23.3 C
Athens
Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαIn MemoriamIn Memoriam: Γιώργος Σεφέρης

In Memoriam: Γιώργος Σεφέρης


Του Πελοπίδα – Παναγιώτη Κουλούρη,

20η Σεπτεμβρίου 1971: Σαν σήμερα, πριν από 48 χρόνια, άφησε την τελευταία του πνοή στην Αθήνα μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες της Ελλάδας, ο Γεώργιος Σεφεριάδης, γνωστός ως Γιώργος Σεφέρης. Ο Σεφέρης υπήρξε ο πρώτος Έλληνας που βραβεύθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας από την Σουηδική Ακαδημία Επιστημών (1963), ενώ είχε προταθεί άλλες δύο φορές (1955, 1961). Στη βράβευσή του, ο ποιητής αναφέρθηκε στις «πολλές όψεις της Ελλάδος», επιλέγοντας ως «οδόσημα» τον Διονύσιο Σολωμό, τον Ανδρέα Κάλβο, τον Κωστή Παλαμά, τον Κωνσταντίνο Καβάφη και τον Ιωάννη Μακρυγιάννη. Γεννήθηκε στα Βουρλά της Σμύρνης, στις 13 Μαρτίου του 1900. Το 1914, με το ξέσπασμα του Πολέμου, η οικογένεια Σεφεριάδη μετανάστευσε στην Ελλάδα και ο Σεφέρης γράφει τους πρώτους του στίχους.

Αφού ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του, μαζί με την οικογένειά του, εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου συνέχισε τις σπουδές του, ως το 1924, αποφοιτώντας από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόννης με διδακτορικό. Στο Παρίσι εξελίχθηκε ως προσωπικότητα και η παραμονή του εκεί υπήρξε καθοριστική για τη μετέπειτα πορεία του στην ποίηση, η οποία επηρεάστηκε από το μοντερνισμό και από το έργο του Thomas Stearns Eliot. Το 1926, όταν και επέστρεψε στην Ελλάδα, διορίστηκε ως υπάλληλος του Υπουργείου Εξωτερικών. Παράλληλα, το 1931 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή («Στροφή»), η οποία προκάλεσε αρκετά σχόλια στους λογοτεχνικούς κύκλους, με κάποιους να υποστηρίζουν πως εισήγαγε κάτι νέο στην ελληνική ποίηση και άλλους να την κατακρίνουν. Το 1941, παντρεύτηκε τη Μαρία Ζάννου, με την οποία, όμως, δεν απέκτησαν παιδιά, ενώ λίγες μέρες μετά το γάμο ακολούθησε την ελληνική κυβέρνηση στην Κρήτη, αρχικά, και μετά στην Αλεξάνδρεια, προσφέροντας τις υπηρεσίες του στην εξόριστη ελληνική κυβέρνηση.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’50 το έργο του αρχίζει να ακτινοβολεί και εκτός συνόρων. Στις 26 Φεβρουαρίου 1947 βραβεύθηκε με το Βραβείο Παλαμά για την ποίησή του, το οποίο ήταν το πρώτο, που απονεμήθηκε και του δόθηκε το ποσό του ενός εκατομμυρίου δραχμών. Το καλοκαίρι του 1947, παρεμποδίστηκε η υπηρεσιακή του εξέλιξη, μέχρι που ο Έλληνας πρέσβης στην Άγκυρα, ζήτησε να μεταβεί εκεί ο Σεφέρης ως Σύμβουλος. Το Δεκέμβριο του 1950, επέστρεψε στην Αθήνα, ενώ το Μάρτιο του 1951 επέστρεψε στην Άγκυρα για να παραδώσει στο διάδοχό του. Στις 20 Απριλίου 1951, διορίστηκε ως Σύμβουλος στην Πρεσβεία του Λονδίνου. Στα τέλη Αυγούστου του 1952 προήχθη σε Πληρεξούσιο Υπουργό Β’ με άμεση μετάθεση στη Βηρυτό, στην οποία έφθασε στα τέλη του Δεκεμβρίου. Το Νοέμβριο του 1955, ενώ βρισκόταν στην Αθήνα για υπηρεσιακά ζητήματα, προσβλήθηκε από έλκος στομάχου, κάτι που του επανεμφανίστηκε αργότερα, αφού εισήχθη στον Ευαγγελισμό στις 22 Ιουλίου 1971 με συμπτώματα έλκους. Ο Σεφέρης προσπάθησε να μετατεθεί στο Λονδίνο με στόχο την καλύτερη εξυπηρέτηση, εκ μέρους του, του Κυπριακού Ζητήματος. Εν τέλει, τον Ιούνιο του 1956, ο νέος Υπουργός Εξωτερικών, Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας τον διόρισε στη Διεύθυνση του Υπουργείου με αρμοδιότητα το Κυπριακό. Από το Νοέμβριο του 1956 συμμετείχε στην αντιπροσωπεία της Ελλάδος, που επιδίωκε να προωθήσει την αυτοδιάθεση της Κύπρου μέσω του Ο.Η.Ε. Στις 15 Ιουνίου του 1957, κατέφθασε στη Λονδίνο, ώστε να αναλάβει ως πρέσβης της Ελλάδος, μέχρι τις 20 Αυγούστου του 1962, οπότε και συνταξιοδοτήθηκε.

Στις 9 Ιουνίου του 1960, αναγορεύθηκε σε επίτιμο διδάκτορα της Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ. Εκτός από την ποίηση ασχολήθηκε και με μεταφράσεις λογοτεχνικών έργων και κυρίως συνέγραψε δοκίμια. Σύμφωνα με τον μετέπειτα Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Τσάτσο, τα μέλη της Ακαδημίας Αθηνών Ηλίας Βενέζης, Κωνσταντίνος Τριανταφυλλόπουλος και Χρήστος Καρούζος, του πρότειναν να τεθεί υποψήφιος για να γίνει μέλος της. Σύμφωνα, πάλι, με τον Κωνσταντίνο Τσάτσο, στο έργο του «Λογοδοσία μιας ζωής», «Το συγκρότημα Λαμπράκη και η σύζυγός του, όλοι οι εχθροί της Ακαδημίας», τον πίεσαν να μη δεχθεί να γίνει μέλος της.

Στις 16 Απριλίου 1964 αναγορεύθηκε σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης, το καλοκαίρι αναγορεύθηκε ως επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και τον Ιούνιο του 1965 επίτιμος διδάκτωρ του Πρίνστον. Το Σεπτέμβριο του 1965 απέρριψε την πρόταση του Πανεπιστημίου του Ιλλινόις να μεταβεί εκεί το επόμενο έτος και να διδάξει ως επισκέπτης καθηγητής. Το Νοέμβριο του 1967 αποδέχθηκε την πρόσκληση από το Ινστιτούτο Ανωτάτων Σπουδών του Πρίνστον. Παράλληλα, προσκλήθηκε να διδάξει και στην έδρα Τσαρλς Έλιοτ Νόρτον για την Ποίηση, στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, αλλά αρνήθηκε με επίσημη επιστολή του προς τον πρύτανη του ιδρύματος. Το φθινόπωρο του 1968 ταξίδεψε στις Η.Π.Α και ανέγνωσε ποιήματά του στο Πανεπιστήμιο του Harvard, στο Preston, στο Rutgers Pittsburgh, στην Washington και στη Νέα Υόρκη. Κατά την περίοδο της Χούντας, ο Σεφέρης δεν έμεινε άπραγος. Μέσω της ελληνικής υπηρεσίας του BBC, στις 28 Μαρτίου του 1969, προχώρησε σε δήλωση εναντίον της δικτατορίας, η οποία μεταδόθηκε από το ραδιοφωνικό σταθμό του Παρισιού και τη Deutsche Welle. Λόγω της δήλωσης αυτής, το καθεστώς του αφαίρεσε το διπλωματικό διαβατήριο και τον τίτλο του πρέσβη επί τιμή. Στις 22 Σεπτεμβρίου 1971, στην κηδεία του, συγκεντρώθηκε πλήθος, το οποίο ακολουθούσε τη νεκρώσιμη πομπή και σιγοτραγουδούσε το απαγορευμένο, από την Χούντα, τραγούδι του Θεοδωράκη, «Άρνηση», σε στίχους του ίδιου του Σεφέρη. Στις 23 Σεπτεμβρίου, τρεις μέρες μετά το θάνατό του, δημοσιεύθηκε το τελευταίο ποίημά του, «Επί Ασπαλάθων», το οποίο αναφέρεται στη μεταθανάτια τιμωρία των αδίκων, με σαφή αναφορά προς το καθεστώς.


Πελοπίδας-Παναγιώτης Κουλούρης

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1996. Το 2014 ξεκίνησε τις σπουδές του, στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Πάντειου Πανεπιστημίου αποφοιτώντας το 2018. Τον Οκτώβριο ξεκίνησε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Νεαπόλεως Πάφου στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα "Νεότερη και Σύγχρονη Ευρωπαϊκή και Ελληνική Ιστορία". Στο OffLine Post αρθρογραφεί για τις κατηγορίες Πολιτικού και Ιστορίας.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ