20.3 C
Athens
Τετάρτη, 17 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΠότε παραγράφεται το έγκλημα;

Πότε παραγράφεται το έγκλημα;


Της Φωτεινής Μήσκου,

Το αξιόποινο μίας πράξης θεμελιώνεται στη βάση του αρχικού και τελικού αδίκου και καταλογισμού αντίστοιχα. Μπορεί να προκύψουν, ωστόσο, λόγοι εξάλειψης του προβλεπόμενου νομοθετικά αξιοποίνου. Μεταξύ αυτών, είναι και η παραγραφή του εγκλήματος, μια νομική έννοια που απασχολεί πολύ συχνά τόσο τους πολίτες όσο και τους λειτουργούς της ποινικής δικαιοσύνης.

Πρόκειται, λοιπόν, για θεσμό που συνίσταται στην εξάλειψη, ύστερα από την πάροδο ορισμένου χρόνου, της «αξίωσης» της πολιτείας να κριθεί ο φερόμενος ως δράστης ορισμένου εγκλήματος δικαστικά. Επέρχεται η παύση της ποινικής δίωξης, όχι η αθώωση όπως συμβαίνει στην έμπρακτη μετάνοια και την υπαναχώρηση από μη πεπερασμένη απόπειρα. Διαπιστώνεται από το δικαστήριο είτε αυτεπάγγελτα, σε κάθε στάση της δίκης ακόμα και στον Άρειο Πάγο κατά την άσκηση αναιρέσεως, σε περίπτωση επέλευσης της παραγραφής μετά την τελεσιδικία και πριν το αμετάκλητο, είτε μετά από υποβολή αυτοτελούς ισχυρισμού από τον κατηγορούμενο.

Το άρθρο 111 του Ποινικού Κώδικα ορίζει τις προθεσμίες παραγραφής τόσο για τα κακουργήματα όσο και για τα πλημμελήματα. Υπενθυμίζεται ότι τα πταίσματα έχουν καταργηθεί με τον νέο κώδικα. Όσον αφορά τα πρώτα, παραγράφονται μετά από είκοσι έτη, αν ο νόμος προβλέπει την ποινή της ισόβιας κάθειρξης και μετά από δεκαπέντε έτη σε κάθε άλλη περίπτωση, εκτός αν ο νόμος προβλέπει διαφορετικά. Τα πλημμελήματα παραγράφονται μετά από πέντε έτη. Οι προθεσμίες αυτές υπολογίζονται κατά το ισχύον ημερολόγιο. Η παράγραφος 5 του ίδιου άρθρου αναφέρει ότι, αν ο νόμος ορίζει διαζευκτικά περισσότερες από μία ποινές, οι προθεσμίες υπολογίζονται σύμφωνα με τη βαρύτερη από αυτές. Για παράδειγμα, η ανθρωποκτονία με δόλο (299 ΠΚ) τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη ή πρόσκαιρη τουλάχιστον δέκα ετών, δηλαδή δέκα έως δεκαπέντε έτη. Εφαρμόζοντας την παράγραφο 5, το έγκλημα θα παραγραφεί μετά από είκοσι έτη.

Σημαντικό ζήτημα αποτελεί ο χρόνος έναρξης της παραγραφής, που ορίζεται στο άρθρο 112 ΠΚ. Η προθεσμία αρχίζει από την ημέρα που τελέστηκε η αξιόποινη πράξη, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά. Δε λαμβάνεται υπόψη η γνώση από πλευράς των Αρχών και του θύματος για το πρόσωπο του δράστη. Σύμφωνα με το 17 ΠΚ, χρόνος τέλεσης της πράξης θεωρείται ο χρόνος κατά τον οποίο ο υπαίτιος ενήργησε ή όφειλε να ενεργήσει. Ο χρόνος κατά τον οποίο επήλθε το αποτέλεσμα είναι αδιάφορος. Δηλαδή για μία ανθρωποκτονία από αμέλεια-302 ΠΚ (πλημμέλημα) που τελέστηκε 10/11/2019 η παραγραφή αρχίζει να «τρέχει» την ίδια μέρα. Το ίδιο ισχύει και για τους συμμέτοχους στο έγκλημα. Για την απόπειρα η παραγραφή ξεκινάει όταν έχουμε αρχή εκτέλεσης (αρχή πραγμάτωσης της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος). Στα διαρκή εγκλήματα μόλις παύσει η παράνομη κατάσταση αρχίζει η παραγραφή. Έτσι, για το 325 ΠΚ -παράνομη κατακράτηση- το έγκλημα αρχίζει να παραγράφεται από τη στιγμή που θα αφεθεί ελεύθερος ο κατακρατούμενος. Επίσης, ως εξαιρέσεις στον χρόνο έναρξης της παραγραφής, πρέπει να αναφερθούν το άρθρο 286 ΠΚ (παραβίαση κανόνων οικοδομικής), το 134 ΠΚ και 120 παρ.3 του Συντάγματος (εσχάτη προδοσία) καθώς και το 137Α ΠΚ (βασανιστήρια).

Είναι δυνατό να εμποδιστεί η διαδρομή της αρξάμενης προθεσμίας της παραγραφής με τον θεσμό της αναστολής που εισάγει το άρθρο 113 ΠΚ. Προβλέπονται τρία είδη αναστολής. Αρχικά, η αναστολή έναρξης ή εξακολούθησης. Παραδείγματα αποτελούν το βουλευτικό ακαταδίωκτο και το ακαταδίωκτο του Προέδρου της Δημοκρατίας. Δεύτερο είδος η αναστολή εν επιδικία. Από την έναρξη της κύριας διαδικασίας, δηλαδή την επίδοση έγκυρης κλήσης ή κλητηρίου θεσπίσματος αναστέλλεται η παραγραφή μέχρι να γίνει αμετάκλητη η καταδικαστική απόφαση. Η τρίτη περίπτωση αφορά την αναστολή έναρξης της παραγραφής για κακουργήματα που στρέφονται κατά ανηλίκου μέχρι την ενηλικίωσή του (113 παρ.4). Υποστηρίζεται από ποινικολόγους, όμως, ότι αν γίνει καταγγελία, τότε η παραγραφή αρχίζει από την ημέρα αυτή. Η παράγραφος 4 δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση που ανήλικος είναι και ο δράστης. Η αναστολή δεν μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από πέντε έτη για τα κακουργήματα και τρία έτη για τα πλημμελήματα. Τέλος, αν για την ποινική δίωξη απαιτείται έγκληση, η έλλειψή της δεν αναστέλλει την παραγραφή.


Πηγές:
  • Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι, Ν. Μπιτζιλέκης, Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου Δίκαιο ποινικών κυρώσεων, 2016
  • Ι. Μανωλεδάκης, Ποινικό Δίκαιο, 2005

Φωτεινή Μήσκου

Γεννήθηκε το 2000 και είναι φοιτήτρια της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Είναι μέλος της European Law Students' Association (ELSA). Γνωρίζει αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με την ανάγνωση βιβλίων, τον κινηματογράφο και το θέατρο. Παρακολουθεί συνέδρια και ημερίδες με νομικό κυρίως περιεχόμενο και αρθρογραφεί στην κατηγορία των νομικών και κοινωνικών θεμάτων.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σοφία Βογά
Σοφία Βογά
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1996, όπου και διαμένει μέχρι και σήμερα. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Νομικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ήδη σήμερα δικηγόρος, ενώ πραγματοποιεί μεταπτυχιακές σπουδές με ειδίκευση στο Δημόσιο Δίκαιο στο Εθνικό και Καποδιαστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μιλάει αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και αραβικά, και στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με την ανάγνωση βιβλίων κλασικής λογοτεχνίας, τη μουσική, τον κινηματογράφο και τη γυμναστική.