη

Η ιδιοσυγκρασία και οι επιλογές του Νίκου Καζαντζάκη


Του Παναγιώτη Τσελέκη,

Το έργο του Νίκου Καζαντζάκη αν έχει σημειώσει τόσο ευρεία διάδοση, αν έχει βρει τόσο βαθιά απήχηση στις ψυχές ανθρώπων διαφόρων εθνικοτήτων και ανόμοιων πολιτικών και θρησκευτικών πεποιθήσεων, αν επιβλήθηκε και καταξιώθηκε στα χρόνια μας, αν απέκτησε παγκόσμια φήμη και κέρδισε μεγάλες πιθανότητες να παραμείνει κλασικό στη ροή των αιώνων, ένα έργο δηλαδή πάντα επίκαιρο, αυτό ίσως οφείλεται περισσότερο στο στέρεο φιλοσοφικό του υπόβαθρο και λιγότερο στην απλή και περίτεχνη λογοτεχνική του μορφή και πλοκή που κρατά πάντα σταθερά ζωηρό το ενδιαφέρον του αναγνώστη.

Η δύναμη της σκέψης και το πολυσχιδές έργο του Νίκου Καζαντζάκη (1883-1957), αποτελούν παρακαταθήκη για τα ελληνικά γράμματα και όχι μόνο, καθώς πρόκειται για το πλέον μεταφρασμένο συγγραφέα στο εξωτερικό. Η αγάπη του για την γραφή, η αναζήτηση απαντήσεων σε θεμελιώδη υπαρξιακά ερωτήματα, το κρυστάλλινο πνεύμα του και ο αγώνας του για την ελευθερία αποτελούν τον καμβά στον οποίο δημιούργησε λογοτεχνικά, μεταφραστικά, θεατρικά και φιλοσοφικά.

Η σχέση του Καζαντζάκη με την φιλοσοφία υπήρξε βιωματική. Διάβαζε, μετέφραζε και χρησιμοποιούσε ως ενωτική βάση των ηρώων τις φιλοσοφικές ιδέες που θεωρούσε σε κάθε φάση της ζωής του ότι εκφράζουν μια λυτρωτική διάσταση για τον άνθρωπο σε ατομικό και οικουμενικό επίπεδο. Την δική του αγωνία για την ζωή, την δική του κραυγή για τον άνθρωπο και ό,τι αποκαλούσε θεό αποτύπωσε «επίτηδες χωρίς ποίηση, με στεγνή επιταχτική φόρμα» στην Ασκητική, όπως γράφει στην Γαλάτεια τον χειμώνα του 1922-1923. Ο Καζαντζάκης άρχισε να γράφει την Ασκητική στη Βιέννη το 1922 και την τελείωσε στο Βερολίνο περίπου στις αρχές του 1923. Το έργο κυκλοφόρησε στο περιοδικό Αναγέννηση του Δημήτρη Γληνού το φθινόπωρο του 1927 με το τίτλο «Salvatores Dei» και με τον υπότιτλο «Ασκητική». Μετά από αυτή την έκδοση, ο Καζαντζάκης συνέχισε τις διορθώσεις και το 1945 εξεδόθη για δεύτερη φορά με την προσθήκη της «Σιγής». Η Ασκητική είναι ίσως από τα πιο πολυερμηνευμένα -αν όχι παρερμηνευμένα- έργα του Καζαντζάκη, καθώς κατά καιρούς θεωρήθηκε ως υπόκλιση στο νιτσεϊκό υπεράνθρωπο, ως μανιφέστο του κομμουνισμού, ως επιτομή του βουδισμού ή του χριστιανισμού.

Το 1907 ο Καζαντζάκης αρχίζει μεταπτυχιακές σπουδές στη Φιλοσοφία του Δικαίου στο Παρίσι ύστερα από παρότρυνση του Καθηγητή του Νεοκλή Καζάζη, απόρροια των οποίων είναι η έκδοση το 1909 στο Ηράκλειο της διατριβής του επί υφηγεσία Ο Φρειδερίκος Νίτσε εν τη Φιλοσοφία του Δικαίου και της Πολιτείας. Αυτά τα δύο χρόνια θα παρακολουθήσει τις διαλέξεις του Η. Bergson στο Collège de France με τον Γάλλο φιλόσοφο και την γαλλική διανόηση να ασκούν καταλυτικό ρόλο στην σκέψη του και συνολικά στο έργο του. Γράφει σε γράμμα του εκείνη την περίοδο στον φίλο του Μ. Καλογερόπουλο: «Χίλια πράγματα με απασχολούν και δεν καταφέρνω να κάμω ούτε ένα. Για την ώρα παρακολουθώ μαθήματα φιλοσοφίας στη Σορβόννη, στο Collège de France και στην École des Hautes Études. Θέλω να διαμορφώσω μια προσωπική αντίληψη της ζωής, μια προσωπική αντίληψη του κόσμου και της ανθρώπινης μοίρας στη γή, και βασισμένος σ’ αυτή θα γράψω ό,τι θα γράψω, ακολουθώντας συστηματικά ένα πρόγραμμα προκαθορισμένο από την αρχή. Ευτυχώς ακούω εδώ τον περίφημο ψυχολόγο, τον Bergson, κι έχω την εντύπωση πως δεν χάνω τον χρόνο μου».

Για τη συνάντηση με τον «περίφημο ψυχολόγο», με τις φιλοσοφικές απόψεις του για την διάρκεια, την διάνοια και την ύλη, την ενόραση και την ζωή θα πει ο Καζαντζάκης σε συνέντευξή του στο Γαλλικό Ραδιόφωνο το 1955 στον δημοσιογράφο Robert Sadoul ότι: «Ήταν κατά τύχη, μία ευχάριστη τύχη γιατί ο Μπερξόν ήταν για μένα, αυτό που οι Ινδουιστές αποκαλούν γκουρού, δηλαδή, ένας πνευματικός οδηγός. Σε μια σειρά από ερωτήσεις που μου έθετα στα νιάτα μου, είναι ο Bergson αυτός που μου έδωσε την απάντηση. Του είμαι πραγματικά πολύ ευγνώμων, και προς την Γαλλία, η οποία έχει απελευθερώσει την πνευματική μου ζωή από πολλά προβλήματα που με απασχολούσαν». Τα προβλήματα αυτά σχετίζονταν με «την ατομική ελευθερία και την ανθρώπινη θέληση για ελευθερία», όπως αναφέρει ο ίδιος, και σε αυτά ο Bergson τον βοήθησε καθοριστικά επηρεάζοντας βαθιά την ζωή του. Την οφειλή του αυτή στον Bergson αναγνωρίζει και στον Πρόλογο του Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά όπου σημειώνει τα εξής: «Στη ζωή μου, οι πιο μεγάλοι μου ευεργέτες στάθηκαν τα ταξίδια και τα ονείρατα· από τους ανθρώπους, ζωντανούς και πεθαμένους, πολύ λίγοι βοήθησαν τον αγώνα μου. Όμως, αν ήθελα να ξεχωρίσω ποιοι άνθρωποι αφήκαν βαθύτερα τ’ αχνάρια τους στην ψυχή μου, ίσως να ξεχώριζα τρεις τέσσερεις: τον Όμηρο, τον Μπέρξονα, το Νίτσε και το Ζορμπά».

Με την επιστροφή του στην Ελλάδα ο Καζαντζάκης θα μεταφράσει μια σειρά έργων για την σειρά «Φιλοσοφική και Κοινωνιολογική Βιβλιοθήκη» του εκδοτικού οίκου Φέξη, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζουν για την φιλοσοφική επίδραση που του άσκησαν το Γέλοιο (1914) του Bergson, Η θεωρία της συγκινήσεως (1911) του William James και τα έργα του Nietzsche Η γέννησις της τραγωδίας (1912) και Τάδε έφη Ζαρατούστρας (1913). Παράλληλα, στο Δελτίον Εκπαιδευτικού Ομίλου του 1912 δημοσιεύεται η μελέτη του –πιθανώς η πρώτη στον ελλαδικό χώρο για τον Γάλλο φιλόσοφο- «Η. Bergson» με ημερομηνία 22-01-1913, όπου ο Καζαντζάκης παρουσιάζει ευσύνοπτα και ευκρινώς τις βασικές φιλοσοφικές παραδοχές του Bergson, με βάση την παρακολούθηση των διαλέξεων και την Δημιουργική εξέλιξη (L’ Évolution créatrice (1907)), έργο που διάβασε ο Καζαντζάκης και το σημειωμένο βιβλίο του εκτίθεται στο Μουσείο Νίκου Καζαντζάκη στο Ηράκλειο Κρήτης. Άλλωστε, κυκλοφόρησε την περίοδο που ο Έλληνας στοχαστής βρισκόταν στο Παρίσι.

Η μελέτη του για τον Bergson αποτελείται από τέσσερα κεφάλαια: α) (την διάνοια), β) την ελεύθερη βούληση, γ) την βιολογία και δ) τη μεταφυσική. Στο πρώτο αναλύεται η δυνατότητα της διάνοιας να συλλαμβάνει χωροχρονικά δεδομένα και να σχηματίζει έννοιες εξυπηρετώντας πρακτικές ανάγκες, ενώ εμφατικά ο Καζαντζάκης τονίζει ότι δεν μπορεί να «αντιληφθεί, το ουσιώδες στοιχείο της ζωής, την κίνηση», την πραγματική δηλαδή διάρκεια. Στο δεύτερο προσπαθεί να προσεγγίσει την ελεύθερη πράξη, σε αντιδιαστολή με τους αιτιοκράτες, ως «πιστή κι ολοκληρωτική έκφραση του αληθινού εγώ μας», το οποίο είναι δυναμικό και συνεχώς μεταβαλλόμενο, καθώς η βούληση αναφέρεται «στο χρόνο που ρέει κι όχι στον περασμένο». Στην τρίτη θεματική θίγεται η θεωρία του Bergson για την εξέλιξη της ζωής μέσα από τις συνεχείς μεταμορφώσεις των ειδών, η προσπάθεια υπέρβασης της ύλης και η σύλληψη της ζωής ως «διαρκούς δημιουργίας, αναπήδησης προς τ’ απάνω, ζωϊκού αναβρύσματος, élan vital». Η επισκόπηση ολοκληρώνεται με τη μεταφυσική, την μπερξονική φιλοσοφική μέθοδο συνεργασίας διάνοιας-διαίσθησης (ενόρασης), των δυο γνωστικών δυνατοτήτων του ανθρώπου που μπορούν να τον βοηθήσουν να αισθανθεί και συνάμα να γνωρίσει αληθώς την πραγματικότητα.

Ο Καζαντζάκης, εν τέλει, φαίνεται να νιώθει σε κάθε του λέξη την μπερξονική φιλοσοφία, να αντιλαμβάνεται πλήρως την σπουδαιότητά της -τουλάχιστον για τις δικές του αναζητήσεις-, να θέλει μέσω αυτής «να συλλάβει την ουσιωδέστερη ουσία της ζωής» και συμπεραίνει ότι: «η φιλοσοφική αντίληψη του Μπέρξονα δεν είναι τελειωμένο σύστημα, άκαμπτο δηλ. κι ανεπίδεχτο εξέλιξης πλαίσιο – μα ξετυλίζεται και «γίγνεται»˙ δεν πέφτει στην αντίφαση να θεωρήσει την εαυτή της τέλειαν, ανεπίδεκτη δηλαδή πια τελειοποίησης, μα ως εφαρμοσμένη στην πραγματικότητα η μπερξόνεια αντίληψη ρέει, συμπληρώνεται, ζει μαζί της. Είναι πιο πολύ μέθοδος, παρά σύστημα, καταγγέλλει τις πλάνες τις πολύμορφες κ’ ελκυστικές του διανοητικισμού κι ανοίγει νέο δρόμο, με τη διαίσθηση, στους μελλούμενους φιλοσόφους».

Με άλλα λόγια, μπορούμε να πούμε πως μελέτησε και αντιμετώπισε κριτικά τα παγκόσμια ιδεολογικά ρεύματα, στα οποία βρήκε τις αφετηρίες και κατευθυντήριες γραμμές του στοχασμού του. Στο έργο του όμως διακρίνεται έντονα η προσωπική του σφραγίδα. Αυτά που μελέτησε ήταν κυρίως έργα φιλοσόφων και λογοτεχνών, από τους οποίους επηρεάστηκε η σκέψη του. Καθοριστικό παράγοντα βέβαια για τη διαμόρφωση της πνευματικής του φυσιογνωμίας έπαιξε ο δάσκαλος του Bergson. Η φιλοσοφία του είναι μια φιλοσοφία της ζωής, που ο Καζαντζάκης αναχώνεψε κι εσκόρπισε στα έργα του. Σημαντικό επίσης ρόλο στη διαμόρφωση του έργου του έπαιξαν ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης, ο Νίτσε, ο Τζέιμς, ο Λένιν, ο Χριστός, ο Βούδας, ο Όμηρος, ο Τολστόι, ο Ντοστογιέφσκι, ο Δάντης κ.α. Προσπάθησε στην Ασκητική με διαλεκτικό τρόπο να αποδείξει ότι η ανθρωπιά συνίσταται στην ανακάλυψη μέσα μας ενός Θεού που αντιπροσωπεύει την προσωπική ανεξαρτησία μας δίχως να μας αποκόβει οριστικά από την υπερπροσωπική μας συλλειτουργία με το όλο του Σύμπαντος. Προσπάθησε να ορίσει τις έννοιες που μας βοηθούν να ανέβουμε στην κλίμακα των ηθικών αξιών και έδειξε με ποιους τρόπους μπορούμε να αγωνιστούμε για να δημιουργήσουμε κάτι καινούριο την ώρα που το παλιό καταρρέει.

Προσωπικά, θεωρώ την Ασκητική κορυφαία συγγραφική απόπειρα και γνωρίζω πως όσος είναι ο αριθμός των αναγνωστών της, τόσες είναι και οι ερμηνείες που δύναται να αποκτήσει.


Βιβλιογραφία

  • Αλέξανδρος Στεργιόπουλος, «Πριν τη λευκή σελίδα “Ασκητική”, του Νίκου Καζαντζάκη», Το περιοδικό, 31-07-2014
  • Πάτροκλος Σταύρος, «Η «Ασκητική» του Νίκου Καζαντζάκη», εφ. Καθημερινή, 23-8-2005 [ηλεκτρονικό αρχείο].
  • Νικηφόρος Βρεττάκος, Νίκος Καζαντζάκης…, [=το δημιουργικό άγχος και η Ασκητική].
  • Αντώνης Γλυτζουρής, Πόθοι αετού και φτερά πεταλούδας. Το πρώιμο θεατρικό έργο του Νίκου Καζαντζάκη και οι ευρωπαϊκές πρωτοπορίες της εποχής του, 2011
  • Γιάννης Πρελορέντζος, «Η παρουσία της φιλοσοφίας του Bergson στη χώρα μας», Κάτοπτρο Νεοελληνικής Φιλοσοφίας, Β’ (2011)
  • Δημήτριος Φίλιας, «Η Γαλλία και ο Καζαντζάκης», στο: Ο Κοσμοπολιτισμός του Νίκου Καζαντζάκη, Σειρά Διακειμενικά 9, Πρακτικά διεπιστημονικής Ημερίδας, Δημοτική Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης, 5 Νοεμβρίου 2007, Θεσσαλονίκη, Εργαστήριο Συγκριτικής Γραμματολογίας Α.Π.Θ, 2008
  • Αφιέρωμα στον Νίκο Καζαντζάκη, Κνωσσός, 22/5 (1958) [Το γράμμα του Ν. Καζαντζάκη στον Μ. Καλογερόπουλο στις 4-1-1908 από το Παρίσι].
  • Νίκος Καζαντζάκης, «H. Bergson», Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου, Β’ (1912). Το κείμενο επανεκδόθηκε στο: Ε. Αλεξίου- Γ. Στεφανάκης, Νίκος Καζαντζάκης. Γεννήθηκε για τη δόξα, Αθήνα 1983

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Παναγιώτης Τσελέκης
Παναγιώτης Τσελέκης
Γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στην Καλαμάτα. Αποφοίτησε το 2018 από το Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Είναι μεταπτυχιακός φοιτητής του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών με τίτλο «Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία: Νέες θεωρήσεις και προοπτικές, ενώ παράλληλα ολοκληρώνει και το δεύτερο πτυχίο του σε προπτυχιακό επίπεδο στο Τμήμα Πολιτικών επιστημών και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Έχει συμμετάσχει σε πλήθος σεμιναρίων, ημερίδων και συνεδρίων με θέματα που άπτονται του ενδιαφέροντός του.