17.6 C
Athens
Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΟ Όργουελ δεν ήταν ψεύτης

Ο Όργουελ δεν ήταν ψεύτης


Της Άννας Κανάκη,

Ο αστικός θρύλος για τα συστήματα παρακολούθησης και επιτήρησης των πολιτών, κοινωνικής κατάταξης και επιδοκιμασίας τους ανάλογα με τις επιδόσεις τους, εκεί μακριά, στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, ακούγεται ολοένα και περισσότερο. Άραγε ο Πρόεδρος της χώρας Xi Jinping εμπνεύστηκε από το δυστοπικό «1984» και αποφάσισε να αναπαραστήσει τον σύγχρονο οργουελικό «Μεγάλο Αδελφό»;

Δυστυχώς οι ειδήσεις που έρχονται από την άλλη άκρη του Ειρηνικού στην αναστατωμένη Δύση είναι κάθε άλλο παρά υπερβολικές. Η ιδέα για ένα εικονικό σύστημα που επιδοκιμάζει τις καλές πράξεις των πολιτών και αποδοκιμάζει τις παράνομες, γεννιέται το 2007 στην Κίνα, ενώ έχει εφαρμοστεί και αλλού. Το 2014 έχει δομηθεί πιο ξεκάθαρα και υπάρχει η δυνατότητα για τους πολίτες να περιληφθούν προαιρετικά σε αυτό το πιλοτικό μοντέλο. Η ανταπόκριση είναι ικανοποιητική και οι πολίτες ποστάρουν περήφανοι στα social media τις επιδόσεις τους. Σήμερα ανακοινώνεται ότι ως το 2020 το σύστημα θα έχει ολοκληρωθεί και θα είναι υποχρεωτικό για όλους.

Τι είναι ουσιαστικά αυτό το σύστημα; Η κεντρική κυβέρνηση της Κίνας έχει ανάγκη καλύτερης διακυβέρνησης του πληθυσμού δισεκατομμυρίων της. Έτσι δίνει τη δυνατότητα σε κάθε περιφέρεια να συλλέγει πληροφορίες για τους πολίτες της μέσω κάθε δυνατής πηγής – τη διαδικτυακή τους δραστηριότητα, τις κινήσεις στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς και τη χρήση πιστωτικών καρτών, τη φορολογική τους δήλωση, τις καθημερινές δραστηριότητές τους, τη θέση εργασίας τους, την οικογενειακή τους κατάσταση, την υγεία τους, τη δημόσια έκφραση των πολιτικών τους πεποιθήσεων. Οι πληροφορίες αυτές μεταφράζονται σε πόντους: θετικούς για τις «καλές» πράξεις «συνετών» πολιτών και αρνητικούς για τις «κακές» πράξεις, δηλαδή ποινικά αδικήματα και διοικητικές παραβάσεις. Κάθε πολίτης θα αντιμετωπιστεί ανάλογα με τους βαθμούς που συγκεντρώνει. Οι πολίτες που συγκεντρώνουν υψηλή βαθμολογία (ας τους λέμε για συντομία «συνετούς») θα απολαμβάνουν τα προνόμια ενός καλού στάτους ζωής.

Αντίθετα, οι πολίτες με χαμηλή βαθμολογία (ας τους λέμε «παραβάτες») αντιμετωπίζουν κλιμακούμενους περιορισμούς. Οι αρχές κλειδώνουν τους λογαριασμούς τους, θέτουν περιορισμούς στις μετακινήσεις τους, στις ηλεκτρονικές αγορές τους και στη δυνατότητά τους για δανειοδότηση. Σε εξελιγμένο στάδιο, επέρχονται ποινικές κυρώσεις, δηλαδή η κράτησή τους. Βέβαια δεν υπάρχει κάτι που μπορούν να κάνουν για να ξεφύγουν από τη «μαύρη λίστα» του κράτους. Εκείνο τους έβαλε σε αυτή και καμία δικαστική ή ιδιωτική παρέμβαση του ιδιώτη δεν μπορεί να τον σώσει. Καμία, εκτός από μία: να πληρώσουν.

Στην αρχική του φιλοσοφία αυτό το απίστευτα ολοκληρωτικό σύστημα έχει μία λογική ηθική βάση. Κάθε πολίτης πρέπει να φέρει την ευθύνη των πράξεων του. Όλη η ζωή μας και κάθε μέρα της είναι ένα τεστ. Η «ήσσων προσπάθεια» κρίνεται μεροληπτική κατά αυτών που επιλέγουν να προσπαθούν. Μια κοινωνία που δεν επιδιώκει να εξετάζει και να βελτιώνει τον εαυτό της είναι μια κοινωνία χωρίς προοπτική. Πέρα από αυτό το σκεπτικό, ξεκινά ο δαίδαλος που μαστορικά κατασκευάζει τούτο το σύστημα μαζικής παρακολούθησης.

Η ανθρωπότητα έχει κατοχυρώσει μια σειρά θεμελιωδών δικαιωμάτων τα οποία ανήκουν σε κάθε άνθρωπο μόνο εκ του ότι είναι άνθρωπος. Όλα τα σύγχρονα Συντάγματα αναγνωρίζουν στους πολίτες τα δικαιώματα αυτά. Έτσι κανείς δεν μπορεί να στερηθεί κατ’ αρχήν το δικαίωμα της κίνησης ή της διαχείρισης της περιουσίας του ή της συμβατικής δέσμευσης με άλλους παρά μόνο αν καταδικαστεί από ποινικό δικαστήριο. Το πρόβλημα με αυτό το σύστημα βαθμολόγησης είναι ότι εισάγει έναν αυτόματο τρόπο επιβολής κυρώσεων για συγκεκριμένες ποινικές και διοικητικές παραβάσεις – ή ακόμα και για νομικά αδιάφορες μερικές φορές συμπεριφορές – χωρίς τη μεσολάβηση του δικαστικού οργάνου. Έτσι αρκεί μια πτώση στη βαθμολογία ενός πολίτη για να γραφτεί στη «μαύρη λίστα» χωρίς το δικαίωμα να περάσει από δίκη ή από ακρόαση και χωρίς καν ενημέρωσή του. Αυτή η πρακτική είναι εξόφθαλμα αντίθετη με την αρχή του κράτους δικαίου.

Μία ακόμα παραβίαση των θεμελιωδών ελευθεριών – και εκείνη που τρομάζει περισσότερο – είναι η διαρκής παρακολούθηση των πολιτών από το κράτος με κάθε τρόπο: κάμερες παρακολούθησης στους δρόμους, εντονότερη αστυνόμευση, αύξηση των αυτόφωρων εγκλημάτων. Ιδιαίτερα αναφορικά με τις κάμερες παρακολούθησης, οι οποίες έχουν τη δυνατότητα της ταυτοποίησης των προσώπων και της καταγραφής των δημόσιων συμπεριφορών τους – αν πέρασαν με κόκκινο το δρόμο, αν άκουγαν δυνατά τη μουσική τους στο τρένο κλπ – θυμίζουν ακόμα περισσότερο το δυστοπικό περιβάλλον του «μεγάλου αδερφού» όπου ένα μάτι σε παρατηρούσε όπου και αν βρισκόσουν. Η κυβέρνηση έχει ακόμη προσλάβει υπεράριθμους αστυνομικούς για να εξασφαλίσει ότι οι παραβάτες θα αναγνωρίζονται ακόμα και στις περιοχές που δεν υπάρχουν ικανά κλειστά κυκλώματα τηλεόρασης.

Ωστόσο όλο αυτό το πολύπλοκο σύστημα έχει την αχίλλειο πτέρνα του. Και αυτή είναι ότι οι εξοντωτικές υπερωρίες τις οποίες δουλεύουν οι αστυνομικοί για να συλλάβουν τον κάθε μικροπαραβάτη, τους κάνουν αμελείς στα καθήκοντά τους, ενώ την ίδια στιγμή δεν ασχολούνται με το πραγματικό, επικίνδυνο, στυγνό έγκλημα. Πέραν της αμέλειας των κρατικών λειτουργών, οι ακτιβιστές ανακαλύπτουν τις «τρύπες» του συστήματος, και μαθαίνουν να «ξεφεύγουν» από τον κρατικό έλεγχο, χρησιμοποιώντας διαφορετικά ταυτοποιητικά έγγραφα και εμποδίζοντας την αστυνομία να υποκλέπτει τις συνομιλίες τους. Έτσι, αυτό το σύστημα που πήρε χρόνια να ολοκληρωθεί (και δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα) μέχρι στιγμής καταπολεμάται χάρη στα κενά του.

Τελικά, γιατί η είδηση αυτή είναι ένα κοινωνικό θέμα; Επειδή για κάθε παραβίαση των θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων, η διεθνής κοινότητα πρέπει να αντιδρά. Επίσης πρέπει να προβληματίζεται, διότι πολύ εύκολα αυτό που συμβαίνει στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού μπορεί να συμβεί σε οποιαδήποτε χώρα. Και ήδη, στην «προοδευτική Δύση» εταιρίες όπως η Uber και η eBay λειτουργούν τέτοιου είδους συστήματα για να βαθμολογούν τους χρήστες και τα προϊόντα τους. Και καλά κάνουν, διότι η πρακτική αυτή είναι που αυξάνει την ανταγωνιστικότητα και δημοφιλία τέτοιων επιχειρήσεων. Συνεπώς το κόνσεπτ δεν μας είναι ξένο. Κάποιος θα έλεγε ότι σε δημοκρατικά και φιλελεύθερα καθεστώτα, όπως του δυτικού προτύπου δεν θα μπορούσε ποτέ να επιτύχει ένα τέτοιο σύστημα. Κι όμως, όλοι φοβόμαστε τις φημολογούμενες επιθέσεις των «χάκερ» ή της «κυβέρνησης» στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές μας και λαμβάνουμε μέτρα προστασίας μας. Άρα ο φόβος υπάρχει. Η δυνατότητα υπάρχει επίσης. Η δημοκρατία επιτρέπει τον ολοκληρωτισμό, αν αυτό είναι που θέλει ο λαός. Και μια ολοκληρωτική κυβέρνηση έχει κίνητρο να γνωρίζει τα πάντα για τους πολίτες.

Επομένως ας ενδιαφερθούμε για όσα γίνονται στην Κίνα, διότι καθόλου απίθανο δεν είναι να συμβούν και εδώ…


Άννα Κανάκη

Είναι 19 ετών και είναι δευτεροετής φοιτήτρια του τμήματος Νομικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Γνωρίζει αγγλικά,γερμανικά και γαλλικά και έχει συμμετάσχει σε πληθώρα φοιτητικών προσομοιώσεων και σεμιναρίων.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ