19.9 C
Athens
Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΤελικά ποιος είναι Έλληνας;

Τελικά ποιος είναι Έλληνας;


Του Βασίλη Χρίστογλου,

Αν υπάρχει ένα ερώτημα που «βασανίζει» τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία τα τελευταία χρόνια και αποτελεί πηγή ανελέητων καυγάδων, είναι το «ποιος είναι Έλληνας τελικά ρε παιδιά;». Ναι, είμαι σίγουρος ότι έχουν γραφτεί άρθρα και άρθρα για το συγκεκριμένο ζήτημα αλλά θα το πιάσουμε από μια άλλη οπτική. Ευτυχώς, τον τελευταίο καιρό ο αθλητισμός μας έχει δώσει πολλά παραδείγματα και θα μας βοηθήσει στην ανάλυση του άρθρου μας.

Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, πριν από λίγο καιρό, ένας ποδοσφαιριστής του Πανιωνίου και από τους καλύτερους του φετινού πρωταθλήματος αποφάσισε να παίξει στην εθνική μας ομάδα. Το όνομα αυτού; Φιόριν Ντουρμισάι. Ο παίκτης αυτός ήρθε μαζί με την οικογένειά του από την Αλβανία, όταν ήταν μόλις 5 ετών στη χώρα μας για ένα καλύτερο μέλλον. Μεγαλωμένος στην Ελλάδα και έχοντας τελειώσει το ελληνικό σχολείο, αποφάσισε να εκπροσωπήσει τη χώρα που μεγάλωσε, παρά τη χώρα της καταγωγής του ως ένδειξη σεβασμού για το γεγονός ότι του εξασφάλισε ένα σπίτι χωρίς τρύπες από σφαίρες…

Αμέσως λοιπόν μετά από την ανακοίνωση αυτής του της απόφασης ξεκίνησαν στο social media τα «καλά» λόγια. Φράσεις, όπως  «ελληνοποιήθηκε το αλβαναριό», «δε θα γίνεις Έλληνας ποτέ Αλβανέ» και «πολυεθνική ομάδα γίναμε» μπορούν να αποτυπώσουν λίγο σχηματικά την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Μιλάμε πάντως για οχετό όχι αστεία…

Βέβαια, οι άνθρωποι αυτοί αν δούν τον Αντετοκούνμπο έξω, θα τρέξουν για μια φωτογραφία, θα τρέξουν για μια σέλφι, θα ξεκινήσουν συνθήματα για το πόσο Έλληνας είναι, πόσο κάνει τους Έλληνες περήφανους και πόσο τιμά την ελληνική σημαία. Όμως, ο επιλεκτικός ρατσισμός καλά κρατεί στην Ελλάδα. Διότι το παιδί μεταναστών από την Νιγηρία μπορεί να θεωρηθεί Έλληνας. Όχι όμως το παιδί Αλβανών γονιών. Στη μέση δυστυχώς μπαίνει η επιλογή. Τι εννοώ; Είσαι Έλληνας ή Αλβανός, είσαι Έλληνας ή Αφρικανός. Εδώ ο Γιάννης μίλησε με περηφάνια για την καταγωγή που έχει από τη Νιγηρία, κάτι απολύτως λογικό λόγω των γονιών του, και πέσανε και τον φάγανε όλοι αυτοί που ζουν για να λένε «ο μαύρος δεν είναι Έλληνας». Μην σας προκαλεί έκπληξη. Στη Βουλή τους έχουμε.

Βέβαια, όταν και στο παρελθόν είχαν βιώσει τον ρατσισμό από ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας και οι ίδιοι οι  Έλληνες πρόσφυγες, πώς θα μπορούσαν τώρα να ξεφύγουν τα παιδιά των μεταναστών; Και τι δεν είχαν ακούσει αυτοί οι δύσμοιροι οι Πόντιοι, οι Ανατολικοθρακιώτες και οι Μικραασιάτες. «Τουρκόσποροι, τουρκόσποροι, τουρκόσποροι». Έτσι τους φωνάζανε. Κατά τη διάρκεια του πολέμου για τους Ελλαδίτες ήταν τα αδέλφια τους που έπρεπε να σώσει η μάνα Ελλάδα. Όταν όμως έφτασαν στη μάνα Ελλάδα γίνανε μισητοί για πάνω από δύο δεκαετίες.  Γιατί, όταν μπήκε στη μέση η πολιτική, τα αδέλφια έγιναν εχθροί. Το συναίσθημα της αδελφοσύνης χάθηκε…

«Δηλαδή η καταγωγή δεν έχει σημασία;» θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος. Κατά την ταπεινή μου άποψη όχι. Η νοοτροπία, η αλληλεπίδραση με τις παραδόσεις, οι φίλοι μας, ο τρόπος συμπεριφοράς μας. Πάνω από όλα τι νιώθουμε και που νιώθουμε το σπίτι μας. Αυτό μας κάνει Έλληνες. Αυτό κάνει Έλληνα οποιονδήποτε διαφορετικής καταγωγής.

Έτσι λοιπόν δε μπορώ να καταλάβω για ποιόν λόγο τα παιδιά που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν εδώ δε μπορούν να θεωρούνται Έλληνες. Αν το καλοσκεφτούμε εξάλλου, τα παιδιά αυτά έχουν περισσότερη Ελλάδα μέσα τους από κάτι ομογενείς πέμπτης και έκτης γενιάς που δεν έχουν πατήσει ποτέ το πόδι τους στην Ελλάδα. Και αρνούμαι να ακούσω επιχειρήματα του τύπου «και άμα γίνει πόλεμος με ποιον θα πάνε;». Ναι, ακόμα και σήμερα ακούω τέτοια επιχειρήματα… Για παιδιά, που στο μυαλό τους έχουν μόνο πως θα ζήσουν μια καλή ζωή. Για παιδιά, που σιχαίνονται τους πολέμους, σιχαίνονται τα άκρα, αλλά που επενδύουν στη φιλία μεταξύ όλων των ανθρώπων.

Ίσως όμως τελικά κάποιοι να είχαν δίκιο. Έλληνες ονομάζουμε αυτούς που μας βολεύει. Ο Γιάννης έτσι έγινε Έλληνας. Επειδή έγινε σούπερσταρ. Αλλιώς θα ήταν ακόμα ένα μαυράκι που θα πουλούσε ρολόγια. Ο Πύρρος Δήμας, αν δεν γινόταν ο ένας από τους καλύτερους αρσιβαρίστες όλων των εποχών, θα ήταν για πολλούς ακόμα το «αλβανάκι». Μπορώ να συνεχίσω με πολλά ακόμα ονόματα, αλλά νομίζω πως δεν έχει και ιδιαίτερο νόημα.

Την επόμενη φορά λοιπόν που θα δεις ένα από αυτά τα παιδιά να μιλάνε για την πατρίδα τους την Ελλάδα, να τραγουδάνε τον εθνικό ύμνο και να κρατάνε τη σημαία με περηφάνια, σκέψου τι κάνεις λάθος. Γιατί αυτά τα παιδιά δεν αγαπάνε τη χώρα σου λιγότερο από εσένα. Γιατί αυτά τα παιδιά θέλουν να τη δουν να προοδεύει όπως και εσύ. Γιατί αυτή τη γη έμαθαν να λένε σπίτι, αυτή τη γη έμαθαν να κοιτάνε πίσω, όταν φεύγουν και αυτό είναι το πιο όμορφο συναίσθημα για κάθε άνθρωπο στον κόσμο αυτό που είναι ευλογημένος να ζει σε ένα τόπο που μπορεί να τον λέει «σπίτι και πατρίδα».


Βασίλης Χρίστογλου
Γεννήθηκε το 1996 στη Θεσσαλονίκη και είναι προπτυχιακός φοιτητής στο τμήμα πολιτικών επιστημών στο ΑΠΘ. Ασχολείται με την αρθρογραφία από το 2016 και κυρίως με κοινωνικά και αθλητικά θέματα.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ