20.9 C
Athens
Τρίτη, 16 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΠολιτισμός & Κουλτούρα: αποκλειστικό προνόμιο ή ανθρώπινο δικαίωμα;

Πολιτισμός & Κουλτούρα: αποκλειστικό προνόμιο ή ανθρώπινο δικαίωμα;


Της Βασιλικής Καράμπαμπα,

Οι λέξεις «πολιτισμός» και «κουλτούρα» νοηματοδοτούνται από κοινούς τόπους καθώς περικλείουν νοήματα και ερμηνείες με μικρές διαφορές. Ωστόσο, η εξέταση των διαφορών τους είναι σημαντική για την πλήρη κατανόηση του νοήματός τους.

Την εποχή του γερμανικού ρομαντισμού, ο πολιτισμός δηλώνει την πρόοδο της βιομηχανικής ανάπτυξης, ενώ η κουλτούρα είναι συνυφασμένη με υψηλά ιδανικά και αισθητικές αξίες. Η κοινωνία, η οποία έχει κουλτούρα είναι μια «εκπολιτισμένη» κοινωνία, ενώ το ίδιο ισχύει και για τον άνθρωπο. Άνθρωπος με κουλτούρα είναι αυτός που κατέχει υψηλή καλλιέργεια και μόρφωση. Έτσι, αναπόφευκτα συνδέεται με την εξουσία και την γνώση. Εκείνος που έχει εξουσία, έχει πρόσβαση στη γνώση και επομένως είναι κάτοχος της κουλτούρας.

Την περίοδο της αποικιοκρατίας, οι Μεγάλες Δυνάμεις εφαρμόζουν τις πολιτικές ιμπεριαλισμού τους σε τριτοκοσμικές χώρες με το πρόσχημα του «εκπολιτισμού». Ως φορείς κουλτούρας και πολιτισμού εισβάλουν στις μελλοντικές αποικίες τους, με σκοπό να «εκπολιτίσουν» τους ιθαγενείς πληθυσμούς.

Τον 19ο αιώνα η κουλτούρα συνδέεται κατά κύριο λόγο με την πολιτιστική κληρονομιά και τις τέχνες, τα οποία αποτέλεσαν σημαντικότατα συστατικά κατά τη διαδικασία δημιουργίας των εθνικών κρατών. Κάθε νεότευκτο έθνος-κράτος έχει την ανάγκη να νομιμοποιήσει την ύπαρξή του αναζητώντας τις ρίζες και τις καταβολές του στο μακρινό παρελθόν. Σταδιακά η κουλτούρα απέκτησε μια πολλαπλή διάσταση, καθώς πλέον στον ορισμό της εσωκλείονται επιπλέον έννοιες: ιδέες, πεποιθήσεις, ήθη, έθιμα, κάθε συνήθεια του ανθρώπου ως μέλους μιας κοινωνίας. Παρατηρούμε, λοιπόν, μια διεύρυνση του ορισμού της κουλτούρας.

Τον 20ο αιώνα εμφανίζονται διάφοροι ορισμοί για την κουλτούρα.  Σύμφωνα με τον Raymond Williams μπορούμε  να ορίσουμε με τρεις τρόπους την κουλτούρα: α) είναι μια διαδικασία διανοητικής, πνευματικής και αισθητικής ανάπτυξης, β) είναι ένας συγκεκριμένος τρόπος ζωής, είτε μεμονωμένων ανθρώπων, είτε μιας περιόδου, είτε μιας ομάδας, γ) μπορεί να αναφέρεται στα έργα και στις πρακτικές της διανοητικής και κυρίως της καλλιτεχνικής δραστηριότητας (Storey, 2015).

Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος προκάλεσε πληγές στην μεταπολεμική κοινωνία της Ευρώπης, η οποία επιδιώκει συνειδητά να λησμονήσει τις προηγούμενες καταστροφές του πολέμου. Οι ωμότητες και η βία του πολέμου προκάλεσαν ένα αίσθημα ντροπής. Οι άνθρωποι θέλουν να ξεχάσουν το παρελθόν και να αφήσουν πίσω τα κατάλοιπα του πολέμου. Στις νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν, η κουλτούρα θα προσαρμοστεί και θα ενσωματωθεί στα νέα συμφραζόμενα. Πλέον συνδέεται με τις δημοκρατικές διαδικασίες, την ισότητα, το κράτος δικαίου, τα οποία προωθούνται από τις μεταπολεμικές κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών χωρών.

Στο εξής υπάρχει ανάγκη για κοινωνική δικαιοσύνη και ανθρώπινα δικαιώματα, εκπαίδευση και υγεία. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες αρχίζει να ωριμάζει η ιδέα της πολιτικής του πολιτισμού. Εμφανίζεται η έννοια της ιδιότητας του πολίτη (Marshall) και η ανάγκη για έναν κοινό πολιτισμό.

Την δεκαετία του ’60 κουλτούρα δεν είναι μόνο η υψηλή κουλτούρα της τέχνης, αλλά όψεις και πλευρές της καθημερινής ζωής, ενώ την δεκαετία του ’70 διατυπώνεται η απόψη ότι «κουλτούρα είναι κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα που λαμβάνει χώρα στην καθημερινή ζωή». Αυτό εξηγείται αν λάβει κανείς υπόψιν του την οικονομική ανάπτυξη της Ευρώπης την περίοδο αυτή και την βελτίωση των εργατικών συνθηκών που επιτρέπουν στο εξής περισσότερο ελεύθερο χρόνο.

Τον 21ο αιώνα με την ανάπτυξη των πολιτιστικών βιομηχανιών, η κουλτούρα γίνεται καταναλωτικό προϊόν. Εντάσσεται στους νόμους της προσφοράς και της ζήτησης και αποκτά καταναλωτικό κοινό. Οι ρυθμοί ανάπτυξης της πολιτιστικής βιομηχανίας καθώς και η αύξηση της απασχόλησης στον πολιτιστικό τομέα επιταχύνονται ραγδαία (ήδη από δεκαετία ’80-’90).

Όμως πότε παγιώνεται η πολιτική του πολιτισμού; Η σχέση πολιτισμού και πολιτικής κατοχυρώνεται θεσμικά μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τρέπεται σε δημόσια πολιτική που αφορά το κράτος. Το πρώτο Υπουργείο Πολτισμού ιδρύθηκε στην Γαλλία το 1959. Επομένως, η Γαλλία υπήρξε η πρώτη χώρα που θεσμοθέτησε την πολιτισμική πολιτική ως δημόσια πολιτική σε επίπεδο υπουργικό.

Με τη δημιουργία έθνους-κράτους ουσιαστικά δημιουργείται και το κράτος πρόνοιας. Έτσι, εντάσσεται στις δημοκρατικές διαδικασίες και αποκτά καινούριο νόημα καθώς σχετίζεται στο εξής με τα δικαιώματα του πολίτη και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Νέα ιδεολογία της περιόδου ήταν ο «εκπολιτισμός» των κατώτερων κοινωνικών τάξεων, οι οποίες έχουν δικαίωμα πρόσβασης στην κουλτούρα και  βελτίωση της κοινωνικής τους ζωής.

Όμως γιατί η κουλτούρα εντάσσεται στις κρατικές λειτουργίες; Έχουν δοθεί πολλές απαντήσεις στο ερώτημα αυτό. Κατά την άποψή μου, ωστόσο, σημαντικότερο αποτελεί το ότι συνδέεται με τη συλλογική συνείδηση, δημιουργεί το αίσθημα του ανήκειν, παράγει ταυτότητες και δίνει τη δυνατότητα κοινωνικής συμμετοχής και ανάληψης νέων ρόλων.

Πάντοτε, ωστόσο, παραμένει πιθανός ο  κίνδυνος της χρησιμοποίησής της από τις κυβερνήσεις ως μέσο επηρεασμού και χειραγώγησης των πολιτών.

Τέλος, αξίζει να γίνει μια αναφορά στα πολιτισμικά δικαιώματα.  Τα πολιτισμικά δικαιώματα αναγνωρίστηκαν ως 2ης γενιάς ανθρώπινα δικαιώματα μετά τον Β’ Π.Π και σε νομικό επίπεδο. Μετά τη νίκη των Συμμάχων στα πεδία των μαχών το ενδιαφέρον για την κατοχύρωσή τους ενισχύθηκε καθώς συνδέθηκαν με τις δημοκρατικές διαδικασίες οι οποίες αντιμάχονταν τα φασιστικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα. Στο εξής η κουλτούρα γίνεται φορέας δημοκρατικών αξιών που καταπολεμά στερεότυπα και προκαταλήψεις. Με την κατοχύρωση τους, ο πολίτης καλείται να συμμετέχει ενεργά στην κοινωνία για την βελτίωση τόσο του ίδιου ως άτομο όσο και της κοινωνίας συνολικά.

Το 1948 πραγματοποιήθηκε το 1ο σημαντικό βήμα για την πολιτική ολοκλήρωση των πολιτισμικών δικαιωμάτων με τη Διακήρυξη του ΟΗΕ που αναγνώριζε το δικαίωμα στην κουλτούρα ως ανθρώπινο δικαίωμα. Επίσης, τα πολιτικά δικαιώματα τα προώθησε με διάφορες ενέργειες και η UNESCO. Συγκεκριμένα, το 1970 υποχρέωσε όλα τα κράτη να χαράξουν μια δημόσια πολιτική για τον πολιτισμό.  Αυτό ήταν το σημαντικό 2ο βήμα.


Για περαιτέρω εμβάθυνση

  • Ζορμπά, Μ., (2014). Πολιτική του Πολιτισμού. Ευρώπη και Ελλάδα στο Δεύτερο Μισό του 20ου αιώνα., Αθήνα.
  • Χαμηλάκης, Γ., (2012). Το έθνος και τα ερείπιά του, Αθήνα.
  • Storey, J., (2015). Πολιτισμική θεωρία και λαϊκή κουλτούρα, Αθήνα.

Βασιλική Καράμπαμπα
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Είναι απόφοιτη του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Στα πλαίσια του Erasmus+ σπουδές, αποκόμισε διεθνή εμπειρία φοιτώντας στο Università degli studi di Padova της Ιταλίας. Τα ενδιαφέροντά της περιλαμβάνουν θέματα ιστορίας και επιγραφικής, εκπαίδευσης, πολιτιστικής κληρονομιάς και διαχείρισης.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ