17.3 C
Athens
Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαIL RISORGIMENTO – «Η ΑΝΑΒΙΩΣΗ». Η ιταλική ενοποίηση: «Ένας ρομαντικός και φλογερός...

IL RISORGIMENTO – «Η ΑΝΑΒΙΩΣΗ». Η ιταλική ενοποίηση: «Ένας ρομαντικός και φλογερός επαναστάτης», Μέρος Β΄


Του Πελοπίδα-Παναγιώτη Κουλούρη,

Η παραχώρηση της Νίκαιας και της Σαβοΐας στη Γαλλία, αν και προκάλεσε τις αντιδράσεις των συντηρητικών δυνάμεων (Ρωσίας, Αυστρίας), του Πάπα και της Βρετανίας, εν τούτοις καμία δεν σκόπευε να εμπλακεί σε νέες πολεμικές συγκρούσεις. Ο σοβαρότερος κίνδυνος αμφισβήτησης της παραχώρησης της Νίκαιας και της Σαβοΐας στη Γαλλία, ήταν οι Ιταλοί εθνικιστές. Υπήρξε ένα πρόσωπο, όπως σε κάθε τέτοια περίσταση, που ο πόθος για τη λευτεριά τον “έκαιγε”, ήταν σαν μία “πύρινη ρομφαία” στην ψυχή του, αντέδρασε, καθώς το όραμά του για μία ενοποιημένη Ιταλία, ήταν η κινητήριος δύναμή του για να αντιταχθεί στα γαλλικά επεκτατικά σχέδια. «Ο ρομαντικός και φλογερός», αυτός, επαναστάτης, ήταν ο Giusepe Garibaldi, ο οποίος καταγόταν από τη Νίκαια. Ο Garibaldi μαζί με ακόμα 1000 οπαδούς του, «εκστρατεία των χιλίων», όπως ονομάστηκε, κατέφυγε στη Σικελία, τον Απρίλιο του 1860, όπου είχαν εξεγερθεί οι ακτήμονες κατά των γαιοκτημόνων. Οι αγρότες προσχώρησαν στην ομάδα τού, καθώς τους υποσχέθηκε ανακατανομή της γης στρέφοντάς τους ενάντια στον βασιλιά της Νάπολης, Φραγκίσκο Β΄. Η ανταρσία του Garibaldi δημιουργούσε πολλά προβλήματα στην πολιτική του Καβούρ, καθώς είχε στηριχθεί σε μεγάλο βαθμό στη μυστική διπλωματία και στις διαθέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων. Ο Καβούρ, ως ένας οξυδερκής πολιτικός δεν ήρθε σε ανοιχτή ρήξη με τον Garibaldi, καθώς ήταν δημοφιλής και μία σύγκρουση μαζί του θα προκαλούσε σωρεία αντιδράσεων. Ωστόσο, η ιταλική κυβέρνησή αν και δεν άσκησε βέτο στην «εκστρατεία των χιλίων», λειτούργησε στο παρασκήνιο, βάζοντάς τούς εμπόδια. Έτσι, ενώ οι δυνάμεις του Garibaldi προέλαυναν στη Σικελία, οι απεσταλμένοι του Καβούρ μετέβησαν εκεί για να διοργανώσουν δημοψήφισμα με σκοπό την προσάρτηση της Σικελίας. Ο Garibaldi αντέδρασε άμεσα στην προσπάθεια αναχαίτισης της επαναστατικής τού πορείας και οι απεσταλμένοι της κυβέρνησης εκδιώχθηκαν. Κάτι, που θα πρέπει να θεωρηθεί δεδομένο είναι, πως οι δύο άνδρες, Καβούρ – Garibaldi είχαν, εκ διά μέτρου, αντίθετες πολιτικές θέσεις και φιλοσοφικές αντιλήψεις.

Ποιος ήταν, όμως, ο Giusepe Garibald;

Ο Giusepe Garibaldi (1807 – 1882) γεννήθηκε στη Νίκαια. Αρχικά, συμμετείχε στο κίνημα της Νέας Ιταλίας του Mazzini και το 1834, αναγκάστηκε να διαφύγει στη Λατινική Αμερική, όπου έμεινε γνωστός ως διοικητής των δυνάμεων του Μοντεβιδέο στον πόλεμο της Ανεξαρτησίας. Το 1848 επέστρεψε στην Ιταλία και το 1849 οργάνωσε την άμυνα της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας εναντίον των γαλλικών δυνάμεων. Αν και μετά από δύο μήνες ηττήθηκε, κατάφερε να οργανώσει επαναστατική ομάδα ενάντια στις αυστριακές δυνάμεις. Ήταν ευθύς, ανιδιοτελής και ενέπνεε τα πλήθη με τον ρομαντισμό του. Τέλος, ο Garibaldi ήταν αντιμοναρχικός και ενάντια στα προνόμια του παλαιού καθεστώτος.

Ο επόμενος στόχος του Garibaldi

Μετά τη Σικελία, ο Garibaldi κινήθηκε προς τη Νάπολη, κίνηση, που τον έφερε αντιμέτωπο με το Ναπολέοντα Γ΄ και με τις ευρωπαϊκές συντηρητικές δυνάμεις. Ο Ναπολέων Γ΄, προκειμένου να αντιμετωπίσει την πορεία του Garibaldi, πρότεινε τη δημιουργία μίας Ιταλικής Συνομοσπονδίας αποτελούμενη από το Βορρά, τα παπικά κράτη της Κεντρικής Ιταλίας – εκτός από την Αγία Έδρα – , και το Νότο – τις «δύο Σικελίες». Η Βρετανία δε διέταξε το στόλο της να φύγει από τα Στενά της Μεσσήνης για να παρεμποδιστεί ο Garibaldi να περάσει από τη Νάπολη στη νότια Ιταλία. Από την άλλη, ο Καβούρ βλέποντας την κατάρρευση των Βουρβόνων της Νάπολης, προσάρμοσε την πολιτική του, έχοντας δύο επιλογές· είτε να πραγματοποιηθεί η προσάρτηση του Νότου στο νέο κράτος είτε μία ανεξέλεγκτη επανάσταση. Νωρίτερα, πράκτορες του Καβούρ δρούσαν στη Νάπολη με συνωμοσίες, με στόχο την προσάρτησή τής. Το θέμα αυτό είχε πάρει διαστάσεις για τον βασιλιά Βίκτωρ Εμμανουηλ Β΄, καθώς το είχε θέσει ως «ζήτημα τιμής» για το θρόνο του. Απειλούσε, ότι εάν αποτύχει θα στρεφόταν προς την, υπό αυστριακή κατοχή, Βενετία, αλλά οι απειλές δεν ευώδοσαν, καθώς, στις 7 Σεπτεμβρίου 1860, ο ορμητικός Garibaldi εισήλθε στη Νάπολη, όπου τον υποδέχθηκαν ως «Μεσσία».

Η προσάρτηση του Νότου

Έντονος προβληματισμός διακατείχε τόσο τον Καβούρ όσο και τις συντηρητικές δυνάμεις, για την επόμενη κίνηση του Garibaldi. Η κατάληψη της Ρώμης αποτελούσε ένα ενδεχόμενο και γι’ αυτό ο Καβούρ με το Ναπολέοντα Γ΄ σχεδίασαν την άμυνα των παπικών κρατών της Κεντρικής Ιταλίας. Πλέον, ο Garibaldi ερχόταν αντιμέτωπος με έναν ισχυρό συνασπισμό δυνάμεων και ο αγώνας ήταν άνισος . Με αποδεκατισμένες τις δυνάμεις του, ο Garibaldi στράφηκε στον Καβούρ για να αποφευχθεί η παλινόρθωση των Βουρβόνων στη Νάπολη και αυτός εκμεταλλευόμενος τις συγκυρίες, δήλωσε στη Βουλή στο Τορίνο (02/10/1860) ότι η επανάσταση πέτυχε τους στόχους της και έδωσε εντολή για την, άνευ όρων, προσάρτηση της Νάπολης και της Σικελίας, μετά από δημοψήφισμα. Στις 21/10/1860, ο Νότος προσαρτήθηκε στο ενωμένο βασίλειο.

Οι αντιδράσεις, που προκλήθηκαν με την προσάρτηση του Νότου

Η Βρετανία ήταν η μόνη, που μπορούσε να είναι ικανοποιημένη, καθώς η προσάρτηση έγινε χωρίς αιματοχυσία, το ευρωπαϊκό status quo δε διαταράχθηκε και το νέο κράτος στηρίχθηκε στο πολίτευμα της βασιλευόμενης δημοκρατίας, που έμοιαζε με εκείνο της Βρετανίας. Οι υπόλοιπες δυνάμεις αντέδρασαν, ωστόσο. Για τις συντηρητικές δυνάμεις, οι ιταλικές εξελίξεις αποτελούσαν επανάσταση, ενώ ο Ναπολέων Γ΄, θέλοντας να αποφύγει τυχόν δημιουργία συνασπισμού εναντίον του, υποχώρησε. Το μόνο, που μπορούσε να κάνει, ήταν να παρουσιαστεί ως προστάτη των καθολικών και του Πάπα, ο οποίος κινδύνευε. Πρέπει να γίνει κατανοητό, πως για τους Ιταλούς πατριώτες, για λόγους συναισθηματικούς και ιστορικούς, η Ρώμη έπρεπε να προσαρτηθεί στο ενωμένο βασίλειο, και γι’ αυτό ο Garibaldi είχε ξεκινήσει μία νέα εκστρατεία. Χαρακτηριστικό είναι το σύνθημα του Garibaldi «Ρώμη ή Θάνατος».  Κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο να συμβεί, εκείνη την περίοδο, καθώς οι μία ανάφλεξη ήταν προ των πυλών. Εκτός από τον Garibaldi, κανένας δεν επιθυμούσε μία σύγκρουση, ούτε ο Καβούρ, που στόχευε στην αφομοίωση των νέων εδαφών. Έτσι, ο κίνδυνος κατάληψης της Ρώμης απετράπη, καθώς η Γαλλία ενίσχυσε τη γαλλική φρουρά της Ρώμης, αναχαιτίζοντας την προέλαση των δυνάμεων του Garibaldi από τις ιταλικές δυνάμεις στο Aspromonte, τον Αύγουστο του 1864. Το Σεπτέμβριο, η πρωτεύουσα της ενωμένης Ιταλίας μεταφέρθηκε από το Τορίνο στη Φλωρεντία, δείχνοντας να αποδέχονται οι Ιταλοί τη νέα κατάσταση, καθώς οι Γάλλοι δε θα εγκατέλειπαν την Ρώμη.

Η τελευταία πράξη της ενοποίησης και το «σύνδρομο κατωτερότητας» με τους βόρειους γείτονες

Η τελευταία πράξη της ιταλικής ενοποίησης παίχτηκε το 1866 και το 1870, με πρωταγωνιστή όχι την Ιταλία, αλλά την Πρωσία. Το 1866, στον αυστρο-πρωσικό πόλεμο η Ιταλία συμμάχησε με την Πρωσία και παρά την, κατά κράτος, επικράτηση των Αυστριακών επί των Ιταλών σε στεριά και θάλασσα, εντούτοις, η Ιταλία πήρε ως αντάλλαγμα την, υπό αυστριακή κατοχή, Βενετία. Λίγα χρόνια αργότερα, στον γαλλο-πρωσικό πόλεμο του 1870, η ηττημένη Γαλλία υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την Ρώμη, η οποία έγινε πρωτεύουσα της Ιταλίας. Έτσι, το νέο ιταλικό κράτος δημιουργήθηκε χάρη στον «γίγαντα» – γείτονα, που δημιουργήθηκε στα βόρεια σύνορά τού και από τότε ως τις μέρες μας παρατηρείται «σύνδρομο κατωτερότητας» της Ιταλίας απέναντι στην Γερμανία.

Σύγκριση Ιταλικής & Γερμανικής Ενοποίησης

Τέλος, αξίζει να συγκρίνουμε ορισμένα στοιχεία των δύο σημαντικότερων ενοποιήσεων, που συνέβησαν κατά τον 19ο αιώνα, καθώς  επρόκειτο να επηρεάσουν την πορεία της Ευρώπης και του κόσμου για τα επόμενα 75 χρόνια, τουλάχιστον, καθώς η δυναμική της Γερμανίας συνεχίζεται ως τις μέρες μας. Στην ενωμένη Ιταλία υπήρχε βαθύ χάσμα μεταξύ «Βορρά» και «Νότου». Η διαφορά μεταξύ των δύο ενοποιήσεων έγκειται στη δυσκολία της περιφερειακής ενσωμάτωσης. Και στις δύο περιπτώσεις, αφενός, ηγετικό ρόλο ανέλαβαν δύο ηγέτιδες δυνάμεις, στην Ιταλία το Πιεδεμόντιο και στη Γερμανία η Πρωσία, αφετέρου, παρουσιάστηκαν τοπικιστικές αντιδράσεις όσον αφορά την ενσωμάτωση του, οικονομικά υπανάπτυκτου Νότου, και στη Γερμανία οι διαφορές «Βορρά» και «Νότου» ήταν πολιτισμικές και θρησκευτικές, εκτός του οικονομικού σκέλους. Ωστόσο, στη Γερμανία, η «αφομοιωτική» ικανότητα, αποδείχθηκε ισχυρότερη σε σχέση με την Ιταλία, καθώς σε αυτήν παρουσιάζονται, ως σήμερα, αποσχιστικές τάσεις, όπως είναι η Λέγκα του Βορρά. Εν τέλει, και οι δύο περιπτώσεις ενοποιήσεων είναι άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους, ενώ από την αρχή φάνηκε η δυναμική της νέας ανερχόμενης δύναμης της Ευρώπης, της Γερμανίας.


Πηγές

  • Πάνος Τσακαλογιάννης, Σύγχρονη Ευρωπαϊκή Ιστορία – Από τη Βαστίλλη στον 21ο αιώνα, Τόμος Ά, Βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ.
  • Serge Berstein – Pierre Milza, Η Ευρωπαϊκή Συμφωνία και η Ευρώπη των Εθνων 1815 – 1919, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια

Πελοπίδας-Παναγιώτης Κουλούρης

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1996. Το 2014 ξεκίνησε τις σπουδές του, στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Πάντειου Πανεπιστημίου αποφοιτώντας το 2018. Τον Οκτώβριο ξεκίνησε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Νεαπόλεως Πάφου στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα "Νεότερη και Σύγχρονη Ευρωπαϊκή και Ελληνική Ιστορία". Στο OffLine Post αρθρογραφεί για τις κατηγορίες Πολιτικού και Ιστορίας.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ