18.4 C
Athens
Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο δίλημμα του τρόλεϊ: Μία νομική προσέγγιση

Το δίλημμα του τρόλεϊ: Μία νομική προσέγγιση


Της Τατιάνας Κυτταρούδη,

Ας φανταστούμε το ακόλουθο σενάριο: Στις σιδηροδρομικές γραμμές είναι δεμένοι πέντε ανυποψίαστοι άνθρωποι και ένα τρένο πλησιάζει προς το μέρος τους. Ο Α στέκεται στην πλατφόρμα και βλέπει το δράμα να εκτυλίσσεται. Αν δεν ακινητοποιηθεί το τρένο οι πέντε άνθρωποι σίγουρα θα σκοτωθούν. Ο Α ωστόσο έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει ένα μοχλό που βρίσκεται δίπλα του, με την ενεργοποίηση του οποίου το τρένο θα αλλάξει τροχιά, κινούμενο ωστόσο προς την κατεύθυνση όπου είναι δεμένος ένας άλλος άνθρωπος. Η παραπάνω προβληματική, μελετώντας τις συνέπειες των εναλλακτικών πράξεων στις οποίες μπορεί να καταφύγει ο Α, δεν είναι άλλη από το γνωστό φιλοσοφικό δίλημμα του τρόλεϊ (the trolley problem). Όμως, πώς κρίνονται οι διάφορες ενέργειες (ή παραλείψεις) του Α ως προς το δίλημμα αυτό, υπό νομική σκοπιά και, πιο συγκεκριμένα, υπό τη σκοπιά του ποινικού δικαίου;

Κρίσιμο είναι, αρχικά, να λάβουμε υπόψιν δύο θεμελιώδεις έννοιες-βάσεις του ποινικού δικαίου: Υφίσταται, το πρώτον, ένα αυστηρό αρνητικό καθήκον αποχής από πράξεις βλαπτικές για έννομα αγαθά τρίτων, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την τιμώρηση της ανθρωποκτονίας, στο βαθμό μάλιστα του κακουργήματος. Από την άλλη, ο νόμος επιβάλλει, σε ορισμένες περιπτώσεις, ένα θετικό καθήκον επέμβασης προς διάσωση αγαθών που βρίσκονται σε κατάσταση διακινδύνευσης, με κύριο παράδειγμα τη διάταξη του άρθρου 307 του Ποινικού Κώδικα («Παράλειψη λύτρωσης από κίνδυνο ζωής»). Η τελευταία, ονομαζόμενη κι ως «διάταξη του καλού Σαμαρείτη», καταδεικνύει την ιδιαίτερα αυστηρή στάση του νομοθέτη απέναντι στην κοινωνική απάθεια, χαρακτηρίζοντας το παραπάνω αδίκημα ως πλημμέλημα και τιμωρώντας το με ποινή φυλάκισης έως ενός έτους.

Έχοντας κατά νου τα προαναφερθέντα, ας εξετάσουμε το σενάριο κατά το οποίο ο Α, σταθμίζοντας το κόστος και το όφελος μεταξύ της απώλειας ενός και σωτηρίας των πέντε, αποφασίζει να πατήσει το μοχλό, η ενεργοποίηση του οποίου θα τρέψει το τρένο προς την κατεύθυνση του ενός δεμένου, σκοτώνοντάς τον. Στην περίπτωση αυτή, και σε επίπεδο αντικειμενικής υπόστασης, υπάρχει η απαιτούμενη από τα στοιχεία της ανθρωποκτονίας του άρθρου 299 ΠΚ πράξη («ανθρωποκτονία με πρόθεση»), ως μυϊκή ενέργεια του Α που οδηγεί αιτιακά σε πρόκληση θανάτου, αυτή του δεμένου στις ράγες. Το γεγονός ότι, κατά κυριολεξία, είναι ο οδηγός που προκαλεί το θάνατο του δεμένου, δεν θα πρέπει να μας εμποδίσει να καταλογίσουμε το θάνατο αυτό ως πράξη του Α. Κι αυτό γιατί, στο βαθμό που οι «πράξεις» του οδηγού έχουν ουσιαστικά δρομολογηθεί από τους αιτιακούς όρους που έθεσε ο Α προς την κίνηση του τρένου στη δεύτερη ράγα, χωρίς δυνατότητα ανάκλησης των όρων αυτών από τον οδηγό, τότε η θανάτωση του δεμένου προήλθε από τη μυϊκή κίνηση του Α στο μοχλό. Σε επίπεδο υποκειμενικής υπόστασης, και εφόσον δεν υφίσταται κάποιος λόγος άρσης του αδίκου, προφανώς διαγιγνώσκεται δόλος στη συμπεριφορά του Α, καθώς με την ιδιόχειρη κινητοποίηση του μοχλού φαίνεται να γνωρίζει το αποτέλεσμα της θανάτωσης ως βέβαιο και, χωρίς να το επιδιώκει, να το αποδέχεται. Θα μπορούσαμε, άρα, να μιλήσουμε για άμεσο δόλο β’ βαθμού. Ως προς τον καταλογισμό του Α σε ενοχή, θα ήταν δυνατό να αναγνωριστεί από το δικαστή ύπαρξη ψυχικής ορμής τόσο κατά την απόφαση να κινητοποιήσει το μοχλό, όσο και κατά την εκτέλεση της πράξης, αλλά και στο ενδιάμεσο διάστημα. Με την αποδοχή μιας τέτοιας λύσης, η οποία φαίνεται να δικαιολογείται από την ένταση της κατάστασης αυτής του πανικού στην οποία βρίσκεται αντιμέτωπος ο Α, η πράξη του θα εμπίπτει στο ρυθμιστικό πλαίσιο της §2 του άρθρου 299 («ανθρωποκτονία με πρόθεση σε βρασμό ψυχικής ορμής»), κι άρα η ποινή που θα απειλείται θα είναι αυτή της πρόσκαιρης κάθειρξης.

Στο σενάριο, τώρα, που ο Α θα επιλέξει να μην επενεργήσει ο ίδιος στα γεγονότα, αλλά να τα αφήσει να δρομολογηθούν σύμφωνα με τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων και, άρα, το τρένο να κατευθυνθεί προς τους 5 δεμένους, φαίνεται να συντρέχουν οι όροι στοιχειοθέτησης του άρθρου 307 ΠΚ. Αντικειμενικά, βρίσκεται σε κίνδυνο ζωής η πεντάδα των δεμένων στις ράγες ανθρώπων, εφόσον είναι σε εξέλιξη μία διαδικασία με αυτοδύναμη εξέλιξη προς τη βλάβη των εννόμων αγαθών της ζωής του καθενός. Επίσης, στην περίπτωση αυτή ο Α παραλείπει να επέμβει, απέχοντας από την πράξη που θα μπορούσε να σώσει τα θύματα, δηλαδή την κινητοποίηση του μοχλού. Υποκειμενικά, δε, ο νόμος απαιτεί δόλο οποιουδήποτε βαθμού («με πρόθεση»)  και, εφόσον ο Α επέλεξε να μη δράσει γνωρίζοντας και αποδεχόμενος πως τα 5, «υποψήφια» προς το παρόν, θύματα βρίσκονται σε εξελισσόμενο κίνδυνο ζωής, κι εδώ φαίνεται να πληρούνται οι απαιτήσεις του 307 ΠΚ για την υποκειμενική υπόσταση. Ωστόσο, και φτάνοντας σε επίπεδο καταλογισμού σε ενοχή, το δίκαιό μας δεν μένει αδιάφορο σε καταστάσεις κατά τις οποίες δεν αφήνονται περιθώρια δράσης στο «δράστη», καταστάσεις δηλαδή «γνήσιας σύγκρουσης καθηκόντων και αναπόφευκτης άδικης επιλογής». Η επιλογή, με άλλα λόγια, σε κατάσταση ψυχικής πίεσης και σύγκρουσης μεταξύ δύο άδικων λύσεων, δεν μπορεί να αποδοκιμαστεί από το δίκαιο, εφόσον η πράξη τελικά δεν χαρακτηρίζεται από εχθρότητα και σκοπό βλάβης απέναντι στα έννομα αγαθά, αλλά από συνθήκες εξωτερικές και αίτια εκτός της βούλησης και του ψυχικού κόσμου του «δράστη». Τέτοιες καταστάσεις αδυναμίας ανθρώπινης απέναντι στην «ορθότερη» επιλογή, γίνονται δεκτές ως λόγοι συγγνώμης, ως αποτέλεσμα ψυχικής πίεσης απέναντι σε ένα ηθικό δίλημμα.

Γίνεται έτσι αντιληπτό πως, αντιμέτωποι με ένα τέτοιο σενάριο, ο νόμος έχει προβλέψει το ηθικό δίλημμα και αξιολογήσει ποινικά τη ψυχική πίεση απέναντί του. Στην περίπτωση αυτή, η αυτοδύναμη πορεία των πραγμάτων θα οδηγούσε στη θανάτωση των 5 δεμένων στις ράγες, αποτέλεσμα που μοιάζει, υπό ωφελιμιστικό πρίσμα, άδικο. Όμως, το δίκαιο είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα και προϊόν συμβιβασμού μεταξύ διαφόρων άδικων επιλογών, μέσα από σταθμίσεις των διάφορων εννόμων αγαθών που μοίρα τους είναι να συνυπάρχουν και να συγκρούονται.


 Πηγές

  • Ι. Μανωλεδάκης, Ποινικό Δίκαιο-Επιτομή Γενικού Μέρους, ζ’ έκδοση (εκδ. Σάκκουλα, 2005), σελ. 217, σελ. 732 επ.
  • Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, Εγκλήματα κατά προσωπικών αγαθών, γ’ έκδοση (εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, 2016), σελ. 25, σελ. 117

Τατιάνα Κυτταρούδη

Είναι τριτοετής φοιτήτρια Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ενώ κατάγεται από τη βορειότερη πόλη της Ελλάδας, την Ορεστιάδα. Αγαπάει τη λογοτεχνία και το γράψιμο, τη μουσική και τις ξένες γλώσσες, συμμετέχει σε προσομοιώσεις και ταξιδεύει, ενώ στα ακαδημαϊκά της ενδιαφέρονται συγκαταλέγονται το Δίκαιο Διαδικτύου, η Εγκληματολογία και η Δικαστική Ψυχολογία.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ