23.5 C
Athens
Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΡωσοϊαπωνικός Πόλεμος: Αλυσιδωτή αντίδραση (Μέρος Α')

Ρωσοϊαπωνικός Πόλεμος: Αλυσιδωτή αντίδραση (Μέρος Α’)


Του Χρήστου Αμανατίδη, 

Ο Ρωσοϊαπωνικός πόλεμος (1904-1905) ξέσπασε ανάμεσα στην Ιαπωνία και τη Ρωσία, λόγω των αντικρουόμενων συμφερόντων τους στη Ματζουρία και την Κορέα. Η έκβασή του δεν καθόρισε απλά τη δύναμη που θα κυριαρχούσε σε αυτές τις περιοχές, αλλά επηρέασε σημαντικά και την κατάσταση στο εσωτερικό της κάθε χώρας και την αντιμετώπισή της από τις άλλες δυνάμεις.

Μέχρι τη δεκαετία του 1850, η Ιαπωνία, της οποίας τη διοίκηση είχε ο Shougun της δυναστείας Tokugawa από το 1600 ως το 1868, λειτουργούσε σε ένα καθεστώς αυτοαπομόνωσης από τον έξω κόσμο. Αυτό το καθεστώς καταλύθηκε από τις δυτικές δυνάμεις, με πρωτεργάτη την Αμερική, που υπέγραψε την πρώτη της εμπορική συνθήκη με την Ιαπωνία το 1854. Αυτή την εξέλιξη ακολούθησε και η επικράτηση του εκσυγχρονιστή αυτοκράτορα Μεϊτζί το 1869. Μετά από αυτά τα γεγονότα-καταλύτες, η Ιαπωνία ήταν αποφασισμένη να καταστήσει την κοινωνία, την οικονομία και το στρατό της ικανά να ανταγωνιστούν τις δυτικές δυνάμεις για την ηγεμονία στην Ασία. Με άλλα λόγια, η Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου επιδίωκε τη δημιουργία μιας αυτοκρατορίας δυτικού τύπου στην Ασία. Βασικοί της στόχοι ήταν η Κορέα, που θεωρούνταν «το στιλέτο που ήταν στραμμένο στην καρδιά της Ιαπωνίας», η Ματζουρία και σε ένα μικρότερο βαθμό η Κίνα, που ήθελε να διατηρήσει την Κορέα στην αποκλειστική σφαίρα επιρροής της.

Η Ιαπωνία συνέτριψε την Κίνα στον Πρώτο Σινοϊαπωνικό Πόλεμο (1894-1895) και επέβαλε την πλήρη επιρροή της στην Κορέα, ενώ απέσπασε τη χερσόνησο Λιαοντόγκ, τις νήσους Φορμόζα και Πεσκαδόρες, όπως και σημαντικά εμπορικά δικαιώματα στην Κίνα. Χρειάστηκε, όμως, να απεμπολήσει κάποια από τα κέρδη της, έπειτα από την Τριπλή Παρέμβαση της Ρωσίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας. Η Ιαπωνία αναγκάστηκε να επιστρέψει τη χερσόνησο Λιαοντόγκ στην Κίνα και να δει τη νέα της αντίπαλο, τη Ρωσία, να ισχυροποιείται, νοικιάζοντας για λογαριασμό της τη χερσόνησο Λιαοντόγκ το 1897 για μια περίοδο 25 ετών, μαζί με το σημαντικό λιμάνι του Πορτ Άρθουρ. Αυτή την κίνηση ακολούθησε η εγκατάσταση ρωσικών στρατευμάτων στη βόρεια Ματζουρία για την προστασία της σιδηροδρομικής γραμμής, που θα συνέδεε το Πορτ Άρθουρ και την ανατολική Κίνα με τον Υπερσιβηρικό Σιδηρόδρομο, εξέλιξη που δε μπορούσε να μην ανησυχήσει τους Ιάπωνες.

Την ίδια περίοδο, η τσαρική Ρωσία αντιμετώπιζε μια πληθώρα εσωτερικών προβλημάτων. Πολλές εθνότητες, που ελέγχονταν από τη Ρωσική Αυτοκρατορία, ζητούσαν ανεξαρτησία. Επικρατούσε, επίσης, ένα αίσθημα ταπείνωσης στη Ρωσία, έπειτα από την ολοκλήρωση του Συνεδρίου του Βερολίνου (13 Ιουνίου-13 Ιουλίου 1878), που ανέτρεψε το νικηφόρο κλίμα του Ρωσο-τουρκικού πολέμου και έβλεπε την αφύπνιση των ιαπωνικών βλέψεων στη Ματζουρία και την Κορέα ως πρόκληση που έπρεπε να απαντηθεί γρήγορα και αποφασιστικά. Ο τσάρος Νικόλαος Β΄ που διαδέχθηκε τον πατέρα του, Αλέξανδρο Γ΄, το 1894, ήταν ένας μονάρχης χωρίς αποφασιστικότητα και όραμα, επιρρεπής σε οικογενειακές υποδείξεις (προτροπή σε περαιτέρω επέκταση στην Άπω Ανατολή από τον ξάδελφό του, κάιζερ Γουλιέλμο Β΄). Τέλος, προσωπικά βιώματα (απόπειρα κατά της ζωής του από έναν Ιάπωνα αστυνομικό το 1891) συντελούσαν στην τελική διαμόρφωση της πολιτικής του.

Η εναντίωση των Κινέζων πατριωτών στη διείσδυση των Ευρωπαίων στην Κίνα, που έμεινε γνωστή ως «Πόλεμος των Δικαίων Γροθιών» ή Εξέγερση των Μπόξερ (1899-1901), απαντήθηκε με την ταυτόχρονη αποστολή, τόσο ευρωπαϊκών, όσο και αμερικανικών, ρωσικών και ιαπωνικών στρατευμάτων (Οκταεθνής Συμμαχία). Μετά την καταστολή της επανάστασης, η ρωσική στρατιωτική παρουσία διατηρήθηκε στην περιοχή. Η Ιαπωνία αποφάσισε να προχωρήσει σε μέτρα ενίσχυσης του στόλου της (7 καταδρομικά και 7 θωρηκτά σε 7 χρόνια) και ταυτόχρονη ισχυροποίηση της διπλωματικής της θέσης με το Σύμφωνο Αγγλοϊαπωνικής Συμμαχίας του 1902, σύμφωνα με το οποίο ο ένας εκ των δυο εταίρων θα παρέμενε ουδέτερος σε περίπτωση που ο άλλος εταίρος θα συγκρουόταν με μια μόνο δύναμη.

Πεπεισμένη, λοιπόν, πως η Γαλλία και η Γερμανία δε θα βοηθούσαν τη Ρωσία, φοβούμενες την αντίδραση της Βρετανίας, η Ιαπωνία επιχείρησε να επιλύσει ειρηνικά τις εδαφικές της διαφορές με τη Ρωσία. Μετά την απόρριψη των προτάσεών της περί χωρισμού της Ματζουρίας σε ξεχωριστές σφαίρες επιρροής, η Ιαπωνία πρότεινε μια απλή συμφωνία: η Ρωσία ήταν ελεύθερη να κυριαρχήσει στη Ματζουρία, αν επέτρεπε την ιαπωνική κυριαρχία στην Κορέα. Η ρωσική απάντηση ήταν, για ακόμα μια φορά, αρνητική. Ο πόλεμος ήταν αναπόφευκτος.

Η Ρωσία ήταν σίγουρη ότι ενδεχόμενος πόλεμος με την Ιαπωνία θα ήταν ένας εγγυημένος θρίαμβος: διέθετε τον τριπλάσιο πληθυσμό, τον πενταπλάσιο στρατό και οι πόροι της ήταν πρακτικά ανεξάντλητοι μπροστά στους περιορισμένους ιαπωνικούς. Επιπλέον, ο Νικόλαος ήταν πεπεισμένος ότι μια νίκη στον επικείμενο πόλεμο θα τόνωνε το εθνικό αίσθημα και θα αποκαθιστούσε τη δημοτικότητα και την πίστη στο θεσμό της μοναρχίας. Σε συνδυασμό με την ιδεολογία της εποχής περί ευρωπαϊκής ανωτερότητας, η νίκη των Ρώσων απέναντι στις «κίτρινες μαϊμούδες» -όπως αποκαλούσαν τους Ιάπωνες ο τσάρος και το στενό του περιβάλλον- φάνταζε δεδομένη, σύντομη και η επίτευξή της δε θα απαιτούσε ούτε καν την πλήρη κινητοποίηση του ρωσικού στρατού.


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χρήστος Αμανατίδης
Χρήστος Αμανατίδης
Γεννημένος το 1999 και μόνιμος κάτοικος Θεσσαλονίκης, είναι απόφοιτος Γενικού Λυκείου και φοιτητής Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης από τον Οκτώβριο του 2017. Ασχολείται με τον εθελοντισμό, συμμετέχει σε επιμορφωτικά σεμινάρια, ενώ σε μικρότερη ηλικία είχε κάνει και μαθήματα σε θεατρική ομάδα. Ενδιαφέρεται σε μεγάλο βαθμό για την σύγχρονη ιστορία και τη ζωολογία.