16.6 C
Athens
Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΔικαιώματα επιβατών και ευθύνη αερομεταφορέα κατά τις αεροπορικές μεταφορές

Δικαιώματα επιβατών και ευθύνη αερομεταφορέα κατά τις αεροπορικές μεταφορές

Της Καλυψώς Κουρτίδη,

Η δημοτικότητα των αεροπορικών ταξιδιών παρουσιάζει, ως γνωστόν, αυξανόμενη πορεία, γεγονός που αποδίδεται στην κάλυψη προορισμών μεγάλων αποστάσεων σε εύλογα μικρό χρονικό διάστημα, αλλά και στην ασφαλή και άνετη μεταφορά από τον έναν τόπο στον άλλον. Από νομική σκοπιά, η αεροπορική μεταφορά συνιστά μορφή εμπορικής εκμετάλλευσης του εναέριου χώρου. Πρόκειται για άσκηση οργανωμένης εμπορικής δραστηριότητας σε επιχειρηματική κλίμακα, που κατεξοχήν αποτελεί αντικείμενο εμπορικής συναλλαγής μεταξύ μερών (προμηθευτής/αερομεταφορέας και επιβάτης/καταναλωτής) μιας σύμβασης παροχής υπηρεσιών.

Όπως συμβαίνει με κάθε σύμβαση, έτσι και εδώ, πηγάζουν δικαιώματα και δημιουργούνται για τα μέρη υποχρεώσεις. Ωστόσο, συχνά, η αεροπορική σύμβαση δεν εξελίσσεται στην πράξη πάντοτε ομαλά. Αυτό οφείλεται σε παράγοντες, συνήθως άγνωστους στο επιβατικό κοινό, που ως αποτέλεσμα έχουν την καθυστέρηση, τροποποίηση, ή ακόμα και τη ματαίωση μιας πτήσης, με οδυνηρές συνέπειες (συνήθως οικονομικές) για τους επιβάτες. Γεννώνται έτσι αβίαστα τα ερωτήματα, ως προς το ποια είναι τελικά τα δικαιώματα των επιβατών στις αεροπορικές μεταφορές, αλλά και ποια είναι η ευθύνη του αερομεταφορέα στην περίπτωση ατυχήματος (θάνατος ή τραυματισμός επιβατών).

Οι Κανονισμοί της ΕΕ επί των συγκεκριμένων θεμάτων, οι οποίοι έχουν εναρμονιστεί στα εθνικά δίκαια των κρατών-μελών, σε συνδυασμό και με τις ερμηνευτικές κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δίνουν την απάντηση στα ανωτέρω ερωτήματα. Πρωταρχικοί στόχοι σε διεθνές επίπεδο καθίστανται σε κάθε περίπτωση η υψηλού επιπέδου προστασία του επιβάτη και η εγγύηση ότι οι αερομεταφορείς δρουν υπό εναρμονισμένους όρους μέσα σε μια ελευθερωμένη αγορά. Ειδικότερα, ο Κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 της 11ης Φεβρουαρίου 2014, ο οποίος οδήγησε και σε κατάργηση του προηγούμενου κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91 , θέσπισε κοινούς κανόνες αποζημίωσης για τους επιβάτες αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε τρεις περιπτώσεις:
α) σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης
β) σε περίπτωση ματαίωσης της πτήσης και
γ) σε περίπτωση μακρόχρονης καθυστέρησης αυτής.

Όλα αυτά εφαρμόζονται υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι υφίσταται επιβεβαιωμένη αεροπορική κράτηση του επιβάτη.

Ο παραπάνω κανονισμός κατοχυρώνει τα δικαιώματα αποζημίωσης (άρθρο 7), επιστροφής των χρημάτων ή μεταφοράς με πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο (άρθρο 8) και φροντίδας (άρθρο 9). Τα τρία παραπάνω δικαιώματα παρέχονται στον επιβάτη όχι μόνο διαζευκτικά, αλλά και σωρευτικά, χωρίς βέβαια να εμποδίζουν την προσφυγή κατά της εταιρίας και υπό κάποια άλλη νομική βάση, για παράδειγμα αμιγώς εθνική, επομένως και την αξίωση περαιτέρω αποζημίωσης βάσει του εκάστοτε εθνικού δικαίου του ζημιωθέντος.

Όσον αφορά το δικαίωμα αποζημίωσης του άρθρου 7 του Κανονισμού, αυτό συναρτάται με τα χιλιόμετρα που προοριζόταν να διανύσει η συγκεκριμένη πτήση του επιβάτη, και του παρέχεται η δυνατότητα να αξιώσει ποσό που κυμαίνεται μεταξύ 250 και 600 ευρώ, σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης της πτήσης. Αποζημίωση δεν οφείλεται εάν ο δικαιούχος είχε ενημερωθεί τουλάχιστον 14 ημέρες πριν από την προγραμματισμένη ημερομηνία αναχώρησης, ή εάν ενημερώθηκε 2 εβδομάδες έως 7 ημέρες πριν την αναχώρηση αλλά του προσφέρθηκε η μεταφορά με άλλη πτήση ώστε να πραγματοποιήθηκε άφιξη στον τελικό προορισμό σε λιγότερες από 4 ώρες μετά την αρχικά προγραμματισμένη ώρα άφιξης. Το επόμενο δικαίωμα που παρέχεται στο επιβατικό κοινό είναι αυτό του άρθρου 8 του Κανονισμού, που ορίζει ότι η αεροπορική εταιρία υποχρεούται να παράσχει διαζευκτικά και μάλιστα κατ’ επιλογή του επιβάτη είτε την επιστροφή του πλήρους αντιτίμου του εισιτηρίου στον επιβάτη εντός επτά ημερών για το μέρος του ταξιδιού που δεν πραγματοποιήθηκε, είτε τη μεταφορά του με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο. Τέλος, στο άρθρο 9 του Κανονισμού θεσπίζεται το δικαίωμα φροντίδας, με την έννοια ότι η εταιρία δεσμεύεται να παράσχει στον επιβάτη γεύματα και αναψυκτικά κατά το χρόνο αναμονής, πρόσβαση σε μέσα επικοινωνίας (τηλέφωνα, fax, και Internet), ακόμα και διανυκτέρευση σε ξενοδοχείο, όταν αποβαίνει αναγκαία η παραμονή του στις περιπτώσεις που η εταιρία έχει αθετήσει τις εκ συμβάσεως υποχρεώσεις της (π.χ. την έγκαιρη μεταφορά των επιβατών στον προορισμό τους). Το δικαίωμα φροντίδας υφίσταται μόνο για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο οι επιβάτες πρέπει να αναμένουν τη μεταφορά τους με άλλη πτήση.

Στο σημείο αυτό, ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται να δοθεί στο άρθρο 5 παρ. 3 του Κανονισμού, κατά το οποίο ο αερομεταφορέας απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης, λόγω ματαίωσης ή καθυστέρησης κατά την άφιξη, αν μπορεί να αποδείξει ότι αυτές προκλήθηκαν από έκτακτες περιστάσεις που δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν ακόμη και αν είχαν ληφθεί όλα τα εύλογα μέτρα. Ως έκτακτες περιστάσεις λογίζονται εκείνες που προκύπτουν σε περιπτώσεις πολιτικής αστάθειας, ακραίων καιρικών συνθηκών, κινδύνων για την ασφάλεια των επιβατών, απροσδόκητων ελλείψεων στην ασφάλεια της πτήσης και απεργιών που επηρεάζουν τη λειτουργία του πραγματικού αερομεταφορέα. Οι παραπάνω περιστάσεις δεν αποτελούν οπωσδήποτε αιτίες απαλλαγής από την ευθύνη, αλλά απαιτείται η κατά περίπτωση αξιολόγησή τους και ειδικά εφόσον πρόκειται για παρέκκλιση από τον συνήθη κανόνα (που είναι η καταβολή αποζημίωσης), η παρούσα διάταξη πρέπει να ερμηνεύεται συσταλτικά, στο πλαίσιο και της γενικότερης αρχής προστασίας των καταναλωτών.

Αντίστοιχα, ο Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 889/2002 της 13ης Μαΐου 2002 θεσπίζει δεσμευτικούς κανόνες σχετικά με τη διαμόρφωση ομοιόμορφου συστήματος ευθύνης του αερομεταφορέα σε περίπτωση ατυχήματος. Ο Κανονισμός θεμελιώνεται στην παραδοχή ότι εκείνο που αρμόζει σε ένα ασφαλές και σύγχρονο κοινοτικό σύστημα αεροπορικών μεταφορών, είναι ένα σύστημα απεριόριστης ευθύνης σε περίπτωση θανάτου ή τραυματισμού επιβατών. Γι’ αυτούς τους λόγους προβλέπεται αποζημίωση σε περίπτωση θανάτου ή τραυματισμού επιβατών , χωρίς μάλιστα να καθορίζονται ειδικότερα οικονομικά όρια, ενώ τίθεται και πρόβλεψη προκαταβολής για την κάλυψη των άμεσων οικονομικών αναγκών εντός 15 ημερών από τον προσδιορισμό της ταυτότητας του δικαιούχου.

Ωστόσο, δεν πρέπει να παροράται ότι κατά τον προσδιορισμό των δικαιωμάτων του επιβατικού κοινού χρειάζεται να λαμβάνονται υπόψη και οι ερμηνευτικές κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναφορικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων παροχής βοήθειας στους επιβάτες σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης (Κανονισμός ΕΚ/261/2004) και με την ευθύνη του αερομεταφορέα σε περίπτωση ατυχήματος (Κανονισμός ΕΚ/2027/97 όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό ΕΚ/889/2002). Το αξιοσημείωτο εδώ είναι ότι σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της Επιτροπής, η καθυστέρηση κατά την αναχώρηση παρέχει μόνο τα δικαιώματα φροντίδας βάσει του άρθρου 9 του Κανονισμού, καθώς και επιστροφής του αντιτίμου του εισιτηρίου, όχι όμως και το δικαίωμα αποζημίωσης, εκτός και αν πρόκειται για καθυστέρηση κατά την άφιξη, διάρκειας τουλάχιστον τριών ωρών. Σε κάθε περίπτωση, απώλεια πτήσεων με ανταπόκριση λόγω σημαντικών καθυστερήσεων στους ελέγχους ασφαλείας ή αδυναμίας των επιβατών να τηρήσουν την ώρα επιβίβασης στην πτήση τους στον αερολιμένα ανταπόκρισης δεν παρέχει δικαίωμα αποζημίωσης.

Καταλήγοντας, η θέσπιση ενιαίου συστήματος κανόνων προς ρύθμιση των αεροπορικών μεταφορών και η συνακόλουθη θεμελίωση αστικής ευθύνης των εταιριών, αποτελεί ουσιώδες βήμα για την ενίσχυση των επιπέδων ασφαλείας των αεροπορικών ταξιδιών. Βέβαια, νομοθετικά κενά εξακολουθούν να παραμένουν, στο πλαίσιο που δεν εμπίπτουν στο αντικείμενο ρύθμισης των ανωτέρω Κανονισμών ζητήματα όπως π.χ. η εναέρια σύγκρουση αεροσκαφών ή η ευθύνη από πράξη προσωπικού που συνδέεται με τον αεροπορικό μεταφορέα με εξαρτημένη σχέση εργασίας. Σε επίπεδο εσωτερικού δικαίου ειδικά, οι εθνικές διατάξεις κρίνονται ιδιαίτερα παρωχημένες και επιβάλλεται ο εκσυγχρονισμός τους, ώστε να μπορούν να εφαρμόζονται παράλληλα με τις ανωτέρω ευρωπαϊκές ρυθμίσεις, ιδίως σε ζητήματα που αφορούν τον νομικό χαρακτήρα και τα ποσοτικά όρια της ευθύνης των αεροπορικών μεταφορέων.

Βιβλιογραφία:
– Κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 261/2004, (ΕΚ) αριθ. 889/2002 και Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (2016/C 214/04)
-C-344/04, International Air Transport Association & European Law Fares Airline Association vs Department of Transport (10/06/2006)
-Γεωργιλάς Σ., Ο Κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης, ΔΕΕ (2005)
-Λέντζης Δ., Δικαιώματα Επιβατών Αεροπορικών Μεταφορών, Εκδ. Σάκκουλα (2009)
-Χατζηνικολάου- Αγγελίδου Ρ., Αεροπορική μεταφορά επιβατών σύμφωνα με τις διεθνείς συμβάσεις, το εθνικό και το κοινοτικό δίκαιο αεροπορικών μεταφορών, Εκδ. Σάκκουλα (2010)
-Leloudas G., Risk and liability in air law, Infroma, London (2009)

Καλυψώ Κουρτίδη

Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 3 Μαΐου του 1997. Είναι τεταρτοετής φοιτήτρια στο τμήμα Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και παράλληλα ειδικός συνεργάτης Marketing της Ευρωπαϊκής Ένωσης Φοιτητών Νομικής (ELSA Greece). Στο OffLine Post θα ασχοληθεί με τη σύνταξη νομικών άρθρων, διάφορων τομέων του δικαίου.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ