16.9 C
Athens
Σάββατο, 20 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΑποφυλάκιση της 17Ν με το νέο Ποινικό Κώδικα: μια νομική προσέγγιση

Αποφυλάκιση της 17Ν με το νέο Ποινικό Κώδικα: μια νομική προσέγγιση


Του Θάνου Γκλαβέρη,

Με την κύρωση του νέου Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/1920), επικράτησε στην ελληνική δημοσιογραφία η είδηση ότι με αυτόν δίνεται η δυνατότητα αποφυλάκισης σε καταδικασμένους σε πλείονες ποινές ισοβίων, και ιδιαίτερα στα μέλη της 17 Νοέμβρη. Με το παρόν επιχειρείται μια συστηματική εξέταση όλων των πτυχών του ζητήματος.

Το ζήτημα γεννάται από το άρ. 110Α του νέου Ποινικού Κώδικα (εφεξής ΠΚ), που δίνει τη δυνατότητα απόλυσης υπό τον όρο της ηλεκτρονικής επιτήρησης («βραχιολάκι») στους πολυϊσοβίτες, που έχουν συμπληρώσει 17 χρόνια εκτιτέας ποινής, εφόσον σε κάθε περίπτωση έχουν πραγματικά παραμείνει στο κατάστημα κράτησης για 16 έτη. Παρατηρείται ότι σε σχέση με το αντίστοιχο άρ. 110Β του παλαιού Ποινικού Κώδικα (εφεξής πΠΚ) έχει μεν αυξηθεί το ελάχιστο όριο πραγματικής παραμονής από τα 14 έτη στα 16, την ίδια ώρα όμως έχει απαλειφθεί η διάταξη του αρ. 110Β §1γ’ πΠΚ, που εξαιρούσε από το θεσμό τους καταδικασθέντες σε σοβαρά κακουργήματα, όπως εγκληματική οργάνωση, τρομοκρατική οργάνωση και ανθρωποκτονία με πρόθεση χωρίς ελαφρυντικά. Έτσι, πλέον και τα μέλη της 17Ν μπορούν να υποβάλουν αίτηση αποφυλάκισης.

Μάλιστα, το νέο άρ. 2 ΠΚ, που υιοθετήθηκε από τη Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή, υποχρεώνει πλέον στην αναδρομική εφαρμογή «της ευνοϊκότερης διάταξης νόμου», και όχι «του ευνοϊκότερου νόμου», όπως προηγουμένως. Σύμφωνα δε με την Αιτιολογική Έκθεση (υπό Δ, Άρθρο 2), «είναι πιθανό να εφαρμόζονται σε συγκεκριμένη περίπτωση διατάξεις διαφορετικών νόμων». Αυτό σημαίνει ότι θα αμφισβητηθεί έντονα το δόγμα της νομολογίας ότι για την εφαρμογή του άρ. 2 ΠΚ γίνεται «σύγκριση των περισσοτέρων διατάξεων στο σύνολο των προϋποθέσεων που προβλέπονται από καθεμιά από αυτές» (ΟλΑΠ 1/2015), με αποτέλεσμα, στην προκειμένη περίπτωση το όριο πραγματικής παραμονής στο κατάστημα κράτησης να μην είναι τα 16 έτη του ΠΚ αλλά τα 14 του πΠΚ.

Ας σημειωθεί πάντως για αρχή ότι το Σχέδιο ΠΚ δε συντάχθηκε από βουλευτές ή κομματικά στελέχη του τότε κυβερνώντος κόμματος, όπως αφέθηκε κάπου να εννοηθεί, αλλά από νομοπαρασκευαστική επιτροπή, αποτελούμενη από δικαστικούς, καθηγητές Νομικής και δικηγόρους, ενώ ακολουθήθηκε βασικά το Σχέδιο της –προγενέστερης της κυβέρνησης– Επιτροπής Μανωλεδάκη/Συμεωνίδου-Καστανίδου (βλ. Αιτιολογική Έκθεση Α, VIII). Εξυπακούεται, βέβαια, ότι οι προαναφερθέντες βουλευτές το ψήφισαν και το έθεσαν σε ισχύ.

Η περίπτωση του άρ. 7 π.δ. 62/2014

Υποστηρίχθηκε ότι, μολονότι οι διατάξεις του νέου Ποινικού Κώδικα παραχωρούν το δικαίωμα απόλυσης υπό τον όρο της ηλεκτρονικής επιτήρησης, αυτό αποκλείεται τελικά από τη διάταξη του άρ. 7 του π.δ. 62/2014 για την πιλοτική εφαρμογή του θεσμού. Πραγματικά, το εν λόγω άρθρο αναφέρεται σε έως 50 κρατούμενους σε συγκεκριμένες φυλακές της Β. Ελλάδας, με μόνιμη κατοικία στην Περιφέρεια Θεσσαλονίκης, καταδικασμένους σε πρόσκαιρη κάθειρξη (και όχι σε ισόβια).

Ωστόσο, αυτός ο ισχυρισμός έχει τα όριά του. Αφενός επειδή είναι αμφισβητήσιμο το κατά πόσο μια δικονομική διάταξη «εκτελεστικού χαρακτήρα», όπως η προαναφερθείσα μπορεί να αφαιρέσει από τον κρατούμενο το δικαίωμα απόλυσης, που του παραχωρείται από το νεότερο και ρητά εκφρασθέντα ΠΚ. Αφετέρου, επειδή η εξουσιοδοτική διάταξη (άρ. 4§2 ν. 4205/2013) δεν εξουσιοδοτεί το π.δ. να προβλέψει τις κατηγορίες των κρατουμένων που θα δικαιούνται το προνόμιο, αλλά μόνο τη διαδικασία εγκατάστασης και λειτουργίας των συσκευών, την περίοδο εφαρμογής του μέτρου, τη δαπάνη που θα βαρύνει το επιτηρούμενο πρόσωπο κλπ. Σε αυτή την περίπτωση, οι περιορισμοί του π.δ. ως προς τα δικαιούμενα πρόσωπα τέθηκαν αναρμοδίως και πρέπει να θεωρηθούν ως μη γεγραμμένοι. Τα παραπάνω φαίνεται να επαληθεύονται και από το ΣυμβΠλημΑθ 1463/2016 (ΠοινΔικ 2016, σελ. 912), το οποίο χορηγεί τον περιοριστικό όρο του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση χωρίς καμία αναφορά στο π.δ. 62/2014, παρότι η μη γενομένη δεκτή εισαγγελική πρόταση τόνιζε ότι «έως και σήμερα δεν έχει εισέτι υλοποιηθεί, σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη (ενν. την εξουσιοδοτική διάταξη του π.δ.), η εφαρμογή του μέτρου της κατ’ οίκον ηλεκτρονικής επιτήρησης και δεν είναι εφικτή η επιβολή του». Επομένως, η ηλεκτρονική επιτήρηση μπορεί να χορηγηθεί και χωρίς το π.δ. Ας σημειωθεί, πάντως, ότι η ισχύς του π.δ. αφού επεκτάθηκε χρονικά πολλές φορές, πρόσφατα παρατάθηκε επ’ αόριστον (μέχρι την έκδοση διαπιστωτικής πράξης από τον Υπουργό Δικαιοσύνης) με το άρ. 10§3 του ν. 4613/2019 και ισχύει κανονικά. Επομένως, τίποτα δεν απαγορεύει σε ένα δικαστικό συμβούλιο να επικαλεστεί το γράμμα του.

Από την άλλη, λέχθηκε ότι όσον αφορά τον έτερο θεσμό της απόλυσης υπό όρο του άρ. 105Β, το ελάχιστο όριο για την αποφυλάκιση των πολυϊσοβιτών αυξάνεται στα 25 έτη πραγματικής παραμονής (άρ. 105Β§6γ’ ΠΚ). Έτσι, το καθεστώς τους καθίσταται δυσμενέστερο όχι μόνο σε σχέση με τον –καταργηθέντα από τον νέο ΠΚ– νόμο Παρασκευόπουλου (ν. 4322/2015), που το όριζε στα 19 έτη, αλλά και σε σχέση με τα 20 έτη του προγενέστερου από αυτόν καθεστώτος. Όλα αυτά, βέβαια, αν και αληθεύουν, δε σχετίζονται με την επίδικη περίπτωση της ηλεκτρονικής επιτήρησης.

Η περίπτωση του άρ. 465 ΠΚ

Υποστηρίχθηκε ότι το άρ. 110Α του νέου ΠΚ δε μπορεί να εφαρμοστεί εν προκειμένω, καθώς στο άρ. 465 αυτού ορίζεται: «Οι διατάξεις του προϊσχύσαντος Ποινικού Κώδικα για (…) την απόλυση υπό όρο εφαρμόζονται για πράξεις που τελέστηκαν µέχρι τη θέση σε ισχύ του παρόντος». Η πρόβλεψη εκ πρώτης όψεως φαίνεται πως καταλαμβάνει και την επίδικη περίπτωση. Δεδομένου, ωστόσο, ότι πρόκειται για διατάξεις ουσιαστικού ποινικού δικαίου, είναι βέβαιο ότι δε μπορεί να εφαρμοστεί στην πλήρη έκτασή της. Κι αυτό γιατί συγκρούεται με την ανώτερης τυπικής ισχύος διάταξη του άρ. 2 ΠΚ, που έχει έρεισμα όχι μόνο στο 15§1γ’ του ΔΣΑΠΔ αλλά και στο Σύνταγμα. Το πιθανότερο είναι ότι η συγκεκριμένη μεταβατική διάταξη τέθηκε με τη σκέψη ότι οι περισσότερες παλαιές ρυθμίσεις, στα πεδία στα οποία αναφέρονται, είναι ευμενέστερες για τον κατηγορούμενο· επομένως πρέπει να περιοριστεί ερμηνευτικά μόνο σε αυτές. Είναι παράδοξο, σε κάθε περίπτωση, να γεννώνται τέτοια ζητήματα με αφορμή ένα σχΠΚ, που φρόντισε για την πλήρη και ανεξαίρετη εφαρμογή της αρχής της υποχρεωτικής εφαρμογής του ευνοϊκότερου νόμου (βλ. τροποποίηση 2 ΠΚ, κατάργηση 3-4 ΠΚ).

Η ουσιαστική προϋπόθεση της καλής διαγωγής

Σύμφωνα με το άρ. 106§1α’ ΠΚ, η απόλυση υπό όρο μπορεί να μη χορηγηθεί αν κριθεί με ειδική αιτιολογία ότι η διαγωγή του καταδικασθέντος, κατά την έκτιση της ποινής του, καθιστά απολύτως αναγκαία τη συνέχιση της κράτησής του, για να αποτραπεί η τέλεση από αυτόν νέων αξιόποινων πράξεων. Για την εκτίμηση της «καλής διαγωγής» του κρατούμενου λαμβάνεται υπ’ όψη η εξωτερική «συμπεριφορά» κατά την παραμονή του στο κατάστημα κράτησης, μόνο όμως ως εξωτερίκευση της «ηθικής βελτίωσής» του, η οποία πρέπει να τον καθιστά λιγότερο επικίνδυνο για το κοινωνικό σύνολο. Θα πρέπει, δηλαδή, να εξεταστεί μήπως συντρέχει εκδήλωση «κατ’ επίφαση μόνον καλής συμπεριφοράς», που διατηρεί τον κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια. Μολαταύτα, οποιεσδήποτε αμφιβολίες ως προς το ειλικρινές ή μη της ηθικής προόδου του καταταδικασθέντα θα πρέπει να συνηγορούν υπέρ του (Τσόγκα Λάμπρου, Η απόλυση υπό όρο, 2019, σελ 6-8). Η κρίση ανήκει στην κυριαρχική εξουσία του αρμόδιου Συμβουλίου.

Σύμφωνα δε με το προστεθέν δεύτερο εδάφιο, μόνη η επίκληση πειθαρχικού παραπτώματος κατά την έκτιση της ποινής δεν αρκεί για τη μη χορήγηση της απόλυσης. Πάντως, με βάση την Αιτιολογική Έκθεση (υπό άρ. 106), αυτό δε σημαίνει ότι ένα πειθαρχικό παράπτωμα δε μπορεί πράγματι να αποτελεί κάποτε δικαιολογητικό λόγο άρνησης της απόλυσης. Απλώς, θα πρέπει να κρίνονται και να αιτιολογούνται κάθε φορά ad hoc η βαρύτητα του παραπτώματος και οι συνθήκες, υπό τις οποίες τελέστηκε, πριν κλίνει το δικαστήριο υπέρ της συνέχισης της κράτησης.

Η μη ιδιότητα του πολυϊσοβίτη ως τυπικής προϋπόθεσης;

Πρόσφατα και στο πλαίσιο των τακτικών αδειών των άρ. 54 επ. ΣωφρΚ, υποστηρίχθηκε μεμονωμένα ότι ο ενικός αριθμός της εκεί διάταξης («σε περίπτωση έκτισης ποινής ισόβιας κάθειρξης»), αποκλείει από αυτήν τους πολυϊσοβίτες (ΣυμβΠλημΒολ 93/2019). Μετά όμως την αναίρεσή του εν λόγω βουλεύματος με το ΣυμβΑΠ 1001/2019, αυτό δε μπορεί καν να μεταφερθεί ως επιχείρημα στο θεσμό της απόλυσης υπό όρο. Εδώ, άλλωστε, ο νόμος ήταν σαφής («στην περίπτωση που συντρέχουν σωρευτικά περισσότερες ποινές»2) και πλέον είναι σαφέστερος («αν εκτίει περισσότερες ποινές ισόβιας κάθειρξης»).

Λοιπές προϋποθέσεις

Η απόλυση υπό τον όρο της ηλεκτρονικής επιτήρησης χορηγείται μόνο μετά από αίτηση του κρατούμενου και ποτέ αυτεπαγγέλτως. Δε χορηγείται, δηλαδή, σε καμία περίπτωση χωρίς τη συναίνεσή του. Ακόμα, δε χορηγείται στους αγνώστου διαμονής (Αιτιολογική Έκθεση ν. 4205/2013, υπό άρθρο 2).  Δεν επιβάλλεται, ακόμη, πριν την προκαταβολή από τον επιτηρούμενο των εξόδων της επιτήρησης (65§6β’ ΣωφρΚ σε συνδυασμό με 284 νέου ΚΠΔ). Η υποχρεωτική συνυποβολή εκθέσεων της διεύθυνσης και της κοινωνικής υπηρεσίας του καταστήματος κράτησης καταργήθηκε με το νέο ΠΚ για τους ενήλικες δράστες.

Αντί επιλόγου, είναι σαφές ότι ο νέος Ποινικός Κώδικας θέλησε να αναβαθμίσει τη θέση του θεσμού της ηλεκτρονικής επιτήρησης στο σύστημά μας (βλ. και το καινοφανές 105 ΠΚ), αλλά και να τη γενικεύσει, απαλείφοντας επιμέρους αποσπασματικές εξαιρέσεις. Αναπόφευκτα, μη όντας τέλειος την ώρα που επιφέρει μαζικές αλλαγές, ξεσηκώνει αντιδράσεις. Στο προκείμενο, ίσως θα έπρεπε να εξεταστεί η θέσπιση ειδικής κατηγορίας πολυϊσοβιτών, με πάνω από 5 ποινές ισόβιας κάθειρξης, η οποία να απολαμβάνει ακόμα λιγότερα προνόμια. Σε κάθε περίπτωση, θα φανεί στην πράξη αν η αναβάθμιση της ηλεκτρονικής επιτήρησης θα σημάνει έναν αξιόπιστο «ενδιάμεσο τρόπο» έκτισης της ποινής ή θα αποδειχθεί εύκολα διαβλητή και ευεπίφορη σε αποδράσεις.

  • 1 βλ. ΟλΑΠ 1/2015: «Σύμφωνα δε α) με την αρχή της νομιμότητας (άρθρο 7 του Σ.), β) με την αρχή της ισότητας (άρθρο 4 του Σ.) και γ) με το προαναφερθέν άρθρο 15 παρ. 1 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, που έχει, κατά το άρθρο 28 του Συντάγματος, υπερνομοθετική τυπική ισχύ, καθιερώνεται η αναδρομική εφαρμογή του επιεικέστερου νόμου»
  • 2 βλ. και ΣυμβΕφΘεσ 234/2016, ό.π. «Όταν δε το εδάφιο β΄ της παρ. 1 του άρθρου 110Β ΠΚ αναφέρεται στην περίπτωση που συντρέχουν σωρευτικά περισσότερες ποινές (…) εννοεί περιπτώσεις, όπως αυτές π.χ. όταν συντρέχουν σωρευτικά δύο ή περισσότερες ποινές ισόβιας κάθειρξης»

Θάνος Γκλαβέρης

Γεννημένος το 1996 στην Θεσσαλονίκη, είναι πτυχιούχος της Νομικής ΑΠΘ, ενώ έχει φοιτήσει για ένα εξάμηνο μέσω Εράσμους και στο Capitole 1 της Τουλούζ. Πέρα από το αντικείμενο της σχολής του, ασχολείται με όλες τις υπόλοιπες κοινωνικές επιστήμες και την πολιτική επικαιρότητα. Ομιλεί άπταιστα αγγλικά και γαλλικά.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ